Sarazin-Bauer πρόβα
Χορευτές της νεότερης ιστορίας που άλλαξαν τη σχέση χορού- κοστουμιού, σκανδάλισαν με τους νεοτερισμούς τους και επηρέασαν τη μόδα.
Το 1729 η Μαρί Σαλλέ δημιουργεί σκάνδαλο όταν χορεύει φορώντας τουαλέτα του δρόμου και χωρίς μάσκα. Μέχρι τότε οι μάσκες ήταν απαραίτητα αξεσουάρ τόσο στο χορό όσο και στο θέατρο. Στο Λονδίνο δημιουργεί αίσθηση καθώς εμφανίζεται χωρίς τα βαρύτιμα κρινολίνα, με λυμένα μαλλιά - πράγματα αδιανόητα για την εποχή- και το κορμί τυλιγμένο σε πέπλα που άφηναν να διαγράφονται οι γραμμές του σώματος της.
Το 1790,στον λεγόμενο «Χορό των δυο Ρόδων» η Μαρία Μεντίνα φορούσε, πάνω από το ολόσωμο κορμάκι της στο χρώμα της σάρκας δύο ή τρεις φουστίτσες από κρεπ, η μια πιο κοντή από την άλλη, δεμένες γύρω από τη μέση της με μια σκούρα ζώνη. Η ζώνη αυτή ήταν, κατ'ουσίαν και το μοναδικό της ένδυμα γιατί το κρεπ δεν έκρυβε τίποτα. Κατά τη διάρκεια του χορού οι φουστίτσες ανασηκώνονταν, ανέμιζαν κι άφηναν να φαίνεται το κορμί της χορεύτριας, σκεπασμένο μονάχα με το μαγιό στο χρώμα του δέρματος, που έμοιαζε με το ίδιο της το σώμα και δημιουργούσε την εντύπωση ότι ήταν ολόγυμνη.
Mitz Smith, 1975 Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Ρομαντισμός βρήκε το απόλυτο σύμβολό του στη μορφή της μπαλαρίνας που τυλιγμένη σε διάφανη μουσελίνα σηκώνεται στις μύτες των ποδιών, στριφογυρνάει, πετάει στον αέρα καταργώντας το νόμο της βαρύτητας. Τα μαλακά παπουτσάκια και οι πουέντ, με την αιθέρια αγνότητα και κομψότητά τους, ήταν απόρροια αυτής της ρομαντικής διάθεσης, καθώς οι θορυβώδεις πιρουέτες και τα πηδήματα με τα τακούνια έκαναν πολύ θόρυβο και πλέον ενοχλούσαν.
Η Μαρία Ταλιόνι ήταν εκείνη που καθιέρωσε τις πουέντ, το 1832, στο μπαλέτο «Συλφίδα».Αυτό το παραμυθένιο κι όλο μυστήριο μπαλέτο, που η υπόθεσή του διαδραματιζόταν στις ρομαντικές καταχνιές τις Σκωτίας , είχε ένα ολόκληρο «κορ ντε μπαλέ» από Συλφίδες, ή πνεύματα του αέρα, που φορώντας κατάλευκες φούστες γλιστρούσαν σιωπηλά ανάμεσα στην πάχνη και την ομίχλη, εκτελώντας αθόρυβες και άψογες πουέντ. Μετά την πρώτη παράσταση του μπαλέτου αυτού η Μαρία Ταλιόνι θα μείνει για πάντα ως η «Συλφίδα» στα μάτια του κοινού ολόκληρης της Ευρώπης και θα επηρεάσει ακόμα και τη μόδα: αμέσως φορέθηκαν τουρμπάνια Συλφίδας και υιοθετήθηκαν χτενίσματα Συλφίδας.
Τον 19ο αιώνα παρουσιάζοντα όλο και περισσότερα μεγάλα σύνολα χορευτών με ιδιαίτερες απαιτήσεις για μεγάλη ποσότητα ειδικών υφασμάτων. Έτσι έχουμε για πρώτη φορά βιοτεχνική παραγωγή υφασμάτων για χορό.
Ο 20ος όμως αιώνας είναι ο κατέξοχην αιώνας των νέων ρευμάτων στις τέχνες. Ο χορός δε θα μπορούσε να μείνει πίσω στις μεγάλες αλλαγές. Στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μια αμερικανίδα χορεύτρια φτάνει στη Γηραιά Ήπειρο φέρνοντας μαζί της μια καινούργια μορφή έκφρασης. Τυλιγμένη σ'ένα αρχαιοελληνικό πέπλο, η Ισιδώρα Ντάνκαν αυτοσχεδιάζει μόνη μπροστά σε μια κουρτίνα, πάνω σε συνθέσεις του Μπαχ, του Σούμπερτ, του Σοπέν..
Είχε, βέβαια, προηγηθεί η Λόι Φούλερ η οποία χόρεψε με κοστούμια από μετάξι που φωσφόριζε και χρωματιζόταν από νέους και ποικίλους τρόπους φωτισμού. Η Ισιδώρα Ντάνκαν ήταν όμως εκείνη που γνώρισε στο κοινό τον ελεύθερο χορό, με τα αρχαία ελληνικά κοστούμια και τα ξυπόλυτα πόδια. Πίστευε ότι τα στενά παπουτσάκια και τα σφιχτά κορμάκια της μπαλαρίνας κατέστρεφαν τη φυσική ομορφιά του σώματος.
Μια άλλη χορογράφος, σύγχρονη της Ντάνκαν, η Ρουθ Σαιντ-Ντενις, στράφηκε στην Ανατολή, στις Ινδίες και την Αίγυπτο για έμπνευση. Χρησιμοποίησε παραλλαγές εθνικών ενδυμασιών κατασκευασμένων έτσι ώστε να γοητεύουν με τον εξωτισμό τους. Ηταν άλλωστε η εποχή που οι καλλιτέχνες συναρπάζονται από τον εξωτισμό των αποικιών.
Το 1909, το Παρίσι είναι έτοιμο να υποδεχτεί τα Ρωσικα Μπαλέτα του Σεργέι Ντιανγκίλεφ και την επανάσταση που έφεραν στη μόδα. Την εποχή εκείνη η μόδα χαρακτηριζόταν από τους στενούς κορσέδες,τις κάθετες γραμμές και τα παστέλ χρώματα.Η παράσταση των Ρωσικών Μπαλέτων το 1909 «Κλεοπάτρα» και η παράσταση «Σεχραζάντ» ένα χρόνο αργότερα ,με τα κοστούμια τους που έσφιζαν από ανατολίτικη χλιδή, έμελλε να αλλάξουν το στιλ αυτό. Οι Παριζιάνες υιοθέτησαν με ενθουσιασμό τη νέα ανατολίζουσα τάση και φόρεσαν ρούχα με απαλές πτυχώσεις κι ανάλαφρες φούστες που στένευαν στους αστραγάλους. Τα υφάσματα έγιναν πιο πλούσια, με έντονα λαμπερά χρώματα και χάντρες.
Μετά το θρίαμβο των πρώτων του παραστάσεων ο Ντιανγκίλεφ συνεργάστηκε με σπουδαίους σχεδιαστές προκειμένου να ντύσει τα Μπαλέτα του και συνέχισε να δημιουργεί νέες τάσεις στη μόδα.
Aπόσπασμα κειμένου της Κατερίνας Καμπανέλλη (ενδυματολόγος, σκηνογράφος)