Πλαστική του 7ου και του 6ου αιώνα π.Χ.
Από τον 7ο αιώνα π.Χ. αρχίζει αυτό που αποκαλείται «δαιδαλική» πλαστική η οποία -ως εξέλιξη της γλυπτικής της γεωμετρικής περιόδου- διέπεται από ορισμένες τεχνοτροπικές νόρμες όπως η μετωπικότητα, η τυποποίηση, η σχηματοποίηση και η διακοσμητικότητα. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των αρχαϊκών-«δαιδαλικών» αγαλμάτων είναι η αυστηρή οργάνωση τους με βάση τον κατακόρυφο και τους οριζόντιους άξονες των φυσικών μορφών σε μια προσπάθεια να βελτιωθούν οι σωματικές αναλογίες. Όλα τα πρόσωπα της «δαιδαλικής» γλυπτικής διακρίνονται από το πολύ χαμηλό μέτωπο, τους αυστηρά οριζόντια τοποθετημένους οφθαλμούς και το στόμα, την ανυπαρξία πλαϊνών όψεων του προσώπου, την πλαισίωσή του από μια πλούσια μάζα κόμης σαν άκαμπτη περούκα -επηρεασμένη από την αντίστοιχη των αρχαίων αιγυπτιακών γλυπτών- και το ενιαίο περίγραμμα του προσώπου. Στην πλαστική του 6ου π.Χ. αιώνα, οι μορφές εξελίσσονται από το ογκώδες και κυβικό στοιχείο της προηγούμενης εποχής στο πιο φυσιοκρατικό με την έμφαση να δίδεται στην απόδοση των ανατομικών λεπτομερειών, κάτι που εντοπίζεται και στη φιλοτέχνηση των ενδυμάτων.
Ο τύπος της «Κόρης».
Η «δαιδαλική» τεχνοτροπία διαπιστώθηκε αρχικά στα πήλινα ειδώλια. Από την πρώιμη «δαιδαλική» περίοδο σώζονται έργα μνημειακής πλαστικής, όπως το άγαλμα Κόρης στο Εθνικό Μουσείο της Αθήνας από τη Δήλο. Πρόκειται για το ανάθημα της Ναξίας Νικάρδρης σύμφωνα με τη χαραγμένη επιγραφή στην αριστερή πλευρά του κάτω κορμού της (Εικ. 1). Πιθανότατα παριστάνεται η θεά Άρτεμις, καθώς στις οπές που υπάρχουν στα χέρια θα κρατούσε τόξο. Κατά άλλη άποψη, η μορφή εικονίζει την «πότνια θηρών», τη Δέσποινα των Θηρίων και στα χέρια της ενδεχομένως κρατούσε τα λουριά δύο λιονταριών. Στη μέση «δαιδαλική» περίοδο ανήκει το μικρότερο του φυσικού μεγέθους, άγαλμα της Dame d’ Auxerre (Εικ. 2) το οποίο τοποθετείται γύρω στο 640-630 π.Χ.. Όπως το άγαλμα της Νικάνδρης, έτσι και αυτό έχει τα ίδια τυπικά μορφολογικά γνωρίσματα και φέρει την τυπική ενδυμασία με τον πέπλο ζωσμένο σφικτά στη μέση, καθώς και ένα είδος μπέρτας στους ώμους (επίβλημα) που στερεωνόταν στο λαιμό με περόνη ή αλυσίδα.
Ο τύπος της καθιστής μορφής
Εκτός από την όρθια γυναικεία μορφή, υπάρχει και η καθιστή που έχει τα ίδια ακριβώς τεχνοτροπικά στοιχεία. Τα περισσότερα αγάλματα αυτού του τύπου προέρχονται από την Κρήτη και πιθανότατα παριστούν θεότητες, καθώς το κάθισμα αποτελεί σύμβολο εξουσίας και δύναμης. (Εικ. 3, Εικ. 4).
Αγάλματα Κορών του 6ου π.Χ. αιώνα
Οι Κόρες του 6ου π.Χ. αιώνα, διαφέρουν από εκείνες του 7ου όσον αφορά το ένδυμα και τη στάση τους. Τώρα εγκαταλείπεται το πέπλο και το επίβλημα και υιοθετείται ο λεπτός χιτώνας με τα μακριά μανίκια. Γύρω στο 560 π.Χ., απαντάται για πρώτη φορά η προβολή του ενός ποδιού, του δεξιού και το ανασήκωμα του χιτώνα για τη διευκόλυνση του βαδίσματος. Παράλληλα, όλες οι Κόρες εμφανίζονται να κρατούν στο χέρι τους μια προσφορά (πτηνό, άνθος, καρπό), ενώ με το άλλο χέρι ανασηκώνουν το χιτώνα. Επιπλέον, οι Κόρες -οι οποίες φορούν τώρα πλούσια κοσμήματα και έχουν εξεζητημένες κομμώσεις- διακρίνονται για το ελαφρό μειδίαμα που ζωντανεύει την έκφραση των αρχαϊκών αυτών μορφών (Εικ. 5, Εικ. 6, Εικ. 7).
Ο τύπος του «Κούρου»
Ο τρίτος σε σπουδαιότητα τύπος της «δαιδαλικής» πλαστικής του 7ου αιώνα π.Χ. είναι ο τύπος της όρθιας γυμνής ανδρικής μορφής, του Κούρου (Εικ. 8). Πρόκειται για έναν όρθιο γυμνό νεαρό άνδρα με χέρια τεντωμένα και κολλημένα στα πλευρά, με σφιγμένες γροθιές, με μακριά μαλλιά που τα περιβάλλει ταινία, με το αριστερό πόδι μπροστά, με ζώνη στη μέση. Οι παλαιότεροι κούροι φυσικών και υπερφυσικών διαστάσεων βρέθηκαν στη Δήλο και τη Θήρα. Όπως και οι άλλοι τύποι της «δαιδαλικής» πλαστικής, έτσι και ο τύπος του Κούρου εξελίσσεται σταδιακά και προσεγγίζει όλο και πιο πολύ τις φυσικές μορφές, με τα χέρια να απομακρύνονται από το σώμα σε μια νατουραλιστική απόπειρα απόδοσης της κίνησης, ενώ μόνο από το 480 π.Χ. και μετά σταματά η προβολή του αριστερού ποδιού.
Αγάλματα «Κούρων» του 6ου π.Χ. αιώνα
Κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα ο τύπος του Κούρου δε διαφοροποιείται ιδιαίτερα από εκείνον του 7ου π.Χ. αιώνα. Ωστόσο, υποχωρεί προοδευτικά η τάση για τα υπερφυσικού μεγέθους αγάλματα. Ταυτόχρονα, οι φόρμες του σώματος, όπως και οι ανατομικές λεπτομέρειες, αποτυπώνονται όλο και πιο φυσιοκρατικά (Εικ. 9, Εικ. 10).
Άλλοι τύποι αρχαϊκής πλαστικής
Πολύ κοντά στον τύπο του Κούρου είναι ο τύπος του λατρευτή ή αναθέτη. Πρόκειται για νεανική μορφή που κρατά κριάρι ή μοσχάρι το οποίο αποτελεί προσφορά στους θεούς (Εικ. 11, Εικ. 12). Ένας άλλος τύπος, συχνός στην ανατολική Ιωνία, είναι ο τύπος της όρθιας ντυμένης με χιτώνα και ιμάτιο ανδρικής μορφής (Εικ. 13). Επιπλέον, υπάρχει και η ανακεκλιμένη (μισοξαπλωμένη) ντυμένη ανδρική μορφή (Εικ. 14). Σπάνιος στην ελεύθερη μεγάλη πλαστική είναι ο τύπος του πολεμιστή (Εικ. 15), σε αντίθεση με τον τύπο του ιππέα (Εικ. 16), που συνήθως τοποθετείται πάνω σε τάφους ως επιτύμβιο μνημείο.
Στειακάκης Χρυσοβαλάντης
(Ιστορικός Τέχνης)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
- Βoardman, J., Ελληνική πλαστική. Αρχαϊκή περίοδος, Μτφρ. Ε. Σημαντώνη-Μπουρνιά, Αθήνα, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1982.
- Gombrich, E. H., Το χρονικό της τέχνης, Μτφρ. Κάσδαγλη Λ., Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ, 19992.
- Κοκκορού-Αλευρά, Γ., Η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία (1050-50 π.Χ), Αθήνα, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1995.
- Χόνορ, Χ. - Φλέμινγκ, Τζ., Ιστορία της τέχνης, τόμος 1, Μτφρ. Παππάς Α., Αθήνα, Εκδόσεις Υποδομή, 1991.