Η Τέχνη δεν έχει πρόθεση να μας προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα: «Η Τέχνη δεν μας πληγώνει. Τα δάκρυα που χύνουμε σ? ένα θεατρικό έργο είναι ένα δείγμα των στείρων συγκινήσεων που δουλειά της Τέχνης είναι να διεγείρει. Κλαίμε, αλλά δεν είμαστε πληγωμένοι. Θλιβόμαστε χωρίς η θλίψη μας να είναι πικρή. Στην αληθινή ζωή του ανθρώπου, όπως κάπου λέει ο Σπινόζα, η θλίψη είναι ένα πέρασμα σε μια βαθμίδα μικρότερης τελειότητας. Αλλά η θλίψη με την οποία η Τέχνη μας γεμίζει είναι εξαγνισμός και μύηση? Μέσα απ? την Τέχνη, και μονάχα μέσα απ? αυτήν, την τελείωσή μας να πετύχουμε μπορούμε».
Σε ένα άλλο σημείο εντούτοις, ο συγγραφέας χαρακτηρίζει την τέχνη ανήθικη, ιδωμένη υπό την κοινωνική οπτική. Η Τέχνη για τον Όσκαρ Ουάιλντ δεν υπηρετεί την κοινωνία των ανθρώπων, η οποία θέτει τα θεμέλια της ηθικής. Για να δικαιολογήσει τον ισχυρισμό του, αναφέρει ότι «ο σκοπός της τέχνης είναι η συγκίνηση για χάρη της συγκίνησης, ενώ η συγκίνηση για χάρη της δράσης είναι ο σκοπός της ζωής, κι εκείνης της πρακτικής οργάνωσης της ζωής που ονομάζουμε κοινωνία. Η κοινωνία που είναι η αρχή και η βάση της ηθικής, υπάρχει μονάχα για να συγκεντρώνει την ανθρώπινη ενέργεια και, για να εξασφαλίσει τη δική της συνέχιση και υγιή σταθερότητα, απαιτεί, και μάλιστα πολύ σωστά, χωρίς αμφιβολία, από κάθε πολίτη της να συνεισφέρει κάποιο είδος δημιουργικής εργασίας στην κοινή ευημερία, και να μοχθεί και να δουλεύει ώστε να συντελείται το έργο της ημέρας. Η κοινωνία συχνά συγχωρεί τον εγκληματία, σε καμιά περίπτωση όμως τον ονειροπόλο. Οι ωραίες ανιδιοτελείς συγκινήσεις που η τέχνη μάς προκαλεί είναι σιχαμερές στα μάτια της κοινωνίας».
Ο Όσκαρ Ουάιλντ προχωρά λίγο ακόμα το συλλογισμό του, καταθέτοντας ότι οι άνθρωποι, καταδυναστευόμενοι από την τυραννία του φρικτού κοινωνικού ιδανικού της προσφοράς εργασίας για το καλό του συνόλου, «αδιάντροπα θα σε πλησιάσουν σε κάποια ιδιωτική έκθεση έργων ζωγραφικής κι σ? άλλους χώρους ανοιχτούς για το κοινό και με δυνατή, στεντόρεια φωνή θα σε ρωτήσουν ?Τι είναι αυτά που φτιάχνετε;?, ενώ ?Τι σκέφτεστε;? είναι η μόνη ερώτηση που ένας πολιτισμένος άνθρωπος θα έπρεπε να επιτρέπει στον εαυτό του να ψιθυρίσει στο διπλανό του. Χωρίς καμιά αμφιβολία, αυτοί οι καλοπροαίρετοι και έντιμοι άνθρωποι ρωτάνε με καλή πρόθεση. Και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που δείχνουν τόσο πληκτικοί. Ωστόσο, κάποιος θά? πρεπε να τους διδάξει ότι, ενώ κατά τη γνώμη της κοινωνίας ο Στοχασμός είναι το φοβερότερο αμάρτημα στο οποίο κάθε πολίτης μπορεί να υποπέσει, κατά την άποψη της ύψιστης κουλτούρας είναι η πλέον αρμόζουσα ενασχόληση για τον άνθρωπο?Είναι απείρως πιο δύσκολο να μιλάς για κάτι παρά να το κάνεις. Επίσης, το να μην κάνεις τίποτα είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο και συνάμα το πιο πνευματικό. Για τον Πλάτωνα, με το πάθος του για τη σοφία, ήταν η ευγενέστερη μορφή ευγένειας. Για τον Αριστοτέλη, με το πάθος του για τη γνώση, ήταν επίσης η ευγενέστερη μορφή ενέργειας? Οι εκλεκτοί υπάρχουν για να μην κάνουν τίποτα. Η δράση είναι περιορισμένη και σχετική. Απεριόριστο και απόλυτο είναι το όραμα εκείνου που κάθεται άνετα και παρατηρεί και που ολομόναχος βαδίζει και ονειροπολεί».
Ο ανατρεπτικός συγγραφέας απαλλάσσει από την υποχρέωση της συστηματικής εργασίας προς όφελος του κοινωνικού συνόλου τους εκλεκτούς ανθρώπους του πνεύματος. Θεωρεί ότι μια εντατική εργασιακή ενασχόληση θα στερήσει από τους ίδιους τη διάθεση της πνευματικής δημιουργίας που αποτελεί το δυσκολότερο εγχείρημα, το οποίο, ούτως ή άλλως, δεν είναι προορισμένοι να επιτελέσουν όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι. Προσωπικά θα συνταχθώ με την άποψη του Ουάιλντ, με τη μόνη διαφορά ότι θεωρώ την ίδια την πνευματική εργασία, στην οποία εντάσσεται σαφέστατα και η καλλιτεχνική, ένα είδος κοινωνικής προσφοράς και μάλιστα πολύτιμης και ως τέτοια οφείλει να αναγνωρίζεται από όλους.
Βεβαίως τα ερωτήματα που αναδύονται από τα προαναφερθέντα είναι τα ακόλουθα: Υπάρχει τρόπος να πειστεί η κοινωνία μας ότι το πνευματικό έργο των φύσει χαρισματικών ανθρώπων συνιστά τη μεγαλύτερη απόδειξη συνεισφοράς των δημιουργών του στην εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικού συνόλου, συνεπώς οι ίδιοι οι δημιουργοί θα μπορούσαν και να απέχουν από το μόχθο της καθημερινής εργασιακής υποχρέωσης; Και ακόμα υπάρχει καμία πιθανότητα να γίνει κοινώς αποδεκτή αυτή η αποχή των ανθρώπων του πνεύματος από την καθημερινή εργασία χάριν της ονειροπόλησης που θα γεννήσει τη δημιουργία, χωρίς ουδεμιά στιγμή να φθάσει στα αυτιά μας η γνωστή σε όλους επωδός «Γιατί εκείνος και όχι εγώ;». Λες και είναι σύμφυτο με τη φύση μας το ότι όλοι είναι ικανοί για όλα ή τέλος πάντων ότι όλοι είναι φύσει δομημένοι να ακολουθήσουν στη ζωή κοινή και (προς Θεού!) όχι αποκλίνουσα διαδρομή.