Μετά το 1509, η ραγδαία επιτυχία και απήχηση της τέχνης του Ραφαήλ καθορίζει στην καλλιτεχνική εξέλιξή του δύο φαινόμενα παράλληλα, τον πλουτισμό των συνθέσεων και τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό συνεργατών και βοηθών. Εγκαταλείπει, αποκλειστικά την εκτέλεση των μεγάλων διακοσμητικών έργων στα χέρια των μαθητών του, με αποτέλεσμα την πτώση της ποιότητάς τους. Αυτό συμβαίνει στην τρίτη Αίθουσα του Βατικανού και κυρίως στην Αίθουσα του Κωνσταντίνου, που τελείωσε μετά τον θάνατο του Ραφαήλ από τον Τζούλιο Ρομάνο και τη σχολή του (1515-1525) και έγινε μία από τις σημαντικότερες πηγές ακτινοβολίας του μανιερισμού.
Ο πίνακας «Η Μαντόνα του Φολίνιο» (1511-1512), αφιερώθηκε στην Παρθένο από τον Σιγισμόνδο Κόντι, γραμματέα του πάπα Ιουλίου Β', σαν εκδήλωση ευγνωμοσύνης, όταν το σπίτι του στο Φολίνιο, χτυπημένο από κεραυνό, γλίτωσε την καταστροφή. Ο Κόντι γονατισμένος, παρουσιάζεται στην Παναγία από τον Άγιο Ιερώνυμο. Αριστερά, ο Άγιος Φραγκίσκος και ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Στο κέντρο, σε ένα τοπίο με πράσινους λόφους, το σπίτι του Σιγισμόνδου, ξεπροβάλλει στην καταχνιά, στεφανωμένο με το ουράνιο τόξο, ενώ η πορτοκαλιά σφαίρα του κεραυνού απειλεί να το χτυπήσει.
Στη Ρώμη, το 1508, ο Ραφαήλ, γνώρισε προσωπικά τον Μιχαήλ Άγγελο και δέχτηκε την επίδρασή του. Το στυλ του έργου «Η Μαντόνα Άλμπα» 1509, αντιφεγγίζει με τον τελειότερο τρόπο την πνευματικότητα του Ραφαήλ, της Stanza della Segnatura. Υπάρχει συγκεκριμένα μια απόλυτη αντιστοιχία, ανάμεσα στο ύφος της Παρθένου και σε εκείνο που συναντάμε στα μετάλλια των «Αρετών» 1508-1509, όταν ο Ραφαήλ είχε εντυπωσιασθεί, από το ταλέντο του Μιχαήλ Άγγελου.
Ραφαήλ Σάντσιο, (Raffaello Sanzio ή Santi), Ιταλός ζωγράφος και αρχιτέκτονας της ακμής της Αναγεννήσεως, (Ουρμπίνο 1483-Ρώμη 1520). Γεννήθηκε στο Ουρμπίνο, στις 28 Μαρτίου 1483, Μεγάλη Παρασκευή. Γιός της Μαρίας Κιάρλα και του αυλικού ζωγράφου Τζιοβάννι Σάντι, όπου βρισκόταν στην Αυλή του δούκα του Ουρμπίνο και πιθανόν να του μετέδωσε τα πρώτα καλλιτεχνικά του ερεθίσματα. Ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες των αιώνων. Σε ηλικία οχτώ χρονών έχασε τη μητέρα του και στα έντεκα του χρόνια, έμεινε ορφανός και από πατέρα.