Μελετώντας τον μινωικό πολιτισμό, ο ερευνητής έρχεται αντιμέτωπος με θέματα αρχιτεκτονικής τα οποία εντυπωσιάζουν για το προηγμένο επίπεδο στην οικιστική και στις ταφές που συναντά κανείς στην Κρήτη από την πρώιμη φάση της κατοίκισής της έως το τέλος της.
Στα νησιά των Κυκλάδων, όπου υπήρχε λίγο πηλός και μεγάλες ποσότητες λευκού μαρμάρου, αναπτύχθηκε και ήκμασε σε όλη τη διάρκεια της πρώιμης εποχής του Χαλκού (3000-1700 π.Χ.) μια παράδοση κατασκευής λίθινων ειδωλίων, σε αντίθεση με τα πήλινα τα οποία ήταν σπανιότερα. Σχηματοποιημένα μαρμάρινα ειδώλια εξακολουθούσαν να κατασκευάζονται, όπως και στη Νεολιθική εποχή (7000-3200 π.Χ.), παράλληλα με τα λιγότερο ή μη εικονιστικά (Εικ. 1).
Η γραφή, που αποτελεί τη μεταφορά του προφορικού λόγου σε μια μόνιμη συμβατική μορφή, είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της εξέλιξης των πόλεων. Ο γραπτός λόγος αρχικά ξεκινάει με τα ιδεογράμματα, για την ύπαρξη των οποίων απαιτείται ένα αναπαραστατικό σύστημα, ενώ υπάρχει και το αριθμητικό. Από τη στιγμή που δίδεται φωνητική αξία στο ιδεογράμμα, περνάμε στο φωνόγραμμα και έπειτα ακολουθεί το συλλαβόγραμμα, που είναι ένα σχηματοποιημένο λογόγραμμα το οποίο αποδίδει μια συλλαβή. Η πρώτη γραφή -η σφηνοειδής- εμφανίζεται στη Μεσοποταμία το 3300 π.Χ.. Στην Αίγυπτο το 3100 π.Χ. κυριαρχούν τα ιερογλυφικά, ενώ στη Μινωική Κρήτη η παρουσία του γραπτού λόγου σημειώνεται από το 1900 π.Χ. και μετά.