Από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας η δημόσια αρχιτεκτονική καλύπτει τις ανάγκες (διαφορετικές μα και τόσο όμοιες κάθε φορά) του κοινωνικού συνόλου. Σε ολόκληρο τον κόσμο και σε όλους σχεδόν τους πολιτισμούς η τέχνη αυτή που συνδέεται άρρηκτα με το δημόσιο βίο εξυπηρετεί λατρευτικούς (και κατ? επέκταση θρησκευτικούς), εμπορικούς, πολιτιστικούς μα κυρίως πολιτειακούς σκοπούς. Ο ναός, η εκκλησία, η στοά, το θέατρο, το δημαρχείο, το βουλευτήριο, το κοινοβούλιο είναι μερικά μόνο από τα πολυάριθμα γεννήματα, ανά τους αιώνες, της δημόσιας αρχιτεκτονικής, το καθένα από αυτά με διαφορετικές λειτουργίες αλλά όλα τους στην υπηρεσία του πολίτη.
Για να κατανοήσει κανείς καλύτερα τη λειτουργία της αρχιτεκτονικής αυτής δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στα δημόσια οικοδομήματα που ανεγέρθηκαν κατά τη διάρκεια της μακραίωνης παρουσίας του ανθρώπου πάνω στη γη. Αν και αποτελεί τετριμμένο παράδειγμα δεν θα μπορούσαμε να μην ξεκινήσουμε από την Ακρόπολη των Αθηνών, το κατεξοχήν και αρτιότερο δείγμα δημόσιας αρχιτεκτονικής. Θρησκευτικό κέντρο της κλασικής Αθήνας της εποχής του Περικλή συγκεντρώνει όλες τις αξίες και το πνεύμα μιας ολόκληρης εποχής. Ο όρος κλασσικός προέρχεται από τη λατινική λέξη classicus που σημαίνει πολίτης υψηλής κοινωνικής τάξης. Η χρήση της, με τη σημερινή έννοια για τις εικαστικές τέχνες, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά τον 17ο αιώνα.
Όταν αναφερόμαστε στην ώριμη κλασσική περίοδο συνήθως χρησιμοποιούμε τον όρο «χρυσός αιώνας του Περικλή» για να προσδιορίσουμε την ακμή της αθηναϊκής δημοκρατίας κατά τα έτη εκείνα. Συμμετρία, κάλλος, εκλέπτυνση, ήρεμη δύναμη, ισχύς είναι μερικές μόνο λέξεις που έρχονται στο μυαλό μας βλέποντας τα οικοδομήματα του ιερού βράχου των Αθηνών. Το 480 π. Χ. η Αθήνα χρησιμοποιώντας την ηγετική της θέση με χρήματα της Δηλιακής Συμμαχίας ξαναχτίζει το κατεστραμμένο από τους Πέρσες θρησκευτικό της κέντρο. Είναι η αρχή μιας νέας και πολλά υποσχόμενης εποχής που βρίσκει την έκφραση της μέσα από την θαυμάσια αρχιτεκτονική των κλασικών χρόνων.
Κατά τα χρόνια του Μεσαίωνα τόσο στην ορθόδοξη Ανατολή όσο και στην ρωμαιοκαθολική Δύση σημαντικά κτίσματα θρησκευτικής πίστης οικοδομούνται στη θέση παλαιότερων «παγανιστικών» ναών και ιερών. Το φως της νέας πίστης υπερνικά τον ειδωλολατρικό σκοταδισμό με την καταστροφή ή με την μέθοδο της ενσωμάτωσης (ο ίδιος ο Παρθενώνας μετατράπηκε διαδοχικά σε ορθόδοξο, καθολικό και μουσουλμανικό ναό). Εκκλησίες τεράστιας κλίμακας για να χωρέσουν τα πλήθη των νεοκατηχούμενων και των προσκυνητών με ογκώδης τρούλους (στην βυζαντινή αρχιτεκτονική) και κατακόρυφη φλογόμορφη δομή (στην γοτθική αρχιτεκτονική) εκφράζουν απόλυτα το πνεύμα της νέας χριστιανικής θρησκείας που θέλει τον πιστό απειροελάχιστο μόριο στο «σώμα» της εκκλησίας.
Την περίοδο της Αναγέννησης που ολόκληρος ο δυτικός κόσμους επηρεάζεται από την ουμανιστική θεωρία και την ανθρωποκεντρική φιλοσοφία δίνεται έμφαση στα δημόσια διοικητικά κτίρια, όπως είχε γίνει κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πολιτεία, δημιούργημα του ανθρώπου που διοικεί με σύνεση και φιλανθρωπία, κοσμείται με κτίρια που εξυμνούν την αρχαιότητα και κάνουν χρήση παλαιότερων αρχιτεκτονικών στοιχείων (κιονόκρανα, αετώματα, ιωνικός ρυθμός, ροτόντες κλπ) σε μία προσπάθεια αναβίωσης, στην τέχνη τουλάχιστον, των κλασικών δημοκρατικών αντιλήψεων. Η φλωρεντινή Δημοκρατία υπό τη διοίκηση της οικογένειας των Μεδίκων εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο κάθε μορφή τέχνης, και ιδίως την αρχιτεκτονική, γι? αυτό το σκοπό. Η αρχιτεκτονική του μεσαίωνα ευνοούσε περισσότερο κάθετες γραμμές και αυστηρές κατασκευές. Στην Αναγέννηση, η αρχιτεκτονική δίνει έμφαση στις οριζόντιες γραμμές και επιδιώκει την αρμονία στην τελική σύνθεση. Επιπλέον υπάρχει έντονο το στοιχείο της διακόσμησης, με θέματα δανεισμένα από την αρχαιότητα, τα οποία διανθίζουν τις προσόψεις και το εσωτερικό. Τα δημόσια «παλάτσι» που στεγάζουν διοικητικές υπηρεσίες, όπως και διάφορα κοινωφελή ιδρύματα πρόνοιας, δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτε τα πολυτελή μέγαρα των αρχόντων. Ο κάθε ενάρετος πολίτης προσφέρει στο σύνολο με την εργασία, είναι άξιο μέλος της κοινωνίας και χρήζει σεβασμού.
Ο 17ος και 18ος αιώνας (μπαρόκ-ροκοκό) εκφράζεται στην δημόσια αρχιτεκτονική με πολυτέλεια και χλιδή αλλά πάντοτε υπό την βασιλική χορηγία και προστασία (είναι ο αιώνας των μεγάλων απολυταρχιών) εξυπηρετώντας φυσικά την μοναρχική προπαγάνδα.
Αντίθετα τον 19ο αιώνα, που σηματοδοτήθηκε από τις κοινωνικές ανακατατάξεις που έφερε η βιομηχανική επανάσταση, η δημόσια αρχιτεκτονική περνάει στα χέρια της ευκατάστατης ανερχόμενης αστικής τάξης. Η ίδια η έννοια του «εθνικού» θεάτρου, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, γεννήθηκε τότε από τον λαό για τον λαό. Ολόκληρο τον 19ο και τον 20ο αιώνα σε κάθε χώρα η δημόσια αρχιτεκτονική δεν έπαψε ποτέ να επηρεάζεται από την κοινωνία. Από τα νεοκλασικά οικοδομήματα του Όθωνα και τα αυστηρά κιβωτιόσχημα κτίρια της επταετίας που ακόμα και σήμερα βλέπουμε στη χώρα μας μέχρι τα μινιμαλιστικά λειτουργικά σχέδια του νέου μουσείου της Ακρόπολης τα κοινωνικά «στίγματα» της εκάστοτε εποχής μένουν ανεξίτηλα υπενθυμίζοντας μας με εκκωφαντική σιωπή το πέρασμα τους.
Gardner's Art through the Ages, 11th Edition , 2001