Με ένα εκτενέστατο ρεπορτάζ για την κατάσταση των ελληνικών Μουσείων και αρχαιολογικών χώρων οι Times της Νέας Υόρκης θίγουν αυτό που πολλοί στην εγχώρια βιομηχανία των media αποφεύγουν γιατί πολύ απλά δεν «πουλάει». Μιλούν για την καθημερινή αποσάθρωση του δικτύου προστασίας και ανάδειξης της πολιτιστικής μας κληρονομίας. Μιλούν για την φύλαξη των Μουσείων, τις μαζικές απολύσεις συμβασιούχων αρχαιολόγων και φυλάκων, μιλούν για την αδυναμία ικανοποίησης έστω και των στοιχειωδών λειτουργικών αναγκών των εργοταξίων για ανασκαφές ανά την Ελλάδα. (Πάνω κεντρική φωτογραφία: Αρχαιολογικοί χώροι όπως αυτός στην Αρχαία Μεσσήνη κινδυνεύουν να στερηθούν την αναγκαία χρηματοδοτική υποστήριξη απο το κράτος για την συνέχιση των αρχαιολογικών ανασκαφών).
Η λιτότητα και οι περικοπές χτύπησαν τις ήδη εξαιρετικά εύθραυστες αρχαιότητες δίνοντας το τελειωτικό χτύπημα σε όσους διαχρονικά αντιμετώπιζαν την αδιαφορία της Ελληνικής Πολιτείας. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, τους τελευταίους έξι μήνες, δεκάδες από τους πλέον έμπειρους αρχαιολόγους αποχώρησαν από την ενεργό δράση με το μέτρο της «εφεδρείας». Αυτό αφαίρεσε από το ανθρώπινο δυναμικό του Υπουργείου Πολιτισμού πολύτιμο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό που μέχρι πρότινος ήταν επιφορτισμένο με τις ανασκαφές σε δεκάδες τοποθεσίες σε όλη την Ελλάδα. Πλέον, από τους 1.100 εργαζόμενους σε αυτές, μόνο 900 υπάρχουν σήμερα, οι οποίοι και καλούνται να εργαστούν κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες οικονομικές συνθήκες και να φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα σε επίπεδο ανασκαφών προκειμένου να συνεχιστεί απρόσκοπτα όποια χρηματοδότηση τους από το Υπουργείο.
Όπως καλά γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες, η Ελλάδα εκτός από ένα απέραντο... φρενοκομείο είναι και ένας απέραντος αρχαιολογικός χώρος που χρίζει άμεσης προστασίας, εξερεύνησης και συστηματικής ανασκαφής. Δεκάδες ανασκαφές έχουν μείνει στάσιμες γιατί πολύ απλά κανείς στο Υπουργείο Πολιτισμού τις τελευταίες δεκαετίες δεν θέλησε να δημιουργήσει μια σταθερή, ισχυρή βάση χρηματοδότησης των ανασκαφών που δεν θα επηρεάζεται από το ταμείο του Υπουργείου Πολιτισμού αλλά θα αξιοποιεί πολλαπλές πηγές χρηματοδότησης και έμπρακτης συμβολής: από τις ξένες αρχαιολογικές εταιρίες και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα μέχρι τις χορηγίες, τις δωρεές και τα κοινοτικά κονδύλια. Το αποτέλεσμα είναι η Πολιτεία να απολύει το προσωπικό της και παράλληλα να μην προωθεί μια ουσιαστική αντιπρόταση προκειμένου να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι ανασκαφές, που είναι και το ζητούμενο.
Είναι καλό να θυμηθούμε ότι στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του νέου ελληνικού κράτους, οι μεγαλύτερες και σημαντικότερες ανασκαφές έγιναν όχι από το κράτος (γιατί πολύ απλά δεν υπήρχαν χρήματα ούτε για ύδρευση) αλλά από τις ξένες αρχαιολογικές εταιρίες. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Η λιτότητα και η έλλειψη κονδυλίων φαίνεται ότι έχει στερέψει το κράτος και από πρακτικές λύσεις. Ένα παράδειγμα είναι χρήσιμο. Στην Μεσσηνία τα τελευταία χρόνια έχουν έλθει στο φως τεράστιοι αρχαιολογικοί θησαυροί που δίνουν βάσιμες ελπίδες στους αρχαιολόγους ότι για πολλά χρόνια ακόμη θα ερχόμαστε αντιμέτωποι με εντυπωσιακές αρχαιολογικές εκπλήξεις. Δυστυχώς όμως, όπως αναφέρει και το δημοσίευμα των Times, η πρόσφατη ανακάλυψη ενός πολύ σημαντικού αρχαίου Ναού, έμεινε στην μέση. «Και δεν πρόκειται απλά για έναν ακόμα Ναό», όπως αναφέρει συνταξιούχος πλέον αρχαιολόγος που εργαζόταν επί χρόνια στην περιοχή...
Υπάρχει όμως και αντιπρόταση. Η αντιπρόταση είναι η εξής: Στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσηνίας δραστηριοποιούνται μερικές από τις μεγαλύτερες τουριστικές επιχειρήσεις της Ελλάδας αλλά και όλης της Μεσογείου. Υπάρχουν επιχειρήσεις με πεντάστερα ξενοδοχεία και υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις. Επιχειρήσεις που έχουν δείξει έμπρακτα την κοινωνική τους υπευθυνότητα και έχουν συμβάλλει στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των τοπικών κοινωνιών. Από την πρώτη στιγμή που το Υπουργείο Πολιτισμού συνειδητοποίησε ότι τα χρήματα δεν επαρκούν για την συνέχιση των ανασκαφών, θα έπρεπε ο Υπουργός Πολιτισμού να απευθυνόταν σε αυτούς τους επιχειρηματίες και να τους προέτρεπε να αναλάβουν το κόστος της συνέχισης των ανασκαφών. Ως ελάχιστο αντάλλαγμα εκ μέρους της Πολιτείας θα μπορούσε να ήταν η ελεύθερη είσοδος των τουριστών που διαμένουν στα ξενοδοχεία τους σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους του νομού ή η δυνατότητα έκπτωσης για την αγορά προϊόντων από τα πωλητήρια των Μουσείων. Αυτομάτως και η Πολιτεία θα ωφελούνταν μέσω της εταιρικής υπευθυνότητας των επιχειρήσεων και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες θα είχαν ένα ακόμη όπλο στην φαρέτρα τους για την προσέλκυση περισσότερων τουριστών.
Η σημερινή κατάσταση όμως παραμένει καθαρά διαχειριστική. Και δεν αφορά μόνο την Μεσσηνία αλλά όλη την Ελλάδα. Οι αρχαιολόγοι περιορίζονται στο να επιθεωρούν αρχαιολογικούς χώρους, όπου γίνονται έρευνες. Απουσιάζει όμως η συστηματική έρευνα, οι επιστημονικές δημοσιεύσεις, τα συμπόσια και τα διεθνή συνέδρια. Ένας Αμερικανός αρχαιολόγος με χρόνια εμπειρία στις ανασκαφές στην Ελλάδα, είπε χαρακτηριστικά στους Times: «Κανείς δεν μπορεί να προχωρήσει την ανασκαφή όσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι, αλλά όμως αν δεν δημοσιεύουν αυτά που ερευνούν και βρίσκουν, θα μπορούσαν καλύτερα να τα ξαναθάβουν.» Για άλλη μια φορά πιστοποιείται ότι η λανθασμένη ιεράρχηση προτεραιοτήτων, η έλλειψη τουριστικής ανάπτυξης και πολιτιστικής διαχείρισης καθώς και η απουσία οράματος που θα βασίζεται στο Πολιτιστικό μας πλεόνασμα και την μοναδικότητα του ελληνικού περιβάλλοντος είναι τα βαρίδια που μας καθηλώνουν σε μια στάσιμη κατάσταση φθοράς και συντήρησης. Ως πότε όμως; Ως πότε θα στερούμε από την χώρα μας πρακτικές λύσεις που θα μπορούσαν να αναδείξουν και να προστατεύσουν την πολιτιστική μας κληρονομία; Μήπως τελικά ο Αμερικανός είχε δίκιο;