Τι σχέση έχει ο στοχασμός, ως διανοητική διαδικασία, με την τέχνη; Ο Νορμανδός λογοτέχνης
επιχειρεί να ερμηνεύσει πώς ένα έργο τέχνης προκύπτει κυρίως έπειτα από τον εμβριθή στοχασμό του δημιουργού του. Στο περιοδικό
«Διαβάζω» (αριθμ. 143, 7-5-86, σελ. 46) που περιέχει ένα αφιέρωμα στον εν λόγω συγγραφέα, φιλοξενείται το παρακάτω αποκαλυπτικό κείμενο του:
«Στοχάσου, στοχάσου, προτού γράψεις. Πρώτα να συλλάβει ο νους. Αυτό το αξίωμα του μεγάλου Γκαίτε είναι η πιο απλή και η πιο εξαίσια σύνοψη και εντολή όλων των πιθανών έργων τέχνης? Να έχεις πάντα στο νου σου το πρωτότυπο, και τίποτε άλλο? Η τέχνη είναι μια αναπαράσταση, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε παρά πώς να αναπαραστήσουμε. Πρέπει το πνεύμα του καλλιτέχνη να είναι σαν τη θάλασσα, τόσο απέραντο, ώστε να μη φαίνονται τα όριά του, τόσο αγνό, ώστε να καθρεφτίζονται βαθιά μέσα του τα αστέρια του ουρανού».
Η εμμονή του Φλομπέρ στην αναγκαιότητα του να συλλάβει ξεκάθαρα ο εκάστοτε καλλιτέχνης με το νου τη ιδέα, προτού επιχειρήσει να την αποδώσει με τα μέσα που έχει στη διάθεσή του, συνιστά αξίωμα για τον Γκαίτε, το οποίο φαίνεται πως ασπάζεται απόλυτα και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός. Στο πρώτο στάδιο της πνευματικής προεργασίας, ο καλλιτέχνης έχει χρέος, για τον Φλομπέρ, να αποδυναμώσει τον προσωπικό κόσμο των αισθημάτων του. Ο νους είναι εκείνος που θα κατευθύνει τα αισθήματα, δίνοντας το σύνθημα σε αυτά να ξεδιπλωθούν και να αφήσουν το αποτύπωμά τους σε οιοδήποτε έργο.
Κι επειδή κάναμε λόγο για τα αισθήματα και το δευτερεύοντα ρόλο που διαδραματίζουν στην σύνθεση ενός έργου τέχνης, εν συγκρίσει με το ρόλο του νου, στο βιβλίο του Μπέρντσλεϋ Μ., «Ιστορία των αισθητικών θεωριών» (μετάφραση Δημοσθένη Κούρτοβικ ? Παύλου Χριστοδουλίδη, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα, 1989, σελ. 277-281), διαβάζουμε την ακόλουθη, συναφή με τα προαναφερόμενα, τοποθέτηση του Φλομπέρ για την παρέμβαση των αισθημάτων στο έργο ενός καλλιτέχνη:
«Η τέχνη οφείλει να υψώνεται πάνω από τα προσωπικά αισθήματα και τις νευρικές ευαισθησίες! Είναι πια καιρός να της δώσουμε την ακρίβεια των φυσικών επιστημών?».
Η τέχνη για τον Φλομπέρ δεν είναι παρά μια αναπαράσταση, και ως τέτοια, οφείλει να είναι πιστή στο πρωτότυπο. Για να επιτευχθεί η πιστή αναπαράσταση, θα πρέπει ο εκάστοτε δημιουργός να έχει προηγουμένως κατανοήσει σε βάθος το περιεχόμενο και τη δομή εκείνου που πρόκειται εν συνεχεία να αναπαραστήσει καλλιτεχνικά. Θα πρέπει, με άλλα λόγια, να έχει αποκρυσταλλώσει το θέμα του μέσα από μια μακρά (επίπονη ενίοτε) διαδικασία νοητικής επεξεργασίας των παραμέτρων που τυχόν σχετίζονται με αυτό. Προτού ξεκινήσει να αφήνει το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα, οφείλει να έχει μορφώσει μια ορθολογικά τεκμηριωμένη άποψη για το δύσκολο εγχείρημα που πρόκειται να αναλάβει. Τα αισθήματα οφείλουν να παραγκωνίζονται ή στο βαθμό που παρεμβαίνουν, υπηρετούν σαφέστατα τις επιταγές του νου.
Ο Φλομπέρ, όπως και ο Ζολά, ως εκπρόσωποι της ρεαλιστικής θεωρίας της λογοτεχνίας, τάσσονται υπέρ της μεθόδου που εφαρμόζει ένας εμπειρικός επιστήμονας στην προσπάθειά του να παρατηρήσει συστηματικά τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις των ανθρώπων. Η τακτική αυτή, στο πεδίο της ρεαλιστικής λογοτεχνίας, συμβάλλει στην όσο το δυνατό πιο αντικειμενική απόδοση των πράξεων και των κινήτρων των ανθρώπων που αποτελούν δυνάμει τους ήρωες της λογοτεχνίας. Αντιθέτως, η συναισθηματική εμπλοκή του συγγραφέα ? παρατηρητή με τα πρόσωπα που παρατηρεί, δημιουργεί διαστρεβλώσεις στους λογοτεχνικούς ήρωες, τους εμπνευσμένους από τα αληθινά πρόσωπα, λόγω των υποκειμενικών επεμβάσεων του λογοτέχνη. Το γεγονός αυτό για τους υπέρμαχους της ρεαλιστικής αισθητικής, πολύ δε περισσότερο της νατουραλιστικής, κρίνεται απευκταίο, καθώς επηρεάζει καταλυτικά και την οπτική του αναγνώστη, η οποία κατευθύνεται από εκείνη του συγγραφέα.
Με βάση τα παραπάνω, προκύπτουν προς διερεύνηση τα εξής θέματα: Πόσο εφικτή είναι η αποδυνάμωση των αισθημάτων ενός δημιουργού τόσο κατά τη διεργασία της πνευματικής επεξεργασίας, όσο και κατά τη σύνθεση του έργου του; Πόσο σίγουροι είμαστε ότι η ρεαλιστική καλλιτεχνική αποτύπωση των πράξεων και της συμπεριφοράς των ανθρώπων που ασπάζεται ο Φλομπέρ και οι θιασώτες του ρεαλιστικού κινήματος, δεν ενέχει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τον υποκειμενισμό του δημιουργού; Και ακόμα: Έστω ότι δεχόμαστε πως η αναπαράσταση είναι ρεαλιστική, συνεπώς εγγίζει τα όρια της αντικειμενικότητας. Πόσοι βέβαιοι είμαστε ότι μια ρεαλιστική καλλιτεχνική απόδοση απευθύνεται αποκλειστικά στην ορθή λογική των αποδεκτών της, αποκλείοντας την ενεργοποίηση του συναισθηματικού κόσμου τους;