Σημαντικοί αγγειογράφοι του αττικού εργαστηρίου ήταν ο ζωγράφος του Νέσσου (Εικ. 1), ο ζωγράφος των Γοργόνων (Εικ. 2), ο Σοφίλος με τα άθλα Πατρόκλου (Εικ. 3), οι Κλειτίας και Εργότιμος που κατασκεύασαν το αγγείο «François» (Εικ. 4) στο οποίο διακρίνονται 270 μορφές και 121 επιγραφές. Το εν λόγω αγγείο έχει ύψος 66 εκ. και η διακόσμηση είναι χωρισμένη σε ζώνες. Στα χείλη παριστάνεται ο χορός των νέων της Αττικής μετά τη σωτηρία τους από τον Θησέα και στην άλλη όψη του το κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου από τον Μελέαγρο και την Αταλάντη. Στη ζώνη του λαιμού αποτυπώνεται ζωγραφικά σκηνή κενταυρομαχίας και αρμοτοδρομίας προς τιμή του νεκρού Πατρόκλου. Στη κοιλιά του αγγείου εικονίζεται η μεγάλη πομπή των θεών στο ανάκτορο του Πηλέα για το γάμο του με τη Θέτιδα. Στην τέταρτη ζώνη αποδίδεται εικαστικά ο φόνος του Τρωίλου από τον Αχιλλέα και η επιστροφή του Ηφαίστου στον Όλυμπο, ενώ ακολουθεί η ζωφόρος με τις Σφίγγες και τα λιοντάρια που επιτίθενται σε ελάφια. Στο κάτω μέρος της κοιλιάς του αγγείου υπάρχουν ακτίνες και στο πόδι του εικονίζεται σκηνή από μάχη Πυγμαίων και Γερανών. Ένας ακόμη σπουδαίος κεραμέας της ίδιας περιόδου ήταν ο Νέαρχος (Εικ. 5) ο οποίος ζωγραφίζει τον Αχιλλέα να ζεύει τα άλογα.
Στο β΄ τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ. ανήκουν οι λεγόμενοι «τυρρηνικοί» αμφορείς, που προορίζονταν για τη Δύση (Ετρουρία), με παραστάσεις από τη μυθολογία (Εικ. 6). Στην αγγειογραφία του γ΄ τετάρτου του 6ου αιώνα π.Χ., κυριαρχούσε ο Λυδός ο οποίος απεικόνιζε κυρίως Σατύρους (Εικ. 7), καθώς και ο ζωγράφος του Αμάση που φιλοτεχνούσε Σατύρους και Μαινάδες (Εικ. 8, Εικ. 9). Σημαντική θέση κατείχε επίσης ο Εξηκίας, το μεγαλόπρεπο και δραματικό ύφος του οποίου αποτυπώνεται σε θέματα όπως η αυτοκτονία του Αίαντα (Εικ. 10), ο Αχιλλέας με τον Αίαντα να παίζουν πεσσούς (Εικ. 11), ο Διόνυσος που ταξιδεύει (Εικ. 12).
Εκτός από το αττικό, σημαντικό ήταν το κορινθιακό εργαστήριο. Σε ένα κορινθιακό αμφορέα αυτής της εποχής (Εικ. 13), εικονίζεται η κωμικοτραγική στιγμή του φόνου της Ισμήνης από τον σύζυγό της Τυδέα, ενώ ο εραστής της τρέχει να σωθεί. Πέρα από παραστάσεις μυθολογικού περιεχομένου, συνεχίζουν να δεσπόζουν τα θέματα της πρωτοκορινθιακής κεραμεικής, όπως γρύπες, λιοντάρια, σφίγγες σε ένα βάθος διάσπαρτο από ρόδακες οι λεπτομέρειες των οποίων αποδίδονται πρόχειρα (Εικ. 14).
Γύρω στο 525 π.Χ., στην Αθήνα ο ζωγράφος του Ανδοκίδη χρησιμοποίησε για πρώτη φορά την ερυθρόμορφη τεχνική στη διακόσμηση των αγγείων. Τώρα, οι μορφές των παραστάσεων διατηρούν το κοκκινωπό χρώμα του πηλού, ενώ το βάθος της παράστασης βάφεται μαύρο, όπως και οι λεπτομέρειες των μορφών και τα φυτικά, γεωμετρικά κοσμήματα. Πρόκειται για μια τεχνική αντίστροφη από τη μελανόμορφη, όπου οι φιγούρες ζωγραφίζονται μαύρες πάνω στην κοκκινωπή επιφάνεια του αγγείου. Η ερυθρόμορφη τεχνική, επιτρέπει στους καλλιτέχνες να κινούνται πιο ελεύθερα στην απόδοση της προοπτικής και των λεπτομερειών. Ο Ανδοκίδης, υπήρξε μαθητής του Εξηκία και έδωσε σημαντικά δείγματα αγγειογραφίας με μυθολογικές σκηνές, όπως τον Ηρακλή να αναπαύεται συντροφευόμενος από την προστάτιδά του θεά Αθηνά (Εικ. 15, Εικ. 16) ή να χαϊδεύει τον Κέρβερο παρουσία και πάλι της θεάς (Εικ. 17).
Η μελανόμορφη τεχνική δεν εγκαταλείφθηκε αμέσως με την εμφάνιση της ερυθρόμορφης. Χρησιμοποιήθηκε για τη διακόσμηση των ληκύθων (Εικ. 18), των Παναθηναϊκών αμφορέων που προσφέρονταν ως έπαθλα στους Παναθηναϊκούς αγώνες, όπου στη μια πλευρά εικονιζόταν η Αθηνά και στην άλλη το αγώνισμα στο οποίο πρώτευε ο βραβευόμενος (Εικ. 19, Εικ. 20).
Εκτός από τον Ανδοκίδη, σημαντικοί εκπρόσωποι της ερυθρόμορφης κεραμεικής ήταν ο Ευθυμίδης (Εικ. 21), ο Ευφρόνιος (Εικ. 22) -ο οποίος εικονίζει σε έναν κρατήρα τον ύπνο και τον θάνατο να μεταφέρουν τον νεκρό Σαρπηδόνα- καθώς και οι Φιντίας και Σμίκρος που αποτυπώνουν εικαστικά σε έναν στάμνο μάθημα μουσικής (Εικ. 23).
Η ερυθρόμορφη κεραμεική έφτασε στην ωρίμανσή της με έργα καλλιτεχνών όπως ο Κλεοφράδης που αναπαριστά διονυσιακά θέματα στα αγγεία του (Εικ. 24), τα οποία ξεχωρίζουν χάρη στην αίσθηση της κίνησης, της έντασης, της εκφραστικότητας των μορφών και του πάθους. Ανάλογα στοιχεία συναντά κανείς και στα έργα του Δούρι, με χαρακτηριστικό παράδειγμα μια κύλικα στο εσωτερικό της οποίας ζωγραφίζεται η Ηώ που μεταφέρει το νεκρό σώμα του γιού της Μέμνονα (Εικ. 25). Σε αντίστοιχη κλίμακα κινούνται και δημιουργοί όπως ο Μάκρων, που διακρίνεται στην απόδοση των πτυχώσεων των ενδυμάτων (Εικ. 26) και ο ζωγράφος του Βερολίνου που φιλοτεχνεί κομψές μορφές -κυρίως Σατύρων (Εικ. 27, Εικ. 28)- τις αρετές των οποίων θα μιμηθούν οι καλλιτέχνες της πρώιμης κλασικής εποχής.
Στειακάκης Χρυσοβαλάντης
(Ιστορικός Τέχνης)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
- Gombrich, E. H., Το χρονικό της τέχνης, Μτφρ. Κάσδαγλη Λ., Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ, 19992.
- Κοκκορού-Αλευρά, Γ., Η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία (1050-50 π.Χ), Αθήνα, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1995.
- Χόνορ, Χ. - Φλέμινγκ, Τζ., Ιστορία της τέχνης, τόμ. 1, Μτφρ. Παππάς Α., Αθήνα, Εκδόσεις Υποδομή, 1991.