Αρκετές θεωρίες υπάρχουν σε σχέση με την καταγωγή της λέξης τατουάζ και οι περισσότερες εντοπίζουν τις ρίζες της στην Πολυνησία, στο σύμπλεγμα νησιών ανατολικά της Αυστραλίας και στον Ειρηνικό Ωκεανό. Μία από αυτές υποστηρίζει πως προέρχεται από την Πολυνησιακή λέξη tatoa, που σημαίνει να χτυπάς. Άλλη θεωρία συνδέει τον όρο με την τοπική διάλεκτο του νησιού Ταϊτή. Όταν ο εξερευνητής James Cook με το πλήρωμά του αποβιβάστηκαν στην Ταϊτή τον 18ο αιώνα, εντυπωσιάστηκαν με τα σχέδια στα σώματα των ιθαγενών. Εκείνοι ανταποκρινόμενοι στο ενδιαφέρον τους απάντησαν tatau. Στη σχετική βιβλιογραφία, η σημασία του όρου συνδέεται συνήθως με τη λεκτική απόδοση του ήχου του ρυθμικού χτυπήματος ta-ta, ή πιο απλά πως πρόκειται για την μετάφραση της έκφρασης να σημαδεύεις. Η επικρατέστερη, παρ' όλα αυτά, θεωρία στοχεύει στην ανάλυση της λέξης. Συγκεκριμένα, η συλλαβή ta σημαίνει κάτι που γίνεται με το χέρι, ενώ η επανάληψη ta-ta, συνδέεται με την επαναλαμβανόμενη ενέργεια. Τέλος u σημαίνει χρώμα. Αφορά δηλαδή στην επαναλαμβανόμενη λειτουργία που γίνεται με το χέρι και προσθέτει χρώμα.
Η επιτυχία της αποτύπωσης έγκειται, εν πολλοίς, στις ικανότητες του καλλιτέχνη. Ένα επιτυχημένο τατουάζ χρειάζεται ένα καλό σχέδιο, την κατάλληλη επιλογή χρωμάτων και τοποθεσίας και μια τέλεια εκτέλεση, που προϋποθέτει την τοποθέτηση της σωστής ποσότητας χρωστικής και τη διείσδυση σε ιδανικό βάθος. Το άτομο που ασχολείται με την τέχνη του τατουάζ, συνήθως, δεν αναγνωρίζεται ως καλλιτέχνης, αντίθετα, αντιμετωπίζεται περισσότερο ως τεχνίτης. Στην ταινία του Kevin Bachar με τον τίτλο Body Art, ένας καλλιτέχνης τατουάζ αναφέρει με διάθεση αστεϊσμού, πως η διαφορά ανάμεσα σε ένα ζωγράφο και ένα άτομο που χτυπάει τατουάζ είναι πως ο πρώτος μπορεί να διορθώσει ή να εξαφανίσει το έργο του, ανά πάσα στιγμή, ενώ ο δεύτερος θα πρέπει απλά να «σκοτώσει τον πελάτη του».
Η τέχνη του σώματος λειτουργεί ως τελετουργική γλώσσα, που χρησιμοποιείται άλλοτε για διακόσμηση και άλλοτε ως φορέας μηνυμάτων για το άτομο και τη θέση του στην κοινωνία. Πράγματι, με την πρακτική αυτή μεταβάλλεται συνειδητά η προβαλλόμενη εικόνα του ανθρώπου, προκειμένου, μέσα σε άλλα, να γοητεύσει το αντίθετο φύλο, να τρομάξει τον εχθρό, να λειτουργήσει ως δείκτης κοινωνικής αποδοχής και λατρείας ή ακόμη να θεραπεύσει και να κερδίσει την εύνοια των θεών και της φύσης. Οι έννοιες και οι συμβολισμοί μεταλλάσσονται συνεχώς, προκειμένου να προσλάβουν τη σημασία, που είναι απαραίτητη για την κάθε ιστορική στιγμή.
Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη της τέχνης της δερματοστιξίας την τοποθετούν στα 10.000 π.Χ. Το 1962, η Marthe Péquart δημοσίευσε μελέτη σχετικά με τα πρώτα εργαλεία για τατουάζ, που ανακαλύφθηκαν στα Πυρηναία Όρη, στη Νότια Γαλλία. Πρόκειται για σκεύη με χρώμα και μυτερά εργαλεία ηλικίας, περίπου 12.000 χρόνων. Ωστόσο, οι πρώτες ουσιαστικές αποδείξεις που υπάρχουν οδηγούν μόλις 5.000 χρόνια πριν.
Εν προκειμένω, το παλαιότερο μέχρι στιγμής αρχαιολογικό εύρημα που αποδεικνύει την πρακτική του τατουάζ ανακαλύφθηκε στις Άλπεις το 1991. Πρόκειται για το σώμα άνδρα ηλικίας 3.300 χρόνων, το οποίο βρέθηκε πολύ καλά διατηρημένο εξαιτίας του πάγου. Ο άνθρωπος των πάγων ή Otzi, όπως ονομάστηκε από την τοποθεσία Otztal που βρέθηκε, φαίνεται πως ήταν βοσκός ή κυνηγός μέσης ηλικίας, που πιθανότατα δολοφονήθηκε από βέλος, που τον χτύπησε στην πλάτη. Ο πάγος σκέπασε το σώμα του με αποτέλεσμα να διατηρηθεί σε πολλή καλή κατάσταση το δέρμα. Τα 59 σημάδια που βρέθηκαν στο σώμα του, επιβεβαιώθηκαν ως τατουάζ. Πρόκειται για σταυρούς και γραμμές, όχι ιδιαίτερα προσεκτικά σχεδιασμένες, στους αστράγαλους, πίσω από το αριστερό γόνατο, χαμηλά στην πλάτη και στους καρπούς. Καθώς τα σημεία που βρέθηκαν ήταν συνεχώς καλυμμένα με ρούχα, οι ειδικοί καταλήγουν πως δεν είχαν σκοπό τη θέαση από άλλους. Επιπλέον μελέτες με ακτίνες Χ στον σκελετό του Otzi, αποδεικνύουν πως στα σημεία των τατουάζ εμφάνιζε εκφυλισμό κοκάλων, υπέφερε δηλαδή από ρευματισμούς. Οι ερευνητές πιστεύουν πως οι πρόγονοι του Otzi, που κατοικούσαν στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, ίσως χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ ως ιατρική αγωγή για μείωση του πόνου χωρίς να αποδίδουν καλλιτεχνική αξία στα σχέδια. Άλλες πιθανές εξηγήσεις είναι πως είτε σημείωναν τα σημεία που άγγιζε το άτομο για να διαλογιστεί, είτε επιφορτίζονταν τα ίδια τα τατουάζ με μαγική σημασία, που βοηθά στην ίαση.
Ένα πολύ σημαντικό ακόμη εύρημα μάς οδηγεί στην Αίγυπτο, περίπου μία χιλιετία μετά τον άνθρωπο των πάγων. Μούμιες που έχουν βρεθεί στην περιοχή αποδεικνύουν πως οι γυναίκες της Αιγύπτου έκαναν εκτεταμένη χρήση τατουάζ ήδη από το τέλος της 3ης χιλιετίας π.Χ. Ένα από τα ευρήματα αφορά στην Amunet, ιέρεια της θεάς Hathor, που βρέθηκε στις Θήβες της Αιγύπτου. Θεωρείται πως πρόκειται για την ερωμένη του φαραώ Mentuhoter II, που έζησε περίπου το 2.100 π.Χ. Το σώμα της γυναίκας φέρει σειρές από διακεκομμένες γραμμές και κουκίδες στα χέρια, τους γλουτούς και χαμηλά στην κοιλιακή χώρα. Η τοποθεσία των τατουάζ βοηθά να καταλήξουν οι αρχαιολόγοι στο συμπέρασμα, πως πρόκειται για σημάδια γονιμότητας και ανανέωσης, σύμβολα της θεάς Hathor. Αγαλματίδια της ίδιας περιόδου, που ανακαλύφθηκαν σε τάφους ανδρών, παρουσιάζουν γυναίκες με τα ίδια σχέδια.
Στον ελλαδικό χώρο, ο μινωικός και ο κυκλαδικός πολιτισμός παρουσιάζουν σημαντικές ενδείξεις σωματικής διακόσμησης. Στο αρχαιολογικό μουσείο της Σύρου εκθέτονται εργαλεία, όπως τριχολαβίδες και σκεύη με χρώμα, που έχουν βρεθεί σε ανασκαφές στην Χαλανδριανή, μαρτυρώντας την έντονη διακοσμητική διάθεση των γυναικών ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Οι τοιχογραφίες της Κνωσού και της Θήρας, της 2ης χιλιετίας π.Χ., παρουσιάζουν πολιτισμούς με «τόσο ελεύθερο και χαριτωμένο ύφος», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Gombrich. Καθώς οι καλλιτέχνες φαίνεται πως περιορίζονται λιγότερο από τις «θρησκευτικές συμβάσεις», σε σχέση με τους Αιγύπτιους, παρουσιάζουν εικόνες της αμέριμνης καθημερινής ζωής με λιγότερο στυλιζαρισμένο τρόπο. Οι φιγούρες αυτές παρουσιάζονται με έντονα χρώματα στο πρόσωπο και στο σώμα, δηλώνοντας μορφές σωματικής τροποποίησης με σκοπό την διακόσμηση. Η αρχαιολόγος Ντόρα Βασιλικού, στη μελέτη της για τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, αναφέρεται σε ευρήματα που θα μπορούσαν να αποτελούν ενδείξεις δερματοστιξίας. Συγκεκριμένα κάνει λόγω για τη γύψινη γυναικεία κεφαλή που βρέθηκε στις Μυκήνες:
«Το πρόσωπο της μορφής είναι λευκό και έχει έντονη χρωματική διακόσμηση. Τα χείλη, τα αυτιά, η ταινία στα μαλλιά και οι στιγμορόδακες στα μάγουλα και στο πιγούνι έχουν χτυπητό κόκκινο χρώμα. Ο τύπος αυτής της κόσμησης είναι γνωστός και από άλλες παραστάσεις, όπως η "ιέρεια" στη γνωστή τοιχογραφία της Θήρας [...] που έχει έντονα κόκκινα χείλη και κόκκινα, βαμμένα αυτιά. Οι στιγμορόδακες [...] δηλώνουν πιθανώς "τατουάζ" αλλά αυτό δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βεβαιότητα».
Περίπου 1.000 χρόνια μετά την Νεαρή ιέρεια της Θήρας, τα σώματα δύο πολεμιστών που βρέθηκαν στα βουνά High Altai της Σιβηρίας συνδέουν την τέχνη του τατουάζ με την Ανατολή. Στις αρχές του 20ού αιώνα ανακαλύφθηκαν οι μούμιες δύο πολεμιστών, ενός άνδρα και μιας γυναίκας, μέλη της νομαδικής φυλής των Pazyryk. Όπως και στην περίπτωση του Otzi, ο πάγος διατήρησε σε καλή κατάσταση το δέρμα τους για πάνω από 2.500 χρόνια. Τα τατουάζ που εμφανίζονται στα σώματα των δύο πολεμιστών καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του και αποτελούνται από περίτεχνα και λεπτομερή σχέδια μυθικών πλασμάτων και ρεαλιστικά απεικονισμένων ζώων. Η επιλογή των σχεδίων ενδεχομένως συμβόλιζε την επιβολή του κυνηγού στα ζώα ή λειτουργούσε ως φυλακτό για καλή τύχη στο κυνήγι ή τη μάχη. Η υψηλή αισθητική και καλλιτεχνική αξία τους αφήνει να εννοηθεί πως δαπανήθηκαν αρκετές ώρες για τη δημιουργία τους, γεγονός που δηλώνει τον εξίσου σημαντικό διακοσμητικό ρόλο τους. Οι αρχαιολόγοι, εξετάζοντας το βάθος των τατουάζ στο δέρμα, εικάζουν πως δημιουργήθηκαν με την τεχνική του τρυπήματος. Με μυτερό εργαλείο θα πρέπει να δημιούργησαν το σχέδιο, τρυπώντας το δέρμα, και στη συνέχεια θα έτριψαν τη χρωστική πάνω στις πληγές. Τόσο η πρακτική, όσο και η επιλογή των θεμάτων, δείχνουν πιθανές επιρροές από Ανατολικές χώρες, όπως την Περσία, την Ινδονησία και την Κίνα.
Ιστορική αναδρομή
Οι πρώτες αναφορές που υπάρχουν σε σχέση με τα τατουάζ μας ενημερώνουν πως η εφαρμογή τους ήταν ήδη γνωστή στους Δάκες, Θράκες και Ιλλυριούς, φυλές της ανατολικής Ευρώπης και υποτελείς στους Σκύθες, από όπου πιθανολογείται πως κληρονόμησαν την τέχνη από τον 7ο-6ο π.Χ. αιώνα. Ο ιστορικός της εποχής, Ηρόδοτος, αναφέρει την ύπαρξη της συγκεκριμένης πρακτικής και στους τρείς λαούς. Ο μύθος, που συνδέει την πρακτική της δερματοστιξίας με τους Θράκες, αναφέρεται στον Ορφέα, αοιδό και ποιητή από την Θράκη που, κατά μία εκδοχή του μύθου, λέγεται πως μετά το θάνατο της αγαπημένης του Ευρυδίκης δεν πόθησε άλλη. Οι γυναίκες που απέρριψε τον εκδικήθηκαν σκοτώνοντάς τον. Οι Θράκες, τιμώρησαν τις γυναίκες τους, κάνοντάς τους μόνιμο σημάδι –τατουάζ- για τον θάνατο του Ορφέα. Μια άλλη εκδοχή, σχετικά πιο έγκυρη, καθώς προέρχεται από τον ιστορικό Αθήναιο σημειώνει πως όταν οι Σκύθες επιβλήθηκαν στους Θράκες, θέλοντας να ατιμάσουν τις γυναίκες τους, τις σημάδεψαν με μπλε βούλες στο σώμα. Όταν εκδιώχθηκαν οι Σκύθες, οι Θράκες προκειμένου να κρύψουν τα σημάδια της ατίμωσης, τα εμπλούτισαν με σχέδια αλλάζοντας το αρχικό αρνητικό τους μήνυμα. Οι Πέρσες, ήδη γνώριζαν τη σημασία του ατιμωτικού τατουάζ και ίσως είναι εκείνοι που το μετέδωσαν στους Σκύθες και αργότερα στους Έλληνες. Κατά μία άλλη θεωρία, οι Σκύθες απλά μετέδωσαν την τεχνική, όχι με τη μορφή επιβολής, η ιστορία τους όμως μιλά για έναν λαό με την «αποφασιστικότητά τους να εξουσιάσουν ανηλεώς και μόνοι τους την στέπα» γεγονός που οδηγεί στη θεωρία, πως η επεκτατική τους τάση υπερίσχυε του ενδιαφέροντος για την μετάδοση του πολιτισμού τους.
Οι Πέρσες, από τον 6ο αιώνα π.Χ., έχουν ήδη δημιουργήσει μεγάλο μέρος της αυτοκρατορίας τους και συνεχώς επεκτείνονται. Διασχίζοντας το Βόσπορο, με αρχηγό το Δαρείο, εισβάλουν στη Θράκη το 512 π.Χ., αναγκάζοντας τους λαούς της περιοχής να συνθηκολογήσουν. Οι σκλάβοι και οι αιχμάλωτοι σημαδεύονται με τατουάζ, κάνοντας ένα γράμμα στο μέτωπο, για να μην μπορούν να διαφύγουν. Οι παραστάσεις σε θρακικά αγγεία του 5ου π. Χ. αιώνα, παρουσιάζουν γυναίκες με τατουάζ, χωρίς όμως τελικά να γνωρίζουμε τις πραγματικές καταβολές της τέχνης.
Ο Πλάτωνας, τον 4ο αιώνα π.Χ., στο έργο του Νόμοι, αναφέρεται στην εφαρμογή τατουάζ σε βέβηλους, που πιάστηκαν να κλέβουν από ναούς. Συνήθως, το σημάδι συνδεόταν με την παράβαση που είχαν διαπράξει, ήταν δηλαδή μία μορφή διαπόμπευσης. Οι αρχαίοι Έλληνες αναφέρονταν στην πρακτική του τατουάζ χρησιμοποιώντας τη λέξη στίγμα, που προέρχεται από το αρχαίο στίζω- «σημαδεύω με οξύ όργανο, ποικίλω με στίγματα το δέρμα (συνήθεια των Θρακών), επιθέτω στίγμα, στιγματίζω, ντροπιάζω».
Τα τατουάζ με τη μορφή τιμωρίας, απέκτησαν ιδιαίτερη σημασία για τους Ρωμαίους, καθώς με τον τρόπο αυτό στιγμάτιζαν μονομάχους, εγκληματίες και σκλάβους. Η επιβολή της δερματοστιξίας σε αυτές τις ομάδες επέτρεπε στους Ρωμαίους τον απόλυτο έλεγχο της ομάδας, αποτρέποντας τη δυνατότητα φυγής και αφαιρώντας ταυτόχρονα την αίσθηση της ελευθερίας του ατόμου. Η δερματοστιξία, από τον 4ο μ.Χ. αιώνα, σταδιακά επεκτείνεται και στον ρωμαϊκό στρατό. Το όνομα του
αυτοκράτορα ή το έμβλημα της μονάδας εφαρμόζεται σε ορατά σημεία, αποτρέποντας αφενός τη δυνατότητα λιποταξίας, δημιουργώντας αφετέρου ισχυρούς δεσμούς ανάμεσα στα μέλη της ομάδας προσφέροντας ισχυρό πλεονέκτημα στη μάχη. Κατά τα χρόνια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού, από το 527-565 μ.Χ., οι νεοσύλλεκτοι εξακολουθούν να στιγματίζονται με σκοπό την αποτροπή λιποταξίας.
Η τέχνη του τατουάζ ως σύμβολο πίστης
Η εμφάνιση των πρώτων Χριστιανικών κοινοτήτων προκάλεσαν την αντίδραση των Ρωμαίων, οι οποίοι συνήθιζαν να τιμωρούν τους Χριστιανούς κάνοντας στο σώμα τους τατουάζ, δηλωτικό του εγκλήματός τους. Σταδιακά το στίγμα του καταδιωκόμενου Χριστιανού άλλαξε σημασία. Θεωρήθηκε ένδειξη τιμής ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας και από τον 4ο αιώνα μ.Χ. παρατηρείται η εξάσκηση της πρακτικής εθελοντικά, συμβολίζοντας την πίστη στο Χριστό και την κοινότητα. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, υιοθετώντας τις Χριστιανικές αρχές, απαγόρευσε τη χρήση της πρακτικής στο πρόσωπο, το 325 μ.Χ., καθώς προσέβαλαν την εικόνα του Θεού, σύμφωνα με την οποία έχουν δημιουργηθεί όλοι οι άνθρωποι.
Στις αρχές της 1ης χιλιετίας, οι Αγγλοσάξονες, φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ, τόσο για να δηλώσουν την αφοσίωση τους σε αγαπημένα πρόσωπα, όσο και για να τονίσουν τη θρησκευτική τους πίστη. Kατά την ήττα των Άγγλων από το Νορμανδικό στρατό, στη μάχη του Hasting, το 1.066 μ.Χ., κατέστη δυνατό να αναγνωριστεί το πτώμα του βασιλιά της Αγγλίας, Harold B΄, από το τατουάζ που είχε στο ύψος της καρδιάς με το όνομα της αγαπημένης του Edith και το σύμβολο της Αγγλίας. Την ίδια εποχή, από το 10ο -11ο αιώνα, στις πόλεις Ιερουσαλήμ και Βηθλεέμ, τόποι σημαντικής θρησκευτικής λατρείας, τα τατουάζ χρησίμευαν ως ένα είδος ανάμνησης του ταξιδιού στους Αγίους Τόπους και ως σημάδι βαθιάς αφοσίωσης στο Θεό. Οι σταυροφόροι, που πολέμησαν εναντίων των Μουσουλμάνων, φαίνεται πως εφάρμοζαν τακτικά την πρακτική αυτή. Σταυροί και άλλα θρησκευτικά σύμβολα σημαδεύονταν στο σώμα με την τεχνική του τατουάζ προκειμένου να αναγνωρίζονται και να τους παρέχεται το δικαίωμα της χριστιανικής ταφής. Τα χριστιανικά τατουάζ ενδυνάμωναν τους δεσμούς ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας, γεγονός που λειτουργούσε βοηθητικά στον πόλεμο εναντίων των άπιστων. Τα χριστιανικά σύμβολα, όπου αυτά εμφανίζονται, συνήθως απεικονίζουν τον ιχθύ, το σταυρό ή ακόμη τα ελληνικά αρχικά ΧΡ, Χριστός, και τα λατινικά JN, Jesus of Nazareth.
Έως τον 18ο αιώνα, αυτή η μορφή θρησκευτικού τατουάζ διατηρήθηκε στη Δύση. Από τότε και μετά, καθώς επιστρέφουν οι πρώτοι εξερευνητές από την Ανατολή, η πρακτική της τέχνης αλλάζει ριζικά. Τότε τοποθετούνται τα θεμέλια της σύγχρονης εξάσκησης του φαινομένου, εμπλουτίζοντας τις εικόνες και τους συμβολισμούς με νέες ιδέες.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πλήθος αλλαγών ήρθαν να διαταράξουν το εδραιωμένο κοινωνικό σύστημα τάξεων και αξιών. Σύμφωνα με τον Hobsbawm, μία σειρά διαδοχικών γεγονότων οδήγησαν τις επόμενες δεκαετίες στις εκτεταμένες αναθεωρήσεις της κοινωνικής δομής. Σημαντικός παράγοντας στην προώθηση και επεξεργασία της πολιτιστικής επανάστασης των επόμενων δεκαετιών, αποτέλεσε η ανάδειξη της νεολαίας σε «ανεξάρτητο κοινωνικό φορέα». Η νεολαία χαρακτηρίζεται από την μοναδική τάση να επικοινωνεί σε διαφυλετικό και διαταξικό επίπεδο, μεταφέροντας νέα εθιμικά και συμπεριφοριστικά μοντέλα. Το φοιτητικό κίνημα και η νέα αναγνωρισμένη τάξη της νεολαίας, οδήγησαν σταδιακά στην απόρριψη των κοινωνικών εδραιωμένων σχημάτων εξουσίας που συντόνιζαν τις ανθρώπινες σχέσεις. Επιπλέον, το κίνημα των ανθρωπίνων και γυναικείων δικαιωμάτων, διαμόρφωσε τις ιδανικές συνθήκες προκειμένου να ξεσπάσει ο Παρισινός Μάης του 68΄, προωθώντας την αναζήτηση νέας πολιτιστικής ταυτότητας.
Το σώμα γίνεται το μέσο, όπου οι νέες κοινωνικές απαιτήσεις προσπαθούν να βρουν διέξοδο, διαμορφώνοντας τα φυσικά όριά του και δημιουργώντας το νέο πολιτικό σώμα, που θα κυριαρχήσει από το 1960 και μετά. Τα τατουάζ χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον προκειμένου να εκφράσουν την πολιτική δυσαρέσκεια ατόμων, που αντιτίθενται σε δεδομένα κοινωνικά πλαίσια. Δείγματα τέτοιας κοινωνικής διαμαρτυρίας μπορούσε να βρει κανείς σε σωφρονιστικά ιδρύματα, που ήδη από τον 19o αιώνα είναι κατάδηλα της χρήσης της πρακτικής. Το γεγονός αυτό οδηγεί στη διαπίστωση πως η σωματική επανάσταση είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια του σωματικού περιορισμού. Το τατουάζ ορίστηκε από την κοινωνία ως παραβατικό σύμβολο, αδιαφορώντας για το μήνυμα καταγγελίας που θέλει να επικοινωνήσει.
Η εκτεταμένη χρήση του από κατάδικους λειτούργησε ως μορφή αντίστασης και καταγγελίας των κομφορμιστών του συστήματος. Τα ειρωνικά σχόλια που καταγράφτηκαν σε Άγγλους και Γάλλους κατάδικους, αναφέρονται στη δημιουργία διακεκομμένων διάστικτων γραμμών γύρω από το λαιμό με τη φράση cut here, ως ένδειξη απαξίωσης του θανάτου. Οι τρείς βούλες ανάμεσα στον αντίχειρα και τον δείκτη είναι ίσως από τα πιο κωδικοποιημένα μηνύματα που μπορούν εύκολα να διαβαστούν από τη Γαλλική αστυνομία. Αντιστοιχίζεται με τις λέξεις «Mort aux vaches» και μεταφράζεται ως Θάνατος στα γουρούνια, αναφερόμενο στις αστυνομικές Αρχές. Οι σημαντικότερες αναφορές που υπάρχουν για τα παραβατικά τατουάζ είναι εκείνες των Ρώσων κατάδικων, με καταγεγραμμένη ιστορία από τον 19ο αιώνα. Έως τις μέρες μας αποτελούν σημαντικό στοιχείο, απαραίτητο για την συμβίωση με άλλους κρατουμένους. Οι προσωπογραφίες των Λένιν και Στάλιν στο στήθος και την πλάτη των καταδίκων, υπήρξαν δημοφιλείς από το 1920 έως το 1950. Με τον τρόπο αυτό κέρδιζαν τον σεβασμό των συγκρατούμενων, παράλληλα όμως θεωρούσαν πως απέτρεπαν τους φύλακες να πυροβολήσουν τα πορτρέτα των ηγετών τους.
Σε έρευνα που σημειώθηκε το 2000, οι Ρώσοι κατάδικοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το τατουάζ ως σύστημα επικοινωνίας. Πρόκειται για ένα σύστημα με αυστηρούς κανόνες, τους οποίους γνωρίζουν καλά οι έγκλειστοι αλλά και οι δεσμοφύλακες, προκειμένου να διατηρήσουν την ηρεμία στους κρατούμενους. Όπως οι έγκλειστοι, έτσι και οι κοινότητες των μοτοσικλετιστών και των συμμοριών δέθηκαν με μοναδικό τρόπο με την τέχνη της διάστιξης. Οι μοτοσικλετιστές, ακολουθώντας έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής επεδίωξαν τη δημιουργία νέας ταυτότητας αμφισβητώντας και ασκώντας βαθιά κριτική στις παγιωμένες πολιτιστικές και πολιτικές δομές. Με θεματογραφία που δεν έμοιαζε καθόλου με τα τατουάζ των ναυτικών, των στρατιωτών ή ακόμη της εργατικής τάξης που είχε αντικρύσει το κοινό μέχρι τότε, γρήγορα χαρακτηρίστηκαν ως βίαια και τα μέλη της κοινότητας απειλή για την κοινωνία. Τα media της εποχής, όπως οι εφημερίδες και ο κινηματογράφος δημιούργησαν στερεότυπες δυσφημιστικές εικόνες σε σχέση με τον τρόπο ζωής τους, με αποτέλεσμα τόσο η κοινότητα όσο και η πρακτική της διάστιξης να χαρακτηριστεί για μία ακόμη φορά παραβατική. Τα πιο συνηθισμένα σχέδια αναφέρονται σε λεκτικά μηνύματα όπως, FTW – Fuck the World, EWMN – Evil, Wicked, Mean, Nasty, BTL– Born to Lose, ενώ ακόμη χρησιμοποιούνται παραστατικά και συμβολικά, όπως νεκροκεφαλές, φύλλα μαριχουάνας, τριαντάφυλλα και μηχανές Harley Davidson. Σχεδόν πάντα εντοπίζονται σε εμφανή σημεία όπως στην πλάτη, το στήθος, τα χέρια, το κεφάλι και σπανιότερα αποτυπώνονται στα πόδια, που σπάνια αφήνονται ακάλυπτα λόγω του τζιν παντελονιού που φορούν, μέρος του κώδικα ντυσίματός τους. Επιπλέον στις γυναίκες χρησιμοποιούνται για να δείξουν πως αποτελούν ιδιοκτησία κάποιου, με τη φράση Property of, συμπληρώνοντας το όνομα του μέλους που σχετίζονται. Ακόμη και στις μέρες μας, η κοινότητα των μοτοσικλετιστών αποτελείται από πολλά μέλη έτσι το τατουάζ λειτουργεί ως μία μορφή διαβατηρίου ανάμεσα τους.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών '70 και '80, η πολιτική και η κοινωνική κατάσταση φαίνεται να αλλάζει κάτω από τις πιέσεις των κινημάτων διεκδίκησης φυλετικής ισότητας, της κοινότητας των gay, lesbian, του φεμινιστικού κινήματος, των hippies, των punk και φυσικά του Rock. Το σώμα, που ορίζεται και σηματοδοτείται από την κοινωνία μέσω της διαδικασίας εκπολιτισμού, γίνεται αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης. Οι σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις αναφέρουν τη σπουδαιότητα του σώματος ως μεσολαβητή ανάμεσα στο υποκείμενο και την πραγματικότητα γύρω του ή διαφορετικά, ανάμεσα στο ατομικό και στο κοινωνικό. Διεκδικώντας την αυτονομία του, το σώμα απελευθερώνεται και μπορεί να καταγγείλει τις συμβάσεις με το κράτος, τη σεξουαλική καταπίεση, να διεκδικήσει το δικαίωμα αυτοδιάθεσης και επαναπροσδιορισμού της προσωπικής και συλλογικής ταυτότητας που υπερβαίνει το φύλο, τη φυλή και την τάξη. Το κοινό που αναζητά να εκφραστεί και να επικοινωνήσει μέσω των τατουάζ, διευρύνεται. Μια νέα εποχή αρχίζει να διαφαίνεται για την πρακτική της διάστιξης, που αναγνωρίζεται ως ξεχωριστή μορφή τέχνης από τα μέλη της κοινότητας, όχι όμως από τους επίσημους φορείς.
Η εισαγωγή νέων σχεδίων αναζωογόνησε την πρακτική, ταυτόχρονα όμως άφησε να διαφανούν τα πολιτιστικά κενά του Δυτικού κόσμου. Η μεταφορά πολιτιστικών στοιχείων είναι δυνατό να συντελεστεί, όταν υπάρχει ένα όμοιο πολιτιστικό υπόβαθρο, που θα υποδεχτεί τα νέα στοιχεία και θα τα συμπεριλάβει στα ήδη υπάρχοντα. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει όμοιο πλαίσιο που θα ενταχθούν μέσα του οι νέοι συμβολισμοί, τότε τα πολιτιστικά στοιχεία απογυμνώνονται από τα επιφορτισμένα μηνύματα και εισάγονται χωρίς περιεχόμενο, έτοιμα προς κατανάλωση.
Η Αναγέννηση της τέχνης της διάστιξης δεν θα ήταν δυνατή, εάν δεν γινόταν η αποκατάσταση της αρνητικής της διάστασης. Ο χαρακτηρισμός της ως επικίνδυνη για τη μετάδοση ασθενειών, όπως ηπατίτιδα και HIV στιγμάτισε την πρακτική. Τη δεκαετία το '70 γίνεται προσπάθεια δημιουργίας κανόνων λειτουργίας και υγιεινής, στους οποίους θα πρέπει να υπακούουν οι καλλιτέχνες για τη καλύτερη και ακίνδυνη πρακτική. Η τέχνη συστηματοποιείται και μεταφέρεται από τα στενά κακόφημα σοκάκια στα μοντέρνα αστικά κέντρα και σε studios, που πλέον παρέχουν καλύτερες συνθήκες υγιεινής, αποστειρωμένο και περισσότερο εκσυγχρονισμένο εξοπλισμό και υλικά. Τα νέα studios επανδρώθηκαν με επαγγελματικά καταρτισμένο προσωπικό, προερχόμενο βασικά από τους χώρους των Γραφικών και των Καλών Τεχνών, ενώ συστήνονται τα πρώτα ιδιωτικά κέντρα εκμάθησης. Από το 1979 παρουσιάζονται τα πρώτα οργανωμένα συνέδρια τατουάζ, παρέχοντας τη δυνατότητα σε πολύ κόσμο να ανταλλάξει ιδέες, σχέδια, εικόνες, τεχνικές, απενοχοποιώντας σταδιακά την παραβατική διάσταση της διάστιξης. Σταδιακά οργανώνονται διαλέξεις και προβολές, σε σχέση με την πρακτική και την ιστορία της τέχνης του τατουάζ, δημιουργώντας μία νέα οπτική για την παρεξηγημένη διάστιξη.
Το τατουάζ αποτελεί μόνιμη μορφή σωματικής τροποποίησης, έχοντας όμως ταυτόχρονα εφήμερο χαρακτήρα, εφόσον χάνεται ως έργο με το θάνατο του φορέα του. Το γεγονός αυτό προβληματίζει τους κριτικούς μεγάλων Οίκων Τέχνης, όπως τους Kristie's, καθώς θεωρούν πως η αξία του έργου, κατά μία έννοια, αντικατοπτρίζεται από τη διάρκειά του στο χρόνο. Στην άποψη αυτή αντιδιαστέλλονται σημαντικοί εκπρόσωποι του χώρου και της τέχνης, που κατηγορούν τους κριτικούς των μεγάλων Οίκων, πως προωθούν μία αγορά τέχνης βασισμένη στην εμπορικότητα και όχι σε αντικειμενικά κριτήρια. Η αμφισημίες όμως γύρω από την τέχνη του τατουάζ δεν απέτρεψαν εκατομμύρια ανθρώπους την τελευταία εικοσαετία να δεχτούν στο σώμα τους το δικό τους σχέδιο.
Η τέχνη του τατουάζ δημιουργεί επιπλέον παρερμηνείες λόγω της φύσης των βασικών χαρακτηριστικών του. Το σώμα γίνεται μέσο με σκοπό το τατουάζ να επικοινωνήσει το μήνυμά του. Η δυσκολία ανάγνωσής του οφείλεται στις επιφορτισμένες σημασίες που έχει λάβει το σώμα στη σύγχρονη κοινωνία, λειτουργώντας μέσα σε ένα προκαθορισμένο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Αυτό που είναι σίγουρο, πάντως, είναι ότι ένα διάστικτο σώμα δεν αποτελεί απλά ένα παθητικό αντικείμενο, αντίθετα ζωντανεύει και γίνεται ένα αφηγηματικό σώμα.
Βιβλιογραφία:
- Μελετίου Γ., «Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΤΑΤΟΥΑΖ & Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, ΕΑΠ, διπλωματική εργασία, Πάτρα 2012.