Ανέκδοτες μέχρι τώρα, οι επιστολές αυτές του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας γίνονται στις μέρες μας εξαιρετικά επίκαιρες, αφού αποκαλύπτουν τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να βάλει κάποια τάξη στις υποθέσεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Υπόθεση πολύ δυσκολότερη απο αυτή που καλούμαστε να διαχειριστούμε σήμερα (και όμως είναι αλήθεια- υπήρχαν και χειρότερα).
Σε αρκετά σημεία των επιστολών, ο Ιωάννης Καποδίστριας κρίνεται κάτι παραπάνω απο επίκαιρος. Τα προβλήματα του τότε είναι κατα μια περίεργη σύμπτωση και προβλήματα του σήμερα. Προβλήματα δομικά, που έχουν να κάνουν με το πώς βλέπουμε το κράτος, την Διοίκηση, την ιδιωτική σφαίρα, την σχέση πολίτη-εξουσίας, αυτά που συγκροτούν την νοοτροπία του νεοέλληνα. Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει για τους ισχυρούς Έλληνες της εποχής:
«...Θα με λυπούσε πολύ αν ο εγωισμός και η φιλοχρηματία των οικονομικά ισχυρών, των ανθρώπων με υπόληψη και των γαιοκτημόνων με ανάγκαζε να καταφύγω στη βία. Όμως, αν πρέπει να το κάνω δεν θα διστάσω, γιατί μου είναι αδύνατον να σταματήσω ή να κάνω πίσω...» (29 Φεβρουαρίου 1828).
Υπήρξε ίσως ο μόνος διαχειριστής κρατικής εξουσίας στα πλαίσια του νέου ελληνικού κράτους που με αποφασιστικότητα και τόλμη συγκρούστηκε με συντεχνιακά συμφέροντα και παλαιοπολιτικές πρακτικές σκοπιμοτήτων και τοπικισμών χωρίς να υπολογίσει το πολιτικό και το προσωπικό του κόστος. Θέλησε να κτυπήσει την κακοδαιμονία της διακυβέρνησης του τόπου στην ίδια την καρδία της- δηλαδή στην νοοτροπία του νεοέλληνα μεγαλογαιοκτήμονα, το έλληνα σύν-τεχνου που με καθαρά τοπικιστικά και ιδιοτελή κριτίρια αντιμετώπιζε το κράτος και τους υπόλοιπους συμπολίτες του. Και μόλις άρχιζε να τα καταφέρνει, άρχισε και η αντίστροφη μέτρηση για την ζωή του.
Υπήρξε άνθρωπος ρεαλιστής, που δεν έχανε την επαφή του με τις άμεσες ανάγκες τών πολιτών ψάχνοντας πρόσφορους τρόπους για να κλείσει τρύπες και να ορθώσει νέον κράτος. Σε μια επιστολή του απαντάει στη διαβεβαίωση του Κοντόσταυλου ότι ο προϋπολογισμός του κράτους είναι ισοσκελισμένος: «...Δεν συμμερίζομαι τη γνώμη σας σχετικά με τους εθνικούς πόρους και την ισορροπία που βρίσκετε ανάμεσα στα έξοδα και τα έσοδα. Αν συνυπολογίσετε τη φοβερή δυστυχία του λαού και την αφορία που θα μπορούσε να πλήξει επί μακρόν το έδαφος της Ελλάδας, ελλείψει πιστώσεων και κεφαλαίων, θα βλέπατε ότι τα μέσα που διαθέτουμε είναι τελείως δυσανάλογα προς τις ανάγκες μας, πράγμα που με ανησυχεί, διότι μπορώ και συμπάσχω, και υποφέρω περισσότερο από τους δυστυχείς που μου ζητούν ψωμί και δεν μπορώ να τους δώσω...» (13 Απριλίου 1828).
O Ιωάννης Καποδίστριας αποτελεί μια ξεχωριστή μορφή στα ελληνικά πολιτικά πράγματα για πολλούς λόγους. Τόσο για το έργο που σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα πρόλαβε να αφήσει πίσω του ως Κυβερνήτης της χώρας, όσο και με το όραμα του για το νέο ελληνικό κρατίδιο. Η προοδευτική πολιτική του ιδεολογία, οι σκέψεις του για την διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους με όρους αξιοκρατίας και ευνομίας, οι ισχυρές και διαδραστικές σχέσεις με την Δύση και η αδιάκοπη προσπάθεια για εκσυγχρονισμό δομών και συνειδήσεων υπήρξαν οι βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίχθηκε το όραμα του Ιωάννη Καποδίστρια που δεν πρόλαβε δυστυχώς να ολοκληρώσει. Κρίνεται παραπάνω απο αναγκαίο η διοργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου γύρω απο το έργο και το όραμα του σπουδαίου αυτού πολιτικού προκειμένου να ερευνηθούν σε βάθος οι πολιτικές του βλέψεις για τον τόπο του. Ενός τόπου που αγάπησε όσο τίποτε άλλο, αλλά που έμελε να είναι στο τέλος και ο τόπος της δολοφονίας του. Και μάλιστα απο ελληνικά χέρια.