Τετάρτη, 16 Νοεμβρίου 2011 09:03

Καιρός για το Νέο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών

Γράφτηκε από τον 

Η ιδέα είναι απλή. Γιατί να μην σχεδιαστεί ένα νέο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών με προδιαγραφές και εμβέλεια εφάμιλλη αυτής του νέου Μουσείου της Ακρόπολης; Γιατί να μην επενδύσουμε ως Πολιτεία και ως Δήμος Αθηναίων σε κάτι που αποδεδειγμένα μπορεί να αποφέρει τεράστια έσοδα και προβολή, με μαζικές εισροές τουριστών και με παράλληλη αναβάθμιση του πολιτιστικού μας προϊόντος; Η πρόταση αυτή έρχεται σε μια εποχή που είναι πλέον φανερό ότι το ήδη υπάρχον Μουσείο της Πόλης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες της Αθήνας, στα σύγχρονα δεδομένα της Μουσειολογίας αλλά και στον αναβαθμισμένο πλέον πήχη ποιότητας και μεγαλείου που έφερε μαζί του το νέο Μουσείο της Ακρόπολης.

Έρχεται επίσης σε μια εποχή που η Αθήνα ψάχνει για ένα νέο σημείο αναφοράς. Ψάχνει μια νέα πολιτιστική ανέλιξη που θα την βοηθήσει να βγει από την αποσυνθετική εσωστρέφεια και τον μεταπρατικό χαρακτήρα στον οποίο έχει σήμερα περιέλθει, ως πόλη των διερχομένων μέσω αυτής και όχι των ερχομένων και εγκατεστημένων σε αυτήν.

Η ανάγκη δημιουργίας ενός σύγχρονου και διεθνούς εμβέλειας Μουσείου για την Αθήνα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για δυο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι αισθητικός και παράλληλα συμβολικός ενώ ο δεύτερος είναι καθαρά εμπορικός. Ο πρώτος λόγος είναι ότι η εικόνα του ήδη υπάρχοντος Μουσείου της Πόλης είναι επιεικώς αποκαρδιωτική. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του διοικητικού συμβουλίου και των υπαλλήλων του, το Μουσείο Βούρου-Ευταξία (έτσι ονομάστηκε το Μουσείο της Πόλεως προς τιμήν των πρωτεργατών της δημιουργίας και οικονομικής του ενίσχυσης, Λάμπρου Ευταξία και Αλέξανδρου Βούρου) στεγάζεται σε δυο από τα παλαιότερα αρχοντικά της Αθήνας, στην πλατεία Κλαυθμώνος, με εξοπλισμό και εγκαταστάσεις τέτοιες που με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην βαρύτητα ενός τόσο σπουδαίου Μουσείου για μια τόσο ιστορική πόλη όπως η Αθήνα. Ένα Μουσείο χωρίς ίχνος επικοινωνιακής ταυτότητας και προβολής και χωρίς την επαρκή χρηματοδότηση που χρειάζεται για να αναδείξει την σημασία του. Πράγμα που προφανώς αποτυπώνεται στο πολύ μικρό αριθμό των εισιτηρίων. Ένα Μουσείο που αυτοπεριορίζεται σε μια πολύ μικρή έκθεση ιστορικών στιγμών της Αθήνας, δίνοντας βάρος κυρίως στην μετεπαναστατική ιστορία της Πόλης, διαπνεόμενη από μια ισχυρή δόση ρομαντισμού και νοσταλγίας του «τι είχαμε τι χάσαμε». Πρόκειται για ένα Μουσείο που λίγοι Αθηναίοι το γνωρίζουν και ακόμα πιο λίγοι το αναγνωρίζουν καθώς περνούν από μπροστά του για να πάνε στις δουλειές τους. Διέπεται από μια εσωστρεφή πολιτική προσέλκυσης επισκεπτών και μια δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία επαρχιακού μουσείου λαϊκής τέχνης. Μια επίσκεψη στην επίσημη ιστοσελίδα του Μουσείου αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

images 2Το Μουσείο της Ακρόπολης αναβάθμισε όλη την γύρω περιοχή, δημιουργώντας ένα ακόμη σημείο αναφοράς για τους ΑθηναίουςΠρόκειται για ένα Μουσείο που ουσιαστικά καπηλεύεται την ονομασία «Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών», αφού σε καμία περίπτωση δεν καλύπτει ούτε στο ελάχιστο την έκταση της ιστορίας της Αθήνας και των κατοίκων της από την κλασική εποχή και μετά. Αντιθέτως, η πλειοψηφία των εκθεμάτων περιορίζονται σε κάποιες μόνο στιγμές της Αθηναϊκής Αριστοκρατίας, χωρίς να υπάρχει ούτε ένα έκθεμα που να καταδεικνύει την ιστορία της Πόλης από την εποχή της γέννησης της Δημοκρατίας και μετά, τόσο σε επίπεδο ιδεών, όσο και σε επίπεδο καθημερινότητας των πολιτών αλλά και των συλλογικών τους επιτευγμάτων.

Η κοινή λογική θα έλεγε ότι από την στιγμή που είναι το μοναδικό Μουσείο αφιερωμένο αποκλειστικά στην Πόλη των Αθηνών θα έπρεπε στα εκθέματα του να εντοπίζονται όλες οι ιστορικές στιγμές αυτής τις Πόλης. Αρχαιολογικά ευρήματα μεγάλης σημασίας για την Πόλη, βυζαντινές εικόνες, δείγματα λαϊκής τέχνης, αναπαραστάσεις τις παραδόσεις και τις εορτές των Αθηναίων θα έπρεπε να βρίσκονται στο επίκεντρο των εκθεμάτων και να μην περιοριζόμαστε μόνο σε πορσελάνινα σερβίτσια και πορτραίτα παλαιών αρχόντων όπως συμβαίνει σήμερα. Θα έπρεπε να υπήρχαν διαδραστικές αποτυπώσεις θεωριών που αναπτύχθηκαν στην Αθήνα, φιλοσοφικών ρευμάτων, προβολής της σημασίας βασικών στοιχείων της καθημερινότητας των Αθηναίων πολιτών, χρονολόγιο των σημαντικότερων ιστορικών στιγμών αλλά και των χειρότερων ημερών που πέρασε αυτή η Πόλη.

Ποια είναι η αποδοχή του Χριστιανισμού στην Αθήνα τον καιρό του Απόστολου Παύλου; Πως αντιμετώπισαν οι Αθηναίοι κάτοικοι τον απελευθερωτικό Αγώνα των Ελλήνων; Ποια η αντιμετώπιση των αρχαίων μνημείων διαχρονικά; Πως οι Αθηναίοι αντιμετωπίζουν την Πόλη τους σήμερα; Ποια η κατάσταση που επικρατούσε στους δρόμους της Αθήνας τον βαρύ χειμώνα του '41; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που είναι απαραίτητο ένα σύγχρονο μουσείο αφιερωμένο σε μια τόσο ιστορική πρωτεύουσα να μπορεί όχι μόνο να τα προβάλλει αλλά και να τα απαντήσει μέσα από μια διαλεκτική σχέση με τον επισκέπτη. Και κυρίως να τα προβάλλει μέσα από διαδραστικές αφηγήσεις, πρωτοτυπία στα εκθέματα και συμπερίληψη όλων των ιστορικών φάσεων της Πόλης προκειμένου όλα αυτά να συνδεθούν με το σήμερα. Δυστυχώς το Μουσείο παραμένει σε μια βαλκανικού τύπου νοοτροπία που το κρατά δέσμιο σε αναχρονιστικές αντιλήψεις Μουσειολογίας γύρω από τον τρόπο ανάδειξης της ιστορίας μιας Πόλης. Και για αυτούς τους λόγους καθίσταται άμεση και επιτακτική η ανάγκη για αντικατάσταση του. Χωρίς δισταγμό ή αίσθηση συντηρητισμού. Τα υπάρχοντα ιστορικά κτίρια θα μπορούσαν άνετα να στεγάσουν ένα Μουσείο που θα αναφερόταν στην καθημερινότητα του Όθωνα και της Αμαλίας κατά τη πρώτη περίοδο της ελληνικής ανεξαρτησίας. Όχι όμως στην τρισχιλιετή ιστορία της Αθήνας.

image 3Το Μουσείο της Ακρόπολης ανέβασε τον πήχη της ποιότητας και μαζι και τις απαιτήσεις μας.

Ο δεύτερος λόγος που δικαιολογεί την ανάγκη δημιουργίας αυτού του Μουσείου είναι τα οικονομικά, τουριστικά ή επικοινωνιακά οφέλη που αυτό θα προσέφερε απλόχερα στην Αθήνα. Μέσα σε όλα τα θετικά που το νέο Μουσείο της Ακρόπολης έφερε μαζί του, υπάρχει και ένα θετικό που κτύπησε στην καρδιά της την νοοτροπία που μας διέπνεε ως χώρα γύρω από ζητήματα ανάδειξης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Πρόκειται για την νοοτροπία που αντικρίζει κανείς σε όλα τα περιφερειακά Μουσεία της Ελλάδας αλλά και στα μεγαλύτερα όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Είναι η νοοτροπία της μετριότητας, του παρωπιδισμού και της λογικής που λέει ότι "οι τουρίστες έρχονται να δούνε τα αρχαία και όχι το μουσείο". Είναι αλήθεια ότι το νέο αυτό Μουσείο άλλαξε τα δεδομένα της Μουσειολογίας στην χώρα μας και μας έκανε ως επισκέπτες πιο απαιτητικούς για το συνολικό αποτέλεσμα. Μας έκανε όλους ακόμη πιο αυστηρούς κριτές του πώς πρέπει να προβάλλουμε τον εαυτό μας και την ιστορία μας προς τα έξω. Αφού έχουμε την μοναδικότητα της πρωτογενούς ύλης που είναι τα εκθέματα, είναι κρίμα να μην συνοδεύεται και από ένα ανάλογα εντυπωσιακό περιτύλιγμα.

images4Η πεζοδρομημένη οδός Ερμού θα μπορούσε να αποτελέσει τμήμα της μεγάλης οδού Πολιτισμού.Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες και ξένοι επισκέφτηκαν τον νέο Μουσείο της Ακρόπολης μέσα στο 2011 για να θαυμάσουν όχι μόνο τα περίτεχνα εκθέματα αλλά και τον τρόπο που αυτά αναδεικνύονται. Όλοι οι ξένοι τουρίστες έχουν προϊδεαστεί για το μεγαλείο του νέου Μουσείου της Ακρόπολης, για το αρχιτεκτονικό επίτευγμα και την αρμονία του με τα ιστορικά εκθέματα που στεγάζει. Σε όλους τους ταξιδιωτικούς οδηγούς πλέον η περιοχή πέριξ του Μουσείου διαφημίζεται ως μια από τις ωραιότερες της Αθήνας, που μπορεί κάποιος να σταθεί και να απολαύσει τον καφέ του βλέποντας τον Παρθενώνα και τα άλλα αρχαία μνημεία. Γύρω από το Μουσείο, νέα κομψά καφέ και εστιατόρια πήραν την θέση των εγκαταλελειμμένων μέχρι πρότινος μονοκατοικιών, προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο, έστω και άθελα τους, την ουσιαστική αναβάθμιση όλης της περιοχής.

Αν χρησιμοποιούσαμε πάλι την κοινή λογική, ο Δήμος Αθηναίων ή το ίδιο το Υπουργείο Πολιτισμού, βλέποντας την τεράστια επιτυχία της επιχείρησης 'Μουσείο Ακρόπολης', θα είχαν δρομολογήσει ήδη κάτι ανάλογο για την δημιουργία του νέου Μουσείου της Πόλης. Θα είχαν προκηρύξει για παράδειγμα διεθνή διαγωνισμό, ενδεχομένως θα είχαν οργανώσει μια παγκόσμια καμπάνια έτσι ώστε όλοι οι Έλληνες αλλά και οι ξένοι να μπορούν συνδράμουν σε αυτήν την προσπάθεια, θα οριοθετούσαν την περιοχή που θα κτιζόταν το νέο Μουσείο και θα δέσμευαν ποσά από κοινοτικά πλαίσια στήριξης για τις απαραίτητες απαλλοτριώσεις. Θα έρχονταν σε επαφή με μεγάλους χορηγούς που έμπρακτα έχουν αποδείξει ότι δεν κάνουν πίσω όταν πρόκειται για φιλόδοξα σχέδια πολιτισμού (το πάρκο πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος στο Φάληρο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα) και θα συγκέντρωναν εν τέλει τα 130 με 150 εκατομμύρια ευρώ που χρειάζονται για να δημιουργηθεί ένα νέο Μουσείο στα πρότυπα του Μουσείου της Ακρόπολης. Θα του έδιναν ακριβώς το ίδιο νομικό καθεστώς, την ίδια διοικητική οργάνωση, το ίδιο θεσμικό πλαίσιο και την ίδια μουσειολογική φιλοσοφία. Άλλωστε, κάτι που δουλεύει σωστά δεν το αλλάζεις. Με αυτόν τον τρόπο, μέσα σε τρία το πολύ χρόνια, θα είχαμε σε μια μέχρι πρότινος ξεχασμένη περιοχή της Αθήνας, όπως ο Κεραμεικός ή το Μεταξουργείο, ένα νέο, διεθνούς εμβέλειας Μουσείο της Πόλης των Αθηνών, στον οποίο θα κατέληγε μια νοητή πολιτιστική διαδρομή που θα ξεκινούσε από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, θα διέσχιζε την Αποστόλου Παύλου, την Διονυσίου Αρεοπαγίτου και την Ερμού και θα κατέληγε λίγο έξω από το αρχαίο Νεκροταφείο του Κεραμεικού. Και όλα αυτά με 150 (το πολύ) εκατομμύρια ευρώ (τόσο στοίχισε άλλωστε και το Μουσείο της Ακρόπολης μαζί με τις ανασκαφές), τα οποία θα μπορούσαν να βρεθούν από τις πηγές που προανέφερα (μια ακόμα θα μπορούσε να ήταν με την επιβολή ειδικού τέλους για τρία χρόνια σε όλους τους Αθηναίους πολίτες μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, αλλά κάτι τέτοιο στις μέρες μας φαντάζει αν όχι προκλητικό τουλάχιστον καθόλου πρωτότυπο). Με αυτόν τον τρόπο θα επιτυγχάνονταν τρεις στόχοι.
Πρώτον, η δημιουργία ενός σύγχρονου Μουσείου, απαραίτητου για την Αθήνα, που θα δημιουργούσε έναν νέο πόλο πολιτισμού και θα αξιοποιούσε ξεχασμένα στις αποθήκες εκθέματα άλλων Μουσείων. Έτσι, οι τουρίστες αλλά και εμείς οι ίδιοι δεν θα χρειάζεται να επισκεφθούμε 15 διαφορετικά Μουσεία για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα της Ιστορίας και του Πολιτισμού που αναπτύχθηκε στην Αθήνα από την εποχή του Σόλωνα και του Περικλή μέχρι σήμερα. Δεύτερον, την πραγματική αναβάθμιση μιας ολόκληρης οικιστικής περιοχής καθώς νέες επιχειρήσεις θα ανοίξουν, πεζοδρομήσεις θα γίνουν όπως και περισσότερη καθαριότητα θα υπάρξει αλλά και ρυθμίσεις στην κυκλοφορία και τον εφοδιασμό των καταστημάτων θα είναι δυνατό να γίνουν. Τρίτον, θα προσελκύσει χιλιάδες ξένους επισκέπτες που ενώ περιμένουν να δουν ένα λαμπρό μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, στα πρότυπα των αντίστοιχων Μουσείων σε Λονδίνο, Παρίσι και Βερολίνο, εντούτοις αντικρίζουν σε όλο της το μεγαλείο την ελληνική μετριότητα, μιζέρια και προχειρότητα.

images5Εικόνες σαν και αυτές στο Μεταξουργείο θα μπορούσαν να φύγουν και την θέση τους να πάρουν νέα καφέ και χώροι πολιτισμού. Όσα σας προανέφερα αποτελούν ένα απλό παράδειγμα του πως μπορεί ένα ήδη υπάρχον Μουσείο, όπως αυτό της Ακρόπολης, να αξιοποιηθεί ως παράδειγμα προς μίμηση και για άλλες μουσειολογικές παρεμβάσεις. Είναι απαραίτητο να καταλάβουμε ότι η μοναδική κληρονομιά που έχουμε παραλάβει, αυτή του ελληνικού brand name που ποτέ δεν μας πρόδωσε, και στην συγκεκριμένη περίπτωση της πόλης των Αθηνών, δεν μπορούμε να το εκμεταλλευόμαστε επ'αόριστον με όρους καιροσκοπικούς και δη κερδοσκοπικούς. Είναι καιρός να διαχειριστούμε το περιτύλιγμα με τον ίδιο τρόπο που θα πρέπει να διαχειριστούμε και το περιεχόμενο. Με σεβασμό, σοβαρότητα και αίσθηση ότι αυτό που θεωρούμε το εθνικό μας μεγαλείο θα πρέπει και να το παρουσιάζουμε και με τον ανάλογο τρόπο.


Όμηρος Δ. Τσάπαλος

Είμαι απόφοιτος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέχισα τους σπουδές μου σε μεταπτυχιακό επίπεδο στο γνωστικό αντικείμενο της Πολιτικής Επικοινωνίας και των Cultural Industries στο London School of Economics με υποτροφία του Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης και της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Επόμενο βήμα μου η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής στο ζήτημα της άσκησης εξωτερικής πολιτικής για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα. Ασχολούμαι συστηματικά είτε μέσω αρθρογραφίας, είτε μέσω επιστημονικών εργασιών με ζητήματα πολιτιστικής διπλωματίας και διαχείρισης πολιτιστικών πόρων. Κάτοχος Αριστείου Πολιτικών Επιστημών.