Στην έκθεση θα παρουσιαστούν η ζωή, τα ταξίδια και το έργο του οικουμενικού συγγραφέα, μέσα από πρώτες του εκδόσεις, σπάνιο φωτογραφικό υλικό, χειρόγραφα και προσωπικά του αντικείμενα, πολλά εκ των οποίων παρουσιάζονται για πρώτη φορά.
Στόχος της έκθεσης είναι να αποδοθεί η οικουμενικότητα του Καζαντζάκη αλλά και να αποτυπωθεί στο θεατή, μέσα από τα έργα του και την παρουσίαση της ζωής του, ένα μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας. Στο πλαίσιο αυτό, προβάλλονται οι σημαντικότεροι «σταθμοί» της ζωής του Καζαντζάκη, οι σχέσεις του με το Παιδί, το Θεό, τον Έρωτα και τη Φιλία και βέβαια το πλούσιο συγγραφικό του έργο.
Η έκθεση υποστηρίζεται από πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό όπως μία προβολή-δημιουργία του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού - που παρουσιάζει 20 βασικούς σταθμούς των ταξιδιών του με προσωπικό φωτογραφικό υλικό από τα ταξίδια του, οπτικοακουστικά ντοκουμέντα από το Μουσείο Καζαντζάκη κ.ά.
Η έκθεση 130 χρόνια Νίκος Καζαντζάκης συνοδεύεται από εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου. Μέσα από τις εκπαιδευτικές βιωματικές δραστηριότητες τα παιδιά ταξιδεύουν στο έργο του Καζαντζάκη για να ανακαλύψουν το σπάνιο νου, την απαράμιλλη γραφίδα του και τα αξεπέραστα κείμενά του που στις μέρες μας ηχούν πιο επίκαιρα από ποτέ.
Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος
Πειραιώς 254, Ταύρος
Τηλ. 212 254 0100
Ώρες λειτουργίας της έκθεσης:
Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη 09.00-13.30
Παρασκευή 09.00-20.00
Σάββατο 11.00-16.00
Κυριακή 10.00-18.00
Ποιος ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης
Γεννημένος στις 18 Φεβρουαρίου του 1883 στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης ακόμη τότε Κρήτης, ο Νίκος Καζαντζάκης έδειξε από νεαρή ηλικία την αγάπη του για το γράψιμο.
Γιος εμπόρου γεωργικών προϊόντων τελειώνει το Γυμνάσιο και το 1902 σε ηλικία σε ηλικία 19 ετών εγκαθίσταται στην Αθήνα προκειμένου να κάνει νομικές σπουδές.
Το 1906 δημοσιεύει το δοκίμιο Η Αρρώστια του Αιώνος. Πρώτο του μυθιστόρημα ήταν το Όφις και Κρίνο το οποίο υπέγραψε με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη. Στην συνέχεια μεταβαίνει στο Παρίσι για μεταπτυχιακές σπουδές και το 1909 επιστρέφει στην Αθήνα.
Μετά από δύο χρόνια παντρεύεται με την Γαλάτεια Αλεξίου, στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, στο νεκροταφείο Ηρακλείου, κι αυτό γιατί φοβόταν τον πατέρα του, που δεν ήθελε για νύφη τη Γαλάτεια. Θα καταταγεί ως εθελοντής στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο το 1912.
Μετά την ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου συνδέεται φιλικά με τον Άγγελο Σικελιανό με τον οποίον ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπως το Άγιον Όρος. Ήταν τότε που ήρθε σε επαφή με το έργο του Δάντη τον οποίον κα χαρακτήρισε ως δάσκαλό του μαζί με τον Όμηρο και τον Μπεργκσόν.
Από το 1922 και ύστερα επικεντρώνεται στο δημοσιογραφικό έργο πραγματοποιώντας ταξίδια σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο. Μεταξύ άλλων πήρε συνέντευξη και από τον φασίστα δικτάτορα της Ιταλίας, Μπενίτο Μουσολίνι.
Από το 1927 ξεκινά μία σύνδεση με την σοσιαλιστική ιδεολογία και την Σοβιετική Ένωση. Ταξίδεψε στην Μόσχα το ίδιο έτος προσκεκλημένος από την κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης, για να πάρει μέρος στις εορτές για τα δέκα έτη από την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Τότε γνώρισε τον Ελληνορουμάνο λογοτέχνη Παναΐτ Ιστράτι, με τον οποίο έρχεται στην Ελλάδα. Στο θέατρο Αλάμπρα τον Ιανουάριο του 1928 εξυμνεί την Σοβιετική Ένωση και στην συνέχεια συμμετέχει σε διαδήλωση με αποτέλεσμα να διωχθεί δικαστικά. Η δίκη δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Η Εκκλησία ήταν ο μεγαλύτερος πολέμιός του. Το 1954 η Ιερά Σύνοδος ζήτησε να απαγορευτούν τα δικά του βιβλία, με τον ίδιο να απαντά με επιστολή στην οποία έλεγε: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να "ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να "στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ».
Παρά τις αρχικές απειλές για αφορισμό του Καζαντζάκη, τελικά η Έλλαδική Εκκλησία δεν προχώρησε το ζήτημα πιο πέρα λόγω της άρνησης του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα.
Μέχρι και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εναντιώθηκε στον Νίκο Κατζαντζάκη λόγω του βιβλίου του «Ο Τελευταίος Πειρασμός» το οποίο και καταγράφτηκε στον Κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων τον καταργηθέν πλέον Index Librorum Prohibitorum. Σε αυτήν την κίνηση της Ρώμης ο Έλληνες συγγραφέας απάντησε με σχετικό τηλεγράφημα στο οποίο είχε την φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού «Ad tuum, Domine, tribunal apello», δηλαδή «στο Δικαστήριό σου, Κύριε, κάνω έφεση». Ο «Ζορμπάς» του Καζαντζάκη, εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947 και με την επανέκδοση του, το 1954, βραβεύτηκε, ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς.
Το 1956 τιμάται με το Βραβείο της Ειρήνης το οποίο και προερχόταν από το σύνολο όλων των τότε σοσιαλιστικών χωρών. Μία από αυτές ήταν και η Κίνα, στην οποία ταξίδεψε ο Νίκος Καζαντζάκης προσκεκλημένος της κινεζικής κυβέρνησης. Επιστρέφει στην χώρα μας προσβεβλημένος από λευχαιμία με αποτέλεσμα να μεταφερθεί για νοσηλεία στην Κοπεγχάγη της Δανίας και το Φράιμπουργκ (Freiburg im Breisgau) της Γερμανίας. Εκεί πεθαίνει στις 26 Οκτωβρίου του 1957 σε ηλικία 74 ετών.
Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος