- Τι σας ενέπνευσε στο να συγγράψετε το μυθιστόρημα «Η Πρώτη Λέξη»;
Είχα χάσει τον αδελφό μου λίγο πριν ξεκινήσει αυτό το βιβλίο. Νόμιζα ότι δεν ήμουν ικανός να μιλήσω γι? αυτό, επειδή ήταν και πολύ πρόσφατο και πολύ οδυνηρό. Καθώς έψαχνα ένα άλλο θέμα βιβλίου, συνειδητοποίησα ότι έχω ασχοληθεί πάρα πολύ με τις λέξεις και με τις γλώσσες, π.χ. έχω μάθει μια γλώσσα της Αφρικής -τα σάνγκο- για ένα άλλο μυθιστόρημα, αλλά πάντα ο σκοπός μου είναι να φτιάξω ένα μυθιστόρημα, δεν με ενδιαφέρει η γλωσσολογία από μόνη της. Μ? ενδιαφέρουν τα μυθιστορήματα στο μέτρο που με βοηθάνε οι γλώσσες -οι οποίες όμως με βοηθάνε σαν ηρωίδες, όχι σαν μέτρα εκφραστικά. Τις έχω χρησιμοποιήσει πάρα πολύ και έτσι αναρωτήθηκα ποια να ήταν «η πρώτη λέξη». Μου φάνηκε πάρα πολύ καλή ιδέα, και από την αρχή κατάλαβα ότι αυτό έπρεπε να γίνει μυθιστόρημα. Εκεί υπήρχε ένα πρόβλημα, διότι κάποιος στο βιβλίο έπρεπε να αναζητά την πρώτη λέξη για κάποιο λόγο. Εκεί επανήλθα στον θάνατο του αδελφού μου. Είχα την ιδέα ότι κάποιος αναζητά την πρώτη λέξη επειδή ήθελε να την μάθει ένα πρόσωπο που πέθανε και δεν πρόλαβε και εκείνη ανέλαβε να κάνει τη δουλειά αυτή στη θέση αυτού του προσώπου. Δηλαδή η αναζήτηση της πρώτης λέξης να εκφράζει την αδελφική αγάπη, τον πόνο, την απόγνωση. Ήθελα να αποκτήσει ένα μυθιστορηματικό νόημα όλη αυτή η αναζήτηση και να φύγουμε τελείως από την πανεπιστημιακή έρευνα. Αν και η έρευνα που έχει γίνει είναι πάρα πολύ σοβαρή, προέχει το αφηγηματικό στοιχείο του δράματος. Αποφάσισα να είναι ηρωίδα για να απομακρυνθώ από τα προσωπικά μου και επειδή με ενδιαφέρει η σχέση αδελφού-αδελφής. Είναι μια σχέση που δεν έχει χρησιμοποιηθεί πολύ στο μυθιστόρημα, όπως πχ. γονείς-παιδιά, εραστές κοκ. Θεώρησα λοιπόν ότι υπήρχαν δυο μεγάλα μυθιστορηματικά κενά-η αδελφική σχέση και η αναζήτηση της πρώτης λέξης. Είναι μοιραίο να ασχοληθεί ένας συγγραφέας με αυτό το θέμα, εφόσον ζει με τις λέξεις.
- Τι είδους έρευνα κάνατε για το βιβλίο αυτό;
Συνάντησα παλαιοντολόγους, γλωσσολόγους, νευρο-βιολόγους κ.ά Διότι η αναζήτηση της πρώτης λέξης έχει σχέση με την παλαιοντολογία, έχει σχέση με τον εγκέφαλο-αφού από εκεί παράγεται η ομιλία- έχει σχέση με την ομιλία των βρεφών και βέβαια με την γλωσσολογία. Οι άνθρωποι που συνεργάστηκα ήταν επιστήμονες των προαναφερθέντων κλάδων και για να κάνω αυτή την τεράστια έρευνα τους επισκέφθηκα σε τουλάχιστον 50 χώρες, όπως είναι η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ρουμανία, η Αργεντινή, η Αγγλία, η Τουρκία κτλ. Μιλάμε δηλαδή για ένα θέμα παγκόσμιο.
- Η ανθρώπινη ιστορία στην υπόθεση του βιβλίου, το κάνει αυτόματα μυθιστόρημα αποφεύγοντας το δοκίμιο. Μήπως το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι γυναίκα, ακριβώς επειδή ?η γλώσσα? είναι γένους θηλυκού;
Αυτό συνέβη στο βιβλίο μου «Ξένες λέξεις», ένα μυθιστόρημα που διηγείται την ιστορία κάποιου, ο οποίος άνευ λόγου μαθαίνει μια γλώσσα της Αφρικής. Πράγμα που έκανα στην πραγματικότητα για να γράψω αυτό το βιβλίο. Αυτή η ξένη γλώσσα που εισβάλει στην ζωή του αφηγητή μου, είναι λίγο σαν ερωτική σχέση, διότι αυτός ζει ένα μεγάλο διάστημα μ? αυτή τη γλώσσα καθώς τη μελετάει και έτσι είναι σαν μια ανθρώπινη παρουσία μες το σπίτι του. Και καταλήγει όπως θα κατέληγε αν ήταν μια γυναίκα, να πάει στη χώρα της για να γνωρίσει το μέρος που μεγάλωσε κτλ Δηλαδή είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα με πρωταγωνίστρια μια Αφρικανή γλώσσα. Από αυτή την άποψη, είναι οι γλώσσες γένους θηλυκού (σαν μάνα ή σύζυγος). Άλλωστε στα ελληνικά και στα γαλλικά λέμε « η μητρική γλώσσα» κ? «la langue maternelle».
- Αντιθέτως «ο άνθρωπος» είναι γένους αρσενικού. Ήταν γένους αρσενικού ή θηλυκού νομίζετε «η πρώτη λέξη»; (ή μήπως ουδετέρου;)
Υπάρχουν γλώσσες που δεν έχουν άρθρα όπως π.χ. τα κινέζικα, που δεν διαχωρίζουν το αρσενικό από το θηλυκό ή το ουδέτερο. Όλο αυτό το σύστημα είναι αυθαίρετο, γιατί λ.χ. το τραπέζι δεν λέγεται καρέκλα και δεν λέγεται η καρέκλα σκύλος; Κανένας λόγος δεν υπάρχει και άλλωστε η ίδια η γλωσσολογία το αποδεικνύει, εφόσον σε κάθε γλώσσα ένα αντικείμενο φέρει διαφορετική ονομασία. Άρα αυτό που λέει ο Πλάτων ότι «υπάρχει μια συγγένεια μυστηριώδης ανάμεσα στις λέξεις και τα αντικείμενα» δεν είναι παρά ένα γοητευτικό ψέμα, ένα παραμύθι. Τώρα γιατί ο άνθρωπος είναι γένους αρσενικού, ίσως να σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με ανδροκρατούμενες κοινωνίες. Είναι αλήθεια ότι έχουμε στην ιστορία της ανθρωπότητας μια κυριαρχία ανδρική και υποφέρουμε από αυτό ακόμη και σήμερα.
- Ποια φαντάζεστε εσείς ως την πρώτη λέξη; Ή ποια είναι η ομορφότερη λέξη κατά τη γνώμη σας;
Πολλές θεωρίες βρίσκω γοητευτικές, όπως π.χ. ότι η πρώτη λέξη ήταν το όνομα που δόθηκε σε κάποιον που πέθανε για να μπορούν να τον θυμούνται οι υπόλοιποι, ή ότι κάποιοι είπαν την πρώτη λέξη από μια ανάγκη να αφηγηθούν μια ιστορία, για να περνάει η ώρα τους. Το πρώτο ταιριάζει με τον θάνατο του αδελφού μου, το δεύτερο ταιριάζει με την δουλειά μου, ότι δηλ. άνθρωποι μίλησαν για να λένε παραμύθια, διότι κάτι έπρεπε να κάνουν όταν κάθονταν γύρω απ? τη φωτιά το βράδυ. Επίσης με γοητεύει πάρα πολύ η υπόθεση ότι μίλησαν για να πουν ψέματα. Ή ότι μίλησαν για το κοινό καλό. Ότι κάποιος αναγκάστηκε να επινοήσει τις λέξεις για να αποτρέψει μια καταστροφή. Αλλά υπάρχει και η αντίθετη θεωρία, ότι κάποιος μίλησε από προσωπικό συμφέρον είτε για να επιβληθεί είτε για να εξαπατήσει. Και αυτό το κάνουν και οι μεγάλοι πίθηκοι, π.χ. οι χιμπαντζήδες λένε ψέματα/εξαπατούν, όταν έχουν κάποιο συμφέρον και θέλουν να παραπλανήσουν την ομάδα. Είναι και αυτή η θεωρία πολύ γοητευτική, ότι δηλαδή η πρώτη λέξη ήταν μια απάτη. Μοιραία όμως η πρώτη λέξη θα περιείχε το φωνήεν α, θα ήταν σύντομη, με ευπρόφερτους ήχους κοκ. Προσωπικά νομίζω ότι πολύ όμορφη λέξη είναι η λέξη «διάλογος». Διότι η ίδια η πρώτη λέξη είναι προϊόν ενός είδους διαλόγου, αφού όπως είναι φυσικό ένας άνθρωπος αν ζούσε μόνος του δεν θα μιλούσε ποτέ. Άρα η ίδια η πρώτη λέξη είναι η αρχή ενός διαλόγου. Ένας διάλογος μπορεί να είναι χρήσιμος ή μπορεί να είναι απατηλός, όμως όλες οι γλώσσες είναι προϊόντα του. Καμία γλώσσα δεν είναι αμιγής, προϊόν ενός λαού μόνο. Η ελληνική, η γαλλική, όλες οι γλώσσες ανεξαιρέτως είναι προϊόντα πολύ παλιών διαλόγων, με λαούς οι οποίοι σήμερα έχουν εξαφανιστεί. Άρα η λέξη διάλογος είναι η ίδια η γλώσσα, η οποία πηγάζει από αυτή την λέξη.
- Αναφερθήκατε στην επιστημονική θεωρία ότι η ομιλία/γλώσσα προήλθε από τις χειρονομίες. Θέλετε να μας το εξηγήσετε;
Υπάρχει μια λογική σ? αυτή τη θεωρία: ότι η έδρα των χειρονομιών και η έδρα της ομιλίας είναι δίπλα δίπλα στον εγκέφαλο, ενώ οι κραυγές πηγάζουν από το άλλο ημισφαίριο του εγκεφάλου. Οι παλαιοντολόγοι το εξηγούν μέσω του γεγονότος ότι χειρονομούμε ακόμα, ενώ μιλάμε π.χ. στο τηλέφωνο και ότι αυτό αποτελεί ανάμνηση του πρώτου τρόπου έκφρασης των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι χειρονομούμε ακόμη, κάποτε κατά πάσα πιθανότητα μόνο χειρονομούσαμε. Κάποια στιγμή όμως δεν άρκεσαν οι χειρονομίες, διότι είναι κουραστικές όπως επίσης είναι δύσκολο να ανατρέξεις στο παρελθόν μέσω αυτών. Αφετέρου είναι μια γλώσσα «της ημέρας», δηλ. πρέπει να βλέπει κάποιος τον συνομιλητή του, αφού τη νύχτα δεν μπορεί να επικοινωνήσει ή να τον προειδοποιήσει, πόσο μάλλον από απόσταση. Είναι λοιπόν μια πολύ πιθανή θεωρία, ότι η ομιλία/γλώσσα προήλθε από την ανάγκη αυτή.
- Γιατί είναι η γλώσσα πολιτικό ζήτημα; Και γιατί θρησκευτικό;
Η ανθρώπινη ομιλία είναι ένα θέμα υψίστης σημασίας για όλους τους λαούς, για όλα τα άτομα, για όλο τον κόσμο. Αυτό το σημαντικότατο θέμα λοιπόν ούτε η πολιτική το αγνόησε ούτε οι θρησκείες. Και ο καθένας φυσικά προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί με τον τρόπο του για να υποστηρίξει κάποιες πεποιθήσεις. Η γλωσσολογία δηλ. είναι θύμα των θρησκειών και θύμα των πολιτικών. Οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται για την γλωσσολογία, αλλά να προωθήσουν μια θεωρία. Ενδιαφέρονται να προωθήσουν μια άποψη για τον άνθρωπο και για την κοινωνία και εκμεταλλεύονται τη γλώσσα όπως τους βολεύει. Ο Σαρκοζί ισχυρίζεται ότι οι Αφρικανοί πρέπει να μάθουν Γαλλικά, για να αναπτυχθούν. Διότι τον βολεύει να ισχυρίζεται ότι τα γαλλικά είναι η πιο σύνθετη γλώσσα, πράγμα το οποίο είναι τελείως λάθος, εφόσον δεν έχει ιδέα από γλωσσολογία. Κι όμως το ισχυρίζεται γιατί αυτά είναι τα συμφέροντα. Υπάρχουν Έλληνες εθνικιστές ή ακροδεξιοί οι οποίοι πιστεύουν και ισχυρίζονται, ότι τα ελληνικά είναι η πιο παλιά γλώσσα στον κόσμο, πράγμα το οποίο είναι μια ηλιθιότητα, ένα ψέμα. Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν σε μια μονοθεϊστική θρησκεία και θέλουν να πιστεύουν ότι την γλώσσα την έδωσε ο θεός. Ο καθένας μπορεί να λέει το κοντό και το μακρύ του άσχετα από τη μελέτη της γλώσσας, διότι κανείς από αυτούς δεν έχει μελετήσει τη γλώσσα. Μάλιστα είναι ελάχιστα πιθανή η θεωρία ότι μια ομάδα ανθρώπων μίλησε πρώτα, ότι δηλ ανακαλύφθηκε μια πρώτη γλώσσα και ότι αυτή μεταδόθηκε στους άλλους π.χ. η ιστορία της Βαβέλ. Κάποιοι Αμερικάνοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη, είναι όμως είναι πάρα πολύ επηρεασμένοι από τη Βίβλο. Μιλάμε για μια εποχή που οι άνθρωποι ζούσαν σε μικρές ομάδες, 50 ατόμων και πάρα πολύ απομονωμένοι οι μεν απ? τους δε, δηλ. πώς μια ομάδα που ζει στα Πυρηναία, θα μεταφέρει το γλωσσικό ιδίωμα της στην Κίνα ή στην Ουκρανία; Το πιθανότερο είναι λοιπόν, ότι υπήρξαν πολλές πρώτες λέξεις και πολλές ομάδες ανθρώπων που έφτιαξαν ένα πρώτο γλωσσάριο.
- Έχετε πει ότι η γλώσσα που μιλάμε σήμερα αντηχεί τις φωνές των ανθρώπων που βρίσκονται χιλιάδες χρόνια μακριά μας. Άρα η πρώτη λέξη που ακούστηκε ποτέ, μπορεί να υπάρχει και σήμερα στο καθημερινό λεξιλόγιό μας;
Δεν αποκλείεται εντελώς, είναι όμως κι αυτή η άποψη ελάχιστα πιθανή, διότι όπως ξέρουμε, οι λέξεις πεθαίνουν. Κάθε χιλιετία χάνεται περίπου το 20% της γλώσσας μας. Δημιουργούνται καινούριες βέβαια, δεν φτωχαίνει η γλώσσα, ίσα ίσα που εμπλουτίζεται. Αλλά οι λέξεις πεθαίνουν, έχουν ημερομηνία λήξης. Ορισμένες όμως όχι, όπως μερικές πάρα πολύ βασικές λέξεις που διατηρούνται επί χιλιετίες. Δεν αποκλείεται λοιπόν, να έχει επιβιώσει η πρώτη λέξη ή μια από τις πρώτες λέξεις. Στο βιβλίο, αυτό το γεγονός παροτρύνει την αφηγήτριά μου να ψάξει το θέμα όχι μόνο ξεκινώντας από πολύ παλιά, απ? τους αυστραλοπίθηκους και προχωρώντας στον χρόνο, αλλά ξεκινώντας από το παρόν και πηγαίνοντας προς τα πίσω. Να κάνει δηλ. την ανάποδη διαδρομή για να δει από πού κατάγονται οι γλώσσες. Ανατρέχοντας στο παρελθόν κάθε γλώσσας ανακαλύπτεις ότι έχουν άπειρες συγγένειες μεταξύ τους, άπειρα κοινά στοιχεία. Και αυτό το γεγονός αναιρεί τις απόψεις των εθνικιστών, ότι κάθε γλώσσα είναι κτήμα ενός λαού και προσωπικό του κατασκεύασμα. Οι γλώσσες που μιλάμε, προέρχονται από τα ινδοευρωπαϊκά, τα οποία δεν ξέρουμε αν μιλήθηκαν, αλλά έχουμε συγγένειες, όπως έχουμε και με τα σανσκριτικά. Άρα και τα αλβανικά δεν είναι και τόσο διαφορετική γλώσσα αφού και αυτή έχει ινδοευρωπαϊκές ρίζες. Επίσης η γλώσσα των τσιγγάνων έχει συγγένεια με τα σανσκριτικά. Η μόνη ξεχωριστή και μεμονωμένη περίπτωση γλώσσας στον κόσμο, απ? όσο γνωρίζω, είναι τα βασκικά. Που θεωρείται ότι μάλλον είναι η πιο παλιά γλώσσα στον κόσμο που μιλιέται ακόμα. Διότι οι Βάσκοι ήταν πάρα πολύ απομονωμένοι και πιστεύουν οι γλωσσολόγοι ότι τα βασκικά κατάγονται από την γλώσσα του ανθρώπου της εποχής του Νεάντερνταλ. Αν ψάχναμε λοιπόν μέσα από μια σημερινή γλώσσα μήπως υπάρχει ακόμα η πρώτη λέξη, μάλλον στα βασκικά θα έπρεπε να στραφούμε παρά σε μια άλλη γλώσσα.
- Στα προηγούμενα βιβλία σας συνδυάζετε τη λεπτή ειρωνεία με το χιούμορ. Τι σχέση έχει το χιούμορ με τη γλώσσα; Είναι διαφορετικό από λαό σε λαό και πώς διακρίνεται από καλό σε κακό;
Το χιούμορ καταρχήν είναι ένα προϊόν της Αγγλίας. Δεν ανήκει σε όλες τις γλώσσες. Είναι ένα εύρημα των Άγγλων, δεν υπάρχει ούτε στα ελληνικά, ούτε στα γαλλικά, διότι δεν υπάρχει παράδοση σε αυτόν τον τομέα. Τα χιούμορ είναι ένα πάρα πολύ ειδικό πράγμα, που στην ουσία αν το προσδιορίσουμε είναι ο αυτοσαρκασμός. Οι Έλληνες δεν αυτοσαρκάζονται, αλλά ειρωνεύονται, είναι δηκτικοί. Αστειεύονται σε βάρος του άλλου, όπως και οι Γάλλοι. Το χιούμορ είναι αυτό που κάνει ο Μαρκ Τουαίν, ο Μπάστερ Κίτον και όλοι οι μεγάλοι Άγγλοι χιουμορίστες, όπως π.χ. ο Τζόναθαν Σουίφτ, που παράγει κάποιος γέλιο όταν βάζει τον εαυτό του σε μια θέση κωμικοτραγική. Στην Ελλάδα η σάτιρα γίνεται πάντα εις βάρος κάποιου άλλου, αυτός που την κάνει δηλ, έχει την ευνοϊκή θέση, είναι ο έξυπνος της ιστορίας όπως κάνει π.χ. ο Λαζόπουλος, ο οποίος είναι ένας εξυπνάκιας. Είναι δηλ. πιο έξυπνος από τους πολιτικούς και τους 'κάνει μάθημα'. Είναι αντιπαθέστατη στάση, γιατί δεν ειρωνεύεται τον εαυτό του να πει π.χ. «Τι βλάκας είμαι». Το χιούμορ είναι το: «Τι βλάκας είμαι». Αυτό βέβαια είναι μια κωμωδία, μια προσποίηση. Δεν πιστεύουν αυτοί που κάνουν χιούμορ, ότι είναι πραγματικά ηλίθιοι, απλά βάζουν τον εαυτό τους στη δύσκολη θέση κάποιου, σε μια θέση μειονεκτική, που προκαλεί γέλιο π.χ. πέφτει στο κεφάλι τους ένα τούβλο...
- Είναι τα γαλλικά η γλώσσα του έρωτα και τα ελληνικά η γλώσσα της λογικής; Τι δυσκολίες ή ευκολίες συναντάτε όταν γράφετε στα γαλλικά και τι στα ελληνικά; Ποια είναι πιο απαιτητική γλώσσα για εσάς εκφραστικά και ποια πιο διασκεδαστική; Γιατί διαλέξατε να ζήσετε στη Γαλλία και όχι στην... Αγγλία;
Η λογοτεχνία από μόνη της είναι μια πάρα πολύ δύσκολη δουλειά. Η δυσκολία έγκειται στο να γράψεις ολόκληρο μυθιστόρημα, να κατασκευάσεις μια ολόκληρη ιστορία. Άρα δεν βρίσκεται στην γλώσσα, αλλά στο ίδιο το είδος της δουλειάς. Είναι σαν να κατασκευάζεις μια πολυκατοικία, που έχει παντού πόρτες και παράθυρα και διαδρόμους και όλο αυτό το κατασκεύασμα πρέπει να επικοινωνεί και να λειτουργεί. Τα αρχαία ελληνικά σαν γλώσσα της φιλοσοφίας είναι πρωτίστως γλώσσα της λογικής. Απ? τα αρχαία ελληνικά είναι επηρεασμένα, μέσω των λατινικών, και τα γαλλικά. Άρα και αυτή είναι γλώσσα της λογικής. Είναι λίγο υπερβολικό να λέμε ότι οι γλώσσες ανήκουν κάπου συγκεκριμένα, ότι είναι κατά κάποιο τρόπο εξειδικευμένες. Οι γλώσσες είναι ανοιχτές σε όλα, σε κάθε γλώσσα μπορείς να γράψεις ότι θέλεις είτε είναι μια «σούπα» (ρομαντζούρα) ή ένα «ξερό» και λογικό κείμενο. Οι γλώσσες δεν έχουν την προσωπικότητα που τους αποδίδει η παραφιλολογία. Τα γαλλικά π.χ. μπορούν άνετα να εκφράσουν έναν ακροδεξιό ηγέτη, έναν φασίστα ή έναν άνθρωπο «προχωρημένο», είναι λοιπόν πρόθυμες να εκφράσουν οποιοδήποτε θέμα. Δεν σου επιβάλλουν να σκεφτείς «σωστά», δεν σου «λένε» τίποτα οι γλώσσες. Απλά σου δίνουν το υλικό για να φτιάξεις αυτό που θέλεις. Είναι σαν τα τούβλα με τα οποία χτίζεις. Αν κάποιος θέλει να χτίσει ένα έκτρωμα ή μια εκκλησία ή ένα παλάτι, είναι δικό του θέμα. Δεν μπορούμε να πούμε ότι η γλώσσα είναι καταλληλότερη για ένα συγκεκριμένο είδος, γιατί μπορεί να έχουν γραφτεί άπειρες ανοησίες στα ελληνικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η ίδια η γλώσσα είναι ανόητη. Οι άνθρωποι είναι. Η γλώσσα όποια κι αν είναι η διάθεσή σου είναι πρόθυμη να το εκφράσει.
Στην αρχή της διαμονής μου στη Γαλλία είχα μια πιο συναισθηματική σχέση με τα ελληνικά, αλλά με την πάροδο του χρόνου αυτό άλλαξε και η γαλλική γλώσσα μου έχει χρησιμεύσει εξίσου, όσον αφορά την έκφραση συναισθημάτων. Ενώ πλέον επειδή έχω ζήσει τόσο καιρό «έξω», έχω μοιραία αποκτήσει μια «απόσταση» από την ελληνική γλώσσα. Στην ουσία όμως νιώθω, ότι έχουν γίνει πλέον αυτές οι δυο γλώσσες, μία.
Το ότι έζησα στην Γαλλία ήταν τυχαίο. Επειδή πήγα σε εν μέρει γαλλικό σχολείο (Λεόντειος), ήταν λογικό να πάω σε μια χώρα όπου κάπως ήξερα καλύτερα τη γλώσσα. Τα αγγλικά μου μέχρι σήμερα είναι χάλια. Εννοώ ότι επιλογές δεν υπάρχουν, διότι στην πραγματικότητα οι συνθήκες είναι αυτές που μας οδηγούν.
- Ξεκινήσατε σπουδάζοντας δημοσιογραφία. Τι σας ώθησε σε αυτές τις σπουδές και τι αργότερα στη συγγραφή βιβλίων;
Μα, η αγάπη μου για το μυθιστόρημα! Στην ουσία αυτό ήθελα να κάνω από μικρό παιδί, αυτό ονειρευόμουν. Δεν ήξερα αν είμαι ικανός να το κάνω όμως, επειδή έπρεπε να κερδίσω τη ζωή μου κάπως, και υπέθετα ότι με το μυθιστόρημα αυτό είναι δύσκολο να γίνει. Και όντως δεν γίνεται εύκολα, αφού κατάφερα να ζω απ? τα βιβλία μου μετά την ηλικία των σαράντα. Και επέλεξα την δημοσιογραφία, σαν συγγενέστερο επάγγελμα στη γραφή, χωρίς να έχω ιδιαίτερο πάθος για αυτήν. Μου άρεσε βέβαια και εξακολουθεί να μου αρέσει, αλλά δεν ήταν αυτός ο σκοπός μου στη ζωή. Πιστεύω πως κανείς στη ζωή του πρέπει να ασχολείται με ένα πράγμα, για να το κάνει καλά. Κυρίως να επικεντρώνεται σε ένα πράγμα, και για μένα αυτό είναι το μυθιστόρημα, γι? αυτό και άφησα την δημοσιογραφία. Από σαράντα χρονών σταμάτησα να δημοσιογραφώ για να έχω όλο τον χρόνο ελεύθερο. Παράλληλα βέβαια, μπορείς να κάνεις διαλλείματα, να έχεις μια δεύτερη ασχολία, λιγότερο όμως σημαντική απ? την πρώτη και την οποία μπορείς να την χρησιμοποιείς σαν μια αλλαγή που να έχει όμως μια συγγένεια με την πρώτη δραστηριότητα. Έτσι λοιπόν και εγώ κατά καιρούς έκανα και σκίτσα, ασχολήθηκα λίγο με το σινεμά, λίγο με το θέατρο, αλλά όλα αυτά ήταν παρενθέσεις στην κυρίως δραστηριότητά μου στις οποίες δεν επέμεινα πολύ. Δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να έχει δυο κύριες ασχολίες, αλλά ότι μπορεί να κάνει κάτι που να τον διασκεδάζει, για λίγο όμως, στα κενά της κύριας ενασχόλησής του.
- Το 2007 η Γαλλική Ακαδημία σας απένειμε το Μεγάλο Βραβείο μυθιστορήματος (για το βιβλίο «μ.Χ.»). Τί σήμανε αυτό για εσάς και την πορεία σας;
Το ότι ήταν το βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας έχει μια ιδιαίτερη σημασία, γιατί είναι σαν να αναγνωρίζεται η προσφορά σου και να βραβεύεσαι από την ίδια τη γλώσσα.
- Θα θέλατε να στείλετε κάποιο μήνυμα στους αναγνώστες σας;
Μια συμβουλή για αυτούς οι οποίοι θέλουν να γράψουν, είναι ότι πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι το μυθιστόρημα είναι μια αυθαίρετη κατασκευή, δηλ δεν είναι ούτε ημερολόγιο, ούτε τηλεφώνημα. Δεν γράφει κάποιος μυθιστόρημα επειδή τον άφησε η φίλη του ή επειδή πέθανε κάποιος δικός του κτλ Βεβαίως μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος αυτά τα στοιχεία, αλλά αρχικά το μυθιστόρημα είναι μια κατασκευή. Πρέπει να του αρέσει να φτιάχνει παραμύθια. Και τίποτα να μην του έχει συμβεί, μπορεί να γράψει μυθιστόρημα. Και πολλά να του έχουν συμβεί, μπορεί να μην καταφέρει να γράψει. Δεν έχει άμεση σχέση με τη ζωή. Όσο πιο πολύ απομακρύνεται κάποιος από τον εαυτό του τόσο καλύτερα γράφει, χωρίς να συγχέει την προσωπική του ζωή με την ιστορία που κατασκευάζει.
- Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Συγγραφείς που αγαπώ πολύ είναι ο Ντίκενς, ο Φλωμπέρ, ο Σταντάλ, Ο Τουαίν, ο Φώκνερ κ.ά. Έχω επίσης μια ιδιαίτερη εκτίμηση στον Ταχτσή και τον Τσίρκα. Δεν συμπαθώ ιδιαίτερα τον Καζαντζάκη, διότι με κουράζει η μεγαλοστομία του. Με έχει επηρεάσει αρκετά ο Καβάφης, γιατί είναι αφηγηματικός. Λέει και αυτός παραμύθια. Έχει τη λογική του μυθιστορήματος, κι ας είναι ποιητής.