Τα καράβια αποτελούν τη θεματική ενότητα της Μητσιάλη. Καράβια που δημιουργήθηκαν από ανακυκλωμένα υλικά, ξύλο, πέτρα, μέταλλο, σχοινιά, χάντρες, κομμάτια από ναυάγια, ευτελή υλικά δηλαδή, τα οποία εν τέλει δίνουν έργα τέχνης. Τα καράβια ως σύμβολο σημασιοδοτούν την επιθυμία για διέξοδο, για φυγή, είναι το μέσο της φυγής. Αυτό ακριβώς αποτελούν για τη Μητσιάλη. Είναι η δική της πια επιθυμία για φυγή, για έξοδο από το τώρα, από το παρόν, είτε καλό είτε κακό, προς έναν προορισμό άγνωστο.
Καράβια διαφόρων ειδών και σχεδίων. Κότερα, πειρατικά, σχεδίες, φορτηγά, τριήρεις ελληνικές, όλα με πανιά μιας άλλη εποχής, δηλαδή μιας εποχής όπου το κυρίαρχο στοιχείο για τη κίνηση του καραβιού ήταν ο άνεμος. Θάλασσα, άνεμος, πλοίο. Τα φυσικά στοιχεία δηλαδή∙ και ανάμεσα σ’ αυτά υπονοείται ο άνθρωπος. Διαφορετικός άνθρωπος κάθε φορά ανάλογα με τον τύπο του πλοίου: στρατιώτης, πειρατής, ταξιδιώτης. Με την ίδια διάθεση κάθε φορά, τη διάθεση για ταξίδι για ένα αλλού.
Αυτό επιθυμεί και η Μητσιαλη: το ταξίδι της φυγής για ένα αλλού, μακριά από το παρόν και το εδώ. Αυτό δηλώνουν τα καράβια της Μητσιάλη με τα πανιά ανοιχτά έτοιμα να πλεύσουν σε νέα, άγνωστα νερά.
Σε μας πάντως συνειρμικά τα καράβια της Μητσάλη φέρνουν στο νου τους στίχους του Καρυωτάκη από το «Τελευταίο ταξίδι»:
Καλό ταξίδι, αλαργινό καράβι μου, στου απείρου
και στης νυχτός την αγκαλιά, με τα χρυσά σου φώτα!
Να ’μουν στην πλώρη σου ήθελα, για να κοιτάζω γύρου
σε λιτανεία να περνούν τα ονείρατα τα πρώτα.
Η τρικυμία στο πέλαγος και στη ζωή να παύει,
μακριά μαζί σου φεύγοντας πέτρα να ρίχνω πίσω,
να μου λικνίζεις την αιώνια θλίψη μου, καράβι,
δίχως να ξέρω πού με πας και δίχως να γυρίσω!
Όμως τα καράβια αυτά διεκπεραιώνουν τελικά το σκοπό τους, γίνονται το όχημα της φυγής; ή παραμένουν εκεί που είναι; Τα διάτρητα πανιά, το σύρμα που τα περιβάλλει είναι στοιχεία δηλωτικά της καθήλωσής τους στο σημείο που βρίσκονται. Η Μητσιάλη θέλει, αλλά εν τέλει δεν μπορεί, δεν αποδρά. Και όμως αυτά τα καράβια που είναι η σύνδεση του παρόντος με το παρελθόν ακόμα και αν δεν φτάνουν στο μέλλον, που είναι ο προορισμός τους, κάποτε ξεκίνησαν για το μεγάλο ταξίδι, άνοιξαν πανιά και έπλευσαν προς το αύριο.
Tο θέμα του ταξιδιού εντάσσει τη Μητσιάλη σε μια μεγάλη εικαστική και λογοτεχνική παράδοση που είναι εμφανής από πολύ παλιά στον ελλαδικό και το διεθνή χώρο. Το ξεχωριστό στοιχείο όμως είναι ότι εδώ έχουμε το μέσο, το καράβι δηλαδή και όχι την αφετηρία ή το τέλος του ταξιδιού. Αυτά καλείται να τα συμπληρώσει συνειρμικά ο θεατής και έτσι να συμμετάσχει και ο ίδιος στην εικαστική δημιουργία. Μπορείτε να φανταστείτε ότι θα έχουμε μια πολλαπλότητα αφετηριών και καταλήξεων. Γι’ αυτό θα τολμήσω να πω ότι το έργο της Μητσιάλη είναι πολυσχιδές και πολλαπλό.
Ένα ακόμα στοιχείο που πρέπει να τονίσουμε είναι η ιδιαίτερη αίσθηση του χρώματος που έχει η Μητσιάλη. Το χρώμα είναι κυρίαρχο, έντονο με αντιθέσεις: κόκκινο πάνω στο πράσινο και στο μπλε, βαθύ τιρκουάζ, μπλε τιρκουάζ πάνω στην ώχρα.
Η διάζευξη είναι σαφής. Έντονα χρώματα που δημιουργούν την αντίθεση μεταξύ τους στη μια περίπτωση ή χρώμα πάνω σε άλλη τονικότητα του ιδίου χρώματος που δημιουργεί μια ολότητα. Σε κάθε περίπτωση η διάθεση είναι ευφρόσυνη. Οι έντονες χρωματικές συνθέσεις μάλιστα δημιουργούν παιγνιδιάρικη διάθεση. Αναρωτιέται ο θεατής∙ θέλει τελικά να φύγει η Μητσιάλη για αλλού ή μήπως όχι; Η διάθεση για ταξίδι για κάπου αλλού γίνεται πράξη ή όχι; Ας αποφασίσει ο θεατής.
Ο Μπερτόλης θα κινηθεί στο χώρο του ζωικού βασιλείου και θα μας δώσει μια σειρά από έργα που απεικονίζουν ζώα της οικίας, της θάλασσας και της άγριας φύσης. Το πρώτο στοιχείο που παρατηρεί ο θεατής στα γλυπτά έργα του Μπερτόλη είναι ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο τα δημιουργεί και τα στοιχεία που επιλέγει κάθε φορά να τονίσει. Στα ελεφαντάκια θα τονίσει τα αυτιά και την προβοσκίδα στην οποία μάλιστα θα σχηματίσει έντονα τις αυλακώσεις, στην κότα θα τονίσει το σώμα και θα δώσει μια ολοστρόγγυλη κοιλιά που θα μπορούσε να μας παραπέμπει σε υδρία, ενώ τα φτερά θα δοθούν με ένα σχηματικό θα λέγαμε τρόπο. Θα τονίσει στα μαϊμουδάκια τα χέρια και τις εκφράσεις του προσώπου. Στο αλογάκι που καβαλά το βράχο, εκτός από το σώμα και τη χαίτη θα τονίσει έντονα τις οπλές και τα μάτια.
Κοιτώντας τα ίδια τα έργα διαπιστώνει κανείς πως ο Μπερτόλης μετασχηματίζει τα πράγματα, παίρνει δηλαδή την αρχική μορφή των ζώων και τους δίνει μια νέα διάσταση, διατηρώντας όλη την αθωότητα, αλλά ταυτόχρονα δίνοντας και σχηματικές μορφές που παραπέμπουν στην έννοια του αρχέγονου.
Τα ζώα επενδύονται με στοιχεία που μας παραπέμπουν σε μορφές που δημιουργούσαν οι άνθρωποι όταν άρχισαν να ασχολούνται με την τέχνη. Ταυτόχρονα χρησιμοποιεί στοιχεία που καλύπτουν σύγχρονες εκφάνσεις της τέχνης, και αυτή η σύζευξη προϋπαρχόντων και σύγχρονων στοιχείων είναι αυτή που προκαλεί την προσοχή του θεατή. Με τον τρόπο αυτό μπαίνουμε σε έναν καινούργιο χώρο που μας παραπέμπει στην εσωτερική ζωή του σπιτιού, αλλά και στην άγρια φύση. Αλλά ακόμα και η άγρια φύση έχει κάτι το οικείο. Τα έργα του Μπερτόλη μεταφέρουν στοιχεία πολλών πολιτισμών και αποκτούν μια αυτόνομη ζωή.
Ο Μπερτόλης θα δει στα ζώα που δημιουργεί την αγνότητα που εκείνα διαθέτουν, για αυτό και τα ονομάζει καλοκάγαθα. Η αγριότητα, η βιαιότητα βρίσκονται αλλού, έξω από τον κόσμο του Μπερτόλη. Τα στοιχεία αυτά μας παραπέμπουν κατευθείαν στίχους του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη από το ποίημα Ασμάτιον Β΄, ένα από τα νεανικά του ποιήματα, στο οποίο χαρακτηριστικά αναφέρει: Ευτυχή ζώα! πόσον αθώα είσθε! /Φροντίδες δόξης ποτέ δεν σας ταράττουν, /μόνον στον νουν σας ο πλαστουργός υπάρχει / κι η φωλεά σας. — Ολίγα προς εκείνον/ όπου ταράττουν το των ανθρώπων πνεύμα.
Το ερώτημα βέβαια είναι γιατί μετασχηματίζει ο Μπερτόλης τα ζώα. Είναι μια επιστροφή στον κόσμο της παιδικής αθωότητας ή ένα παιγνίδι με το οικείο, το καθημερινό και το συνηθισμένο; Η απάντηση βρίσκεται και πάλι στον εικαστικό χώρο όπου οι αναπαραστάσεις ζώων είναι συχνές. Αλλά θα πρέπει να παρατηρήσουμε την παρέμβαση του δημιουργού στις μορφές που απεικονίζει. Ο κόσμος του παιδιού κινείται γύρω από την ζεστασιά και την οικειότητα του σπιτιού. Ταυτόχρονα η σύγχρονη τέχνη από το παιδικό βιβλίο ως την μεγάλη τέχνη αρέσκεται να απεικονίζει μορφές ζώων που έχουν άλλοτε το στοιχείο της αθωότητας και άλλοτε το στοιχείο της έντασης και του πάθους. Μέσω λοιπόν των έργων του ο Μπερτόλης μας μεταφέρει στο χώρο του πάθους που ωστόσο μετασχηματίζεται και αποκτάει ένα άρωμα αθωότητας που συνδυάζεται με την παιδικότητα.
Αλλά καταλαβαίνω ότι πλανιέται ακόμη το ερώτημα γιατί αυτός ο μετασχηματισμός των ζώων. Την απάντηση θα μας δώσει ένας εκπληκτικός στίχος του Ρίτσου από το ποίημα «Ο τόπος μας»: «Ο πετεινός στο φράχτη. Η αγελάδα στο κίτρινο». Υπάρχει εδώ η ρεαλιστική διάθεση, αλλά και η μεταφορά σε ένα εικονιστικό επίπεδο που δίνεται με χρώματα. Αυτό κάνει και ο Μπερτόλης. Παίρνει το συνηθισμένο και του προσθέτει στοιχεία που το μεταφέρουν σ’ ένα άλλο χώρο, το χώρο της τέχνης, ο οποίος δεν υπακούει στους κανόνες του ρεαλισμού, αλλά στους δικούς του κανόνες που μεταφράζονται σε ένα δίπολο: εντύπωση και μετασχηματισμός της εντύπωσης.
Θα έλεγα ακόμη ότι ένα κυρίαρχο στοιχείο του έργου του Μπερτόλη είναι η συνύπαρξη διαφορετικών οπτικών. Υπάρχει η οπτική του παιδιού που βλέπει μέσα από τα ζώα έναν κόσμο αθωότητας και μαγείας. Από την άλλη μεριά υπάρχει η οπτική του ενήλικα που δίνει στα ζώα μια άλλη διάσταση και τα μετασχηματίζει σε αναμνήσεις, συνυπάρξεις πολιτισμών και σύμβολα. Θα έλεγα μάλιστα ότι τα αρχέγονα στοιχεία που εισάγει στο έργο του παραπέμπουν μερικές φορές και στην έννοια της γονιμότητας και της πληρότητας. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικός ένας κόσμος όπου κυριαρχούν τα ζώα, ζώα όμως μετασχηματισμένα και ικανά να μεταφέρουν σε κάθε θεατή το δικό τους μήνυμα και να κινητοποιήσουν τη διάθεση για την επανεγγραφή τους σε ένα νέο κόσμο, τον αχανή κόσμο της τέχνης.
Και θα αναρωτηθεί ο θεατής ποιο είναι το κοινό σημείο αναφοράς ανάμεσα στα έργα της Μητσιάλη και στα έργα του Μπερτόλη. Η παντελής ανθρώπινη παρουσία είναι η απάντηση. Η Μητσιάλη ψάχνει τη φυγή στη θάλασσα με οδηγό της το καράβι, ο Μπερτόλης βρίσκει τη δική του γαλήνη στον κόσμο των ζώων. Ο άνθρωπος είναι απών, αλλά με τη μορφή του θεατή είναι αυτός που δίνει νόημα στα έργα και τα απολαμβάνει αισθητικά.
Νομίζω πώς η έκθεση μας εισάγει ακόμη μια φορά στο μαγευτικό κόσμο μιας τέχνης απέριττης, αλλά και ταυτόχρονα ουσιαστικής και πλούσιας σε μηνύματα.
Λαμπρινή Μπενάτση
Ιστορικός Τέχνης
MA of Arts University of Essex, U.K.
Υπ. Διδάκτωρ Ιστορίας της Τέχνης