Πολλοί είναι οι θεωρητικοί, οι οποίοι κατά το παρελθόν έχουν επιχειρήσει να κατανοήσουν τη σχέση που ενυπάρχει ανάμεσα στην αισθητική εμπειρία, την κατανόηση όσων αναπαρίστανται στα έργα τέχνης και τη γνώση. Η αισθητική εμπειρία που βιώνει ο αποδέκτης ενός έργου τέχνης τού προσφέρει τη δυνατότητα να προβαίνει σε λεπτές διακρίσεις, να σκέφτεται με συμβολικούς τρόπους, χρησιμοποιώντας οπτικά σύμβολα, να ερμηνεύει και να συγκρίνει. Η αισθητική εμπειρία προϋποθέτει μια μορφή κατανόησης, όπου το έργο διαδραματίζει ένα συγκινησιακό και ταυτόχρονα γνωστικό ? γνωσιακό ρόλο.
Ο θεωρητικός Γκούντμαν, Ν. στο έργο του «Γλώσσες της τέχνης» (Μετάφραση: Βλαγκόπουλος, Π., Αθήνα, Εκκρεμές, 2005, σελ. 333-348) επισημαίνει ότι «στην αισθητική εμπειρία το συναίσθημα αποτελεί το μέσο για να διακρίνουμε τις ιδιότητες τις οποίες έχει και εκφράζει το έργο», γι? αυτό και τα συναισθήματα είναι γνωσιακά χρήσιμα, δηλαδή μας επιτρέπουν να προβούμε σε διακρίσεις και συσχετισμούς προκειμένου να εκτιμήσουμε ένα έργο τέχνης και να το εντάξουμε στο σύνολο των εμπειριών μας για τον κόσμο. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τον Γκούντμαν, Ν. (σελ. 346), εκτός από το συναίσθημα που ως θεατές νιώθουμε απέναντι σε ένα έργο τέχνης, πρέπει να εντοπίσουμε και το συναισθηματικό περιεχόμενο που υφίσταται στο αναπαριστώμενο αντικείμενο. Γι? αυτό και τα συναισθήματα λειτουργούν όχι απομονωμένα, αλλά σε συνδυασμό μεταξύ τους και με άλλα γνωστικά μέσα, όπως είναι για παράδειγμα η αντίληψη. Ακόμα, τα συναισθήματα επηρεάζονται από τις γνωσιακές διαδικασίες της σύγκρισης, της αντίθεσης και της οργάνωσης.
Συνεπώς, για να βιώσει ο άνθρωπος μια αισθητική θεωρία, θα πρέπει προηγουμένως να έχει αναπτύξει πλήρως και να έχει προβεί σε εντατική χρήση της ικανότητάς του να κατανοεί. Ο Γκούντμαν, Ν. (σελ. 334) παραδέχεται ότι «η αισθητική εμπειρία είναι δυναμική και όχι στατική. Απαιτεί τη διενέργεια λεπτών διακρίσεων και την ανακάλυψη πολύπλοκων σχέσεων, την ταυτοποίηση συμβολικών συστημάτων και χαρακτήρων στο πλαίσιο αυτών των συστημάτων, καθώς και αυτού που καταδηλώνεται ή δειγματίζεται από τους συγκεκριμένους χαρακτήρες. Απαιτεί επίσης την ερμηνεία έργων και την αναδιοργάνωση του κόσμου με τους όρους των έργων, καθώς και των έργων με τους όρους τα κόσμου. Σε αυτή τη συνάντηση επιστρατεύονται πολλές από τις εμπειρίες και τις ικανότητές μας, οι οποίες μάλιστα είναι δυνατόν να μεταμορφωθούν μέσα απ? αυτήν».
Η αισθητική εμπειρία, ως εμπειρία γνωσιακή, είναι εμποτισμένη με συμβολικά χαρακτηριστικά. Η τέχνη χρησιμοποιεί σύμβολα για να δώσει ώθηση στον θεατή να ανακαλύψει τη γνώση, μέσα από μια διαδικασία κατανόησης και αποκωδικοποίησης. Και όπως είναι προφανές, τα οικεία σε εμάς σύμβολα είναι εκείνα που εσωτερικεύονται ευκολότερα, εφόσον κατανοούνται άμεσα από εμάς σε αντίθεση με ένα πυκνό συμβολικό σύστημα που δυσχεραίνει την κατανόησή του εκ μέρους των θεατών. Επιπρόσθετα, ο τρόπος με τον οποίο αναγιγνώσκουμε ένα σύμβολο και η γνώση που εισπράττουμε από αυτή την ανάγνωση ποικίλλει, όπως επισημαίνει ο Γκούντμαν, Ν. (σελ. 359), ανάλογα με εκείνα που οι ίδιοι, ως θεατές, συνεισφέρουμε σε μια τέτοια διαδικασία ανακάλυψης και επανεκτίμησης των συμβόλων του πολιτισμού μας.
Μήπως, έπειτα από τα παραπάνω, θα πρέπει να αρχίσουμε να αντικρίζουμε την αισθητική εμπειρία, ως μια διαδικασία πιο σύνθετη από την απλή ανακίνηση συναισθημάτων;