Η εγκατάλειψη καλλιεργήσιμων εδαφών της κεντρικής και νότιας ηπειρωτικής Ελλάδας από τους υπηκόους των μυκηναϊκών κρατών, έδωσε την ευκαιρία σε νέα φύλα που βρίσκονταν στο περιθώριο του μυκηναϊκού κόσμου να μετακινηθούν από τη Θεσσαλία, Ήπειρο και Μακεδονία προς τον Νότο, επιτείνοντας την καταστροφή της υπαίθρου και τον μαρασμό της οικονομίας. Τα νέα φύλα, που ήταν Δωριείς και Θεσσαλοί, εκτόπισαν σε πολλά μέρη τους παλιούς κατοίκους, αναγκάζοντάς τους να μεταναστεύσουν ανατολικά και να εγκατασταθούν σε νησιά του Αιγαίου και τη Μικρά Ασία, δημιουργώντας νέα κέντρα. Σε άλλα μέρη, οι παλιοί κάτοικοι υποβιβάστηκαν σε περίοικους των νέων κρατών. Οι προγενέστεροι πολιτειακοί θεσμοί, τα κρατίδια φεουδαρχικού τύπου έδωσαν τη θέση τους σε νέους άξονες εξουσίας με τον βασιλιά, το συμβούλιο των γερόντων και τη συνέλευση των πολεμιστών. Η οικονομία έγινε καθαρά αγροτική, βασισμένη στην εκμετάλλευση κλήρων γης η οποία μοιράστηκε στα μέλη των νέων φύλων. Ένα μέρος γης αποτελούσε κοινή ιδιοκτησία όλων των πολιτών, ενώ υπήρχαν οι άκληροι. Στο πλαίσιο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης υπήρχαν οι θήτες -μερικώς ελεύθεροι πολίτες- οι ντόπιοι, οι ξένοι και οι δούλοι οι οποίοι είχαν αποκτηθεί στους πολέμους.
Στο πεδίο της τέχνης, η βιοτεχνία σταδιακά υποχώρησε, καθώς εξέλειπαν οι πλούσιοι μυκηναίοι πελάτες ειδών πολυτελείας και περιορίστηκε στην παραγωγή ειδών πρώτης ανάγκης. Η αξίωση φτηνής και γρήγορης παραγωγής κεραμεικών ειδών ήταν πιθανώς ο λόγος που οδήγησε στην εγκατάλειψη της πλούσιας και περίτεχνης διακόσμησης των αγγείων και στην εισαγωγή ενός ταχύτερου κεραμεικού τροχού και της διακόσμησης με διαβήτη και πινέλα.
Βασικά διακοσμητικά θέματα των αγγείων και των άλλων σκευών της εποχής είναι ο κύκλος, το ημικύκλιο, ο μαίανδρος, ο σταυρός και ο αγκυλωτός σταυρός (σβάστικα). Τα διακοσμητικά θέματα στην επιφάνεια των αγγείων γίνονται με κανόνα και διαβήτη και όχι πια με το χέρι όπως παλαιότερα (Εικ. 1), ενώ ο πηλός και το μαύρο γάνωμα των αγγείων έχουν βελτιωθεί (Εικ. 2).
Στα αγγεία της πρωτογεωμετρικής περιόδου (1050-900 π.Χ.) η διακόσμηση αποτελείται συνήθως από ομάδες λεπτών ταινιών ή δακτυλίων που περιβάλλουν τα κατώτερα μέρη του αγγείου, ενώ στην κοιλιά και στον ώμο συνηθίζεται διακόσμηση με ομόκεντρα ημικύκλια και κύκλους, οφιοειδείς και κατακόρυφες γραμμές. Προς το τέλος αυτής της εποχής εμφανίζεται και η μορφή του ίππου, που αποδίδεται με σκιαγραφία χωρίς λεπτομέρεια. Χαρακτηριστικό σχήμα πρωτογεωμετρικής κεραμεικής είναι οι αμφορείς με οριζόντιες λαβές στην κοιλιά του αγγείου και οι σκύφοι με ψηλό πόδι (Εικ. 3).
Στην πρώιμη γεωμετρική περίοδο (900-850 π.Χ.), το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας του αγγείου καλύπτεται από το μαύρο γάνωμα, ενώ οι κύριες διακοσμητικές ζώνες βρίσκονται στην κοιλιά και στον ώμο ή και στον λαιμό του αγγείου (Εικ. 4). Η κύρια διακοσμητική ζώνη διαιρείται συχνά σε ορθογώνια διακοσμητικά πεδία, τις μετόπες, όπου και εντάσσονται τα γεωμετρικά κοσμήματα. Τώρα αναδύεται και το μοτίβο του μαιάνδρου, το οποίο θα αποτελέσει το χαρακτηριστικό κόσμημα της ελληνικής τέχνης.
Στη μέση γεωμετρική Ι (850-800 π.Χ.), οι ταινίες με τα γεωμετρικά κοσμήματα, απλώνονται σε όλη την επιφάνεια του αγγείου και βαθμιαία το καλύπτουν, ενώ το κατώτερο μέρος των αγγείων διακοσμείται με επάλληλους δακτυλίους. Συνηθισμένο σχήμα της εποχής είναι τώρα οι αμφορείς με κατακόρυφες ή οριζόντιες λαβές, οι οινοχόες και οι πυξίδες. (Εικ. 5, Εικ. 6).
Στη μέση γεωμετρική ΙΙ (800-760 π.Χ.), αρχίζει η απεικόνιση ανθρώπινων μορφών και ζώων είτε μεμονωμένα σε μετόπες -που είναι και το συνηθέστερο- είτε σε αφηγηματικές σκηνές σε κεντρική θέση.
Στην ώριμη γεωμετρική περίοδο ή ύστερη γεωμετρική Ι (760-735 π.Χ.), η διακόσμηση εξακολουθεί να είναι απλωμένη σε όλη την επιφάνεια του αγγείου. Τώρα καθιερώνονται στη διακόσμηση ζώνες με επαναλαμβανόμενες ζωικές μορφές: πουλιά, ελάφια, αίγαγροι, αλλά και σε μεγάλη έκταση θέματα από την καθημερινή ζωή και από τον μύθο, όπως η πρόθεση και εκφορά του νεκρού και οι αρματοδρομίες προς τιμή του (Εικ. 7).
Οι παραστάσεις αυτού του τύπου με μυθολογικό ή μη περιεχόμενο θα γίνουν συχνότερες στην επόμενη, ύστερη γεωμετρική ΙΙ, περίοδο (735-700 π.Χ.). Η ζώνη με τέτοιου είδους σκηνές απλώνεται σε όλη την επιφάνεια της κοιλιάς των αγγείων περιορίζοντας την καθεαυτό γεωμετρική διακόσμηση στο λαιμό και στη βάση τους. Οι μορφές αρχίζουν τώρα να ανοίγουν. Εγκαταλείπεται κοινώς η πλήρης σκιαγραφία και ο οφθαλμός, το πρόσωπο, οι λεπτομέρειες του γυναικείου ενδύματος αποτυπώνονται με σκοτεινό περίγραμμα στο ανοιχτόχρωμο βάθος της επιφάνειας του αγγείου (Εικ. 8).
Εκτός από την Αττική, ένα σημαντικό κέντρο κεραμεικής της γεωμετρικής εποχής είναι και η Κόρινθος με παρόμοιες φάσεις εξέλιξης και ιδιαίτερο γνώρισμα τους πολλούς, λεπτούς, φίνους επάλληλους δακτυλίους που περιβάλλουν στο μεγαλύτερο μέρος του το σώμα του αγγείου (Εικ. 9). Χαρακτηριστικά σχήματα είναι η κοτύλη (αγγείο πόσης), ο σφαιρικός αρύβαλλος (είδος μυροδοχείου) και η κωνική οινοχόη. Σπουδαίο επίσης κέντρο είναι και η Αργολίδα, με τους χαρακτηριστικούς ωοειδείς κρατήρες και τη διακόσμηση με τους αντιμέτωπους πεζούς ιππείς σε ορθογώνια πλαίσια (Εικ. 10). Στα νησιά του Αιγαίου διαπιστώνεται επίσης πλούσια κεραμεική παραγωγή. Στις Κυκλάδες και στην Εύβοια συνηθίζονται οι πιθαμφορείς, όπου κυριαρχεί η διακόσμηση σε μετόπες. Στη Ρόδο, στην Κω και στα λοιπά Δωδεκάνησα, συνηθίζεται η διακόσμηση με σχηματοποιημένα άνθη και άλλα κοσμήματα ανατολικής προέλευσης (Εικ. 11), σε κανθάρους, κύπελλα και οινοχόες. Στη Σάμο εμφανίζονται από νωρίς κοσμήματα δανεισμένα από την Ανατολή (Εικ. 12), ενώ στην Κρήτη είναι φανερή η σχέση με τη ντόπια παράδοση. Εκτός όμως από τον νησιωτικό χώρο, σημαντική θέση έχει και το Θεσσαλικό εργαστήριο κεραμεικής, επηρεάζοντας την εξέλιξη της αγγειοπλαστικής αυτών των χρόνων.
Στειακάκης Χρυσοβαλάντης
(Ιστορικός Τέχνης)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
• Gombrich, E.H., Το χρονικό της τέχνης, μτφρ. Λ. Κάσδαγλη, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 2006.
• Κοκκορού-Αλευρά, Γ. Η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία (1050-50 π.Χ), Αθήνα, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1995.
• Χόνορ, Χ. – Φλέμινγκ, Τζ., Ιστορία της τέχνης, τόμος 1, μτφρ. Α. Παππάς, Αθήνα, Εκδόσεις Υποδομή, 1991.