Για εμάς και για χιλιάδες ακόμα Αθηναίους συμπολίτες μας, είναι πλέον κάτι παραπάνω από ζήτημα αξιοπρέπειας, η οριστική αντιμετώπιση του ζητήματος της ανεξέλεγκτης διασποράς graffiti απ'άκρου είς άκρον της ιστορικής Πόλης των Αθηνών.
Graffiti στα πεζοδρόμια, graffiti στους συρμούς του ΗΣΑΠ, graffiti στις προσόψεις των σπιτιών, των δημοσίων κτιρίων, τον Πανεπιστημίων, των Δικαστηρίων, των Δημοσίων Οργανισμών. Graffiti στα πεζοδρόμια, στα δέντρα, τους κήπους, τα πάρκα, τα εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα. Graffiti παντού. Στα αγάλματα, τις προτομές, στους αρχαιολογικούς χώρους, σε αρχαίες κολόνες, σε μεταγενέστερες κολόνες, σε εκκλησίες και παλιές επιγραφές, στις παραδοσιακές γειτονιές, στις μοντέρνες γειτονιές, στις πολυκατοικίες, στις μονοκατοικίες, στα σοκάκια και τις λεωφόρους, στα ΚΤΕΛ και στους σταθμούς του ΟΣΕ. Graffiti με το που βγεις από το σπίτι, graffiti με το που γυρίσεις στο σπίτι. Σαν μελωδία σε συντροφεύουν σε όλη σου την καθημερινότητα. Από το πρωί που θα ξυπνήσεις και θα ανοίξεις το παράθυρο σου να μπει καθαρός αέρας, μέχρι λίγο πριν πέσεις για ύπνο, όταν συναντάς δίπλα από την πόρτα του σπιτιού σου, άλλο ένα καινούργιο graffiti πάνω στο παλιό graffiti, που είχε πάρει την θέση ενός παλιότερου graffiti που ξεφύτρωσε σαν μανιτάρι στον τοίχο που αναγκάστηκες να ξαναβάψεις επειδή κάποιος αποφάσισε να το γεμίσει- μαντέψτε τι- με graffiti...
Ερωτήματα πολλά για την κατάντια μας. Τι να πρωτορωτήσει κανείς; Αν αυτό είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο που ενδέχεται να εκλείψει στο μέλλον μαζί με την ελπίδα μας για μια καλύτερη ζωή στην πόλη όχι μόνο της Αθήνας αλλά και άλλων πόλεων ανα την Ελλάδα; Αν είναι πρόβλημα μόνιμο που άπτεται της ιδιοσυγκρασίας μας και της αίσθησης που έχουμε για τον δημόσιο χώρο; Ή αν είναι ζήτημα αστυνόμευσης, εφαρμογής του νόμου, το αν κάνουν σωστά την δουλειά τους οι κρατικές αρχές και ιδίως ο Δήμος που είναι και άμεσα υπεύθυνος για την λειτουργικότητα και την αισθητική αρτιότητα της Αθήνας.
Ένα ερώτημα όμως είναι ίσως και το σημαντικότερο στην όλη υπόθεση. Έχουμε αντιληφθεί άραγε ότι όντως υπάρχει πρόβλημα; Έχουμε αντιληφθεί οτι κτίρια του Μεσοπολέμου, κτίρια του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, κτίρια-σύμβολα όπως η Ακαδημία Αθηνών, η Εθνική Βιβλιοθήκη και η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών έχουν αλλοιωθεί αισθητικά, έχουν γεμίσει με στοιχεία ξένα, βάρβαρα, ντροπιαστικά ως προς την φυσιογνωμία και την εξωτερική τους διακόσμηση; Κτίρια που βγήκαν αλώβητα απο πολέμους και Δεκεμβριανά, απο σεισμούς και εξεγέρσεις, έχουμε σκεφθεί αν αξίζουν τέτοια αισθητική κατάπτωση όπως αυτήν που αντιμετωπίζουν σήμερα;
Έχουμε άραγε αντιληφθεί ότι γειτονιές ολόκληρες όπως αυτή της Πλάκας, των Πετραλώνων και του Θησείου μαστίζονται κυριολεκτικά απο την ανεξέλεγκτη αισθητική ρύπανση των πάντων, παραδίδονται στις ορέξεις αυτών που όπλο τους είναι η ασχήμια και το μίσος για κάθε τι καλοσυντηρημένο, για κάθε τι που κρατά την αρχοντιά, την ακεραιότητα και την ομορφιά του; Έχουμε σκεφθεί πως νιώθει και τι σκέφτεται για την χώρα μας ένας ξένος επισκέπτης που ήλθε απο την άλλη άκρη της Γης για να τραβήξει μια φωτογραφία της Αθήνας και εμείς αυτό που το δίνουμε στο πιάτο είναι μια εικόνα εξευτελισμού του πολιτισμού και της ιστορίας μας;
Ακόμα και οι αρχαιολογικοί χώροι δεν κατάφεραν να προστατευθούν. Περνάς με τον ηλεκτρικό (όπου και αυτός στο σύνολο των βαγονιών του είναι γεμάτος graffiti) μέσα απο τον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Αγοράς και αντικρίζεις στο αρχαίο μάρμαρο, το ίδιο αρχαίο μάρμαρο που έχει επιζήσει απο κακοδαιμονίες και καταστροφές, να βρίσκεται παραδομένο στο ίδιο ακριβώς αποτρόπαιο αισθητικό έγκλημα. Μπογιές, σπρέι, σε ακανόνιστα σχήματα με «πιασάρικα» συνθήματα άλλοτε ρατσιστικού, άλλοτε αναρχικού και άλλοτε εντελώς ηλίθιου περιεχομένου.
Προσπαθήστε να δοκιμάσετε το εξής: περπατήστε σε οποιαδήποτε γειτονιά της πόλης, είτε αυτή περιβάλλεται απο διατηρητέα κτίρια είτε όχι, είτε κρατάει ακόμα την παλιά αρχοντιά μιας αστικής Αθηναϊκής γειτονιάς, είτε πρόκειται για μια γειτονιά γεμάτη με πολυκατοικίες του 60' στην Κυψέλη, τα Εξάρχεια ή το Παγκράτι. Μετα βίας θα μπορέσετε να διακρίνετε έστω και έναν μικρό παράδρομο εντελώς απαλλαγμένο απο την αισθητική λαίλαπα των graffiti. Δεν έχει απομείνει σπιθαμή καθαρότητας στο αστικό μας τοπίο, που να μπορείς να την δεις και να νιώσεις την αγαλλίαση, την χαρά, την πληρότητα, όπως νιώθεις όταν περπατάς σε πεζοδρόμια άλλων πρωτευουσών του κόσμου που δεν έχουν κατ΄ανάγκη την ίδια ιστορία και το ίδιο βάρος μιας πόλης χιλιετιών όπως αυτή των Αθηνών.
Θα πει κανείς «τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Εδώ ο κόσμος χάνεται με graffiti θα ασχολούμαστε; Άσε που ο κόσμος εκτονώνεται όταν τα ζωγραφίζει!». Η απάντηση σε αυτα τα λόγια είναι όλα τα παραπάνω. Και αν κάποιος θέλει να βρει λύσεις στην αντιμετώπιση του προβλήματος τότε μπορεί να το κάνει. Περισσότερη αστυνόμευση (η Δημοτική Αστυνομία άραγε τι κάνει;), αυστηροποίηση και εφαρμογή του νόμου, ευαισθητοποίηση πολιτών, κίνητρα αποκατάστασης προσόψεων, φύλαξη αρχαιολογικών χώρων κλπ κλπ. Πράγματα δηλαδή αυτονόητα για ένα κράτος που θέλει να νομίζει οτι θα συνεχίσει να λειτουργεί και στο εγγύς μέλλον. Οι λύσεις είναι εκεί και περιμένουν για να υιοθετηθούν και να εφαρμοστούν σωστά, όπως συμβαίνει σε όλες τις σοβαρές κοινωνίες που σέβονται την καθημερινότητα και την ιστορία τους. Αρκεί βέβαια να αναγνωρίσουμε οτι υπάρχει πρόβλημα.
Σκοπός του άρθρου είναι να προκαλέσει το κοινό αίσθημα και κυρίως τις αρμόδιες αυτοδιοικητικές αρχές να σκεφτούν εν πρώτοις αν βλέπουν, αν νιώθουν και αν εξοργίζονται με το πρόβλημα. Γιατί το κλειδί στην όλη ιστορία βρίσκεται ακριβώς σε αυτό το σημείο. Αν εξοργιζόμαστε με αυτά που βλέπουμε, με την εικόνα πολιορκημένης πολιτείας, με την εικόνα απορυθμισμένης κοινότητας βαρβάρων, που δεν τους νοιάζει ούτε ο καθαρός τοίχος, ούτε ο σεβασμός στην ιστορία ενός κτιρίου, ούτε η ανάγκη να παραδώσουν κάτι ανέγγιχτο απο την φθορά του χρόνου και του ανθρώπου στις επόμενες γενιές. Γιατί αν δεν μπορέσουμε ως άνθρωποι, ως πολίτες, ως κοινωνία των πολιτών να διακρίνουμε οτι υπάρχει πρόβλημα τότε δεν πρόκειται να λυθεί ποτέ. Το ότι δεν υπάρχει άλλωστε μέχρι σήμερα μια ισχυρή θέληση εκ μέρους των πολιτών για λύση του ζητήματος, όπως αυτή εκφράζεται μέσα απο μη κυβερνητικές οργανώσεις, τοπικές δράσεις και διαδικτυακές ομάδες ευαισθητοποίησης όσων θέλουν να λυθεί το πρόβλημα, δείχνει ότι κάτι δεν γίνεται σωστά. Δείχνει ότι η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μας αφήνει στα πολύ χαμηλά το ζήτημα των graffiti και ας βρίσκονται παντού στην καθημερινότητα μας.
Μπορεί ενδεχομένως η οικονομική κρίση να μας έκανε να περπατούμε σκυφτοί μη έχοντας την δυνατότητα να ερχόμαστε τετ-α-τετ με τα εξαμβλώματα μιας υποτιθέμενης τέχνης (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων φυσικά που αποτελούν πραγματικά έργα τέχνης και φροντίζουν με την παρουσία τους να μετριάζουν την ασχήμια της πόλης). Όταν όμως αρχίσουμε και υψώσουμε ξανά κεφάλι και δούμε με περισσότερη ελπίδα και αισιοδοξία το μέλλον, τότε θα βρισκόμαστε ενώπιον μια σύγχρονης αισθητικής καταστροφής που όμοια της δεν ξανάζησε ποτέ η ιστορική Πόλη των Αθηνών. Είναι καιρός να σκεφθούμε ότι ναι όντως υπάρχει πρόβλημα, και μόλις το παραδεχτούμε να πιέσουμε αυτούς που μας διοικούν να πράξουν αυτό που οφείλουν, για την ψυχική υγεία μας πρώτα απ'όλα, αλλά και για τον σεβασμό προς την Πόλη εκείνη των ασύγκριτων κατακτήσεων και του αξεπέραστου συμβολισμού. Μέχρι στιγμής πράττουμε το ακριβώς αντίθετο. Προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα. Και όσο προσποιούμαστε τόσο το πρόβλημα θα μεγαλώνει. Όπου στο τέλος θα πάθουμε ανοσία απο την αισθητική βαρβαρότητα σε σημείο που να μην μπορούμε να διακρίνουμε το ωραίο απο το άσχημο, την ευταξία απο την αταξία, την αισθητική αρτιότητα απο την αισθητική βαρβαρότητα και την αρμονία του αστικού περιβάλλοντος απο την δυσαρμονία, την παρανομία και τον εξευτελισμό του ιστορικού συμβολισμού της πόλης μας. Έχουμε μάθει να το βιώνουμε ως κανονική συνθήκη αστικού περιβάλλοντος. Ο χρόνος της ολοκληρωτικής παρακμής κυλάει αντίστροφα. Και εμείς καλούμαστε να τον σταματήσουμε. Αρκεί να πιστέψουμε οτι μπορούμε να αναστρέψουμε την μιζέρια της καθημερινότητας, να αποκτήσουμε όραμα για κάτι καλύτερο και να αφήσουμε πίσω μας την μίζερη λογική της στασιμότητας που μας έφερε στο σημερινό τραγικό αποτέλεσμα για την πόλη μας.
* To παρόν άρθρο συνυπογράφεται απο τους Όμηρο Δ. Τσάπαλο, Πολιτικό Επιστήμονα και Νικόλαο Χατζηανδρέου, Διαχειριστή Αρχαιολογικών Χώρων και δημιουργού του AcropolisofAthens.gr