Παράλληλα, ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση για το τι είναι η ανθρώπινη ευφυΐα, αν μπορεί να μετρηθεί, αν κληροδοτείται και πόσο επηρεάζεται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου προβληματισμού, διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα στην Αμερική αλλά και σε χώρες της δυτικής Ευρώπης χρησιμοποίησαν σε μεγάλη έκταση εργαλεία (δοκιμασίες), που τους επέτρεπαν τη μέτρηση του δείκτη νοημοσύνης των ανθρώπων.
Η επιστημονική απάντηση στα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω δόθηκε μόλις το 1983 από τον Γάλλο νομπελίστα γενετιστή, ονόματι Albert Jacquard, ο οποίος με την πραγματεία του «Εγώ και οι άλλοι», κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως, και των δύο φύλων, διαθέτουν το απαιτούμενο ποσοστό ευφυΐας, ώστε να κατακτήσουν υψηλούς στόχους σε οποιονδήποτε τομέα με τον οποίο πρόκειται στο μέλλον να ασχοληθούν.
Η ανακάλυψη του Jacquard κόμισε νέα δεδομένα στη βιογενετική επιστήμη, αναφορικά με την ανθρώπινη νόηση. Είναι επιστημονικά αποδεκτό σήμερα ότι οι ανθρώπινες νοητικές ιδιότητες καθορίζονται τόσο από τον γενετικό παράγοντα, όσο και από το περιβάλλον. Μάλιστα, το ποσοστό του γενετικού προσδιορισμού των ανθρωπίνων δυνατοτήτων δεν είναι εφικτό να μετρηθεί με ακρίβεια, αφού δεν μπορούμε να απομονώσουμε ανθρώπους σε ένα περιβάλλον απολύτως ελεγχόμενο πειραματικά. Εξάλλου, κάθε πολιτισμός καλλιεργεί με διαφορετικό τρόπο την ευφυΐα. Τέλος, είναι γενικώς παραδεκτό από την επιστημονική κοινότητα ότι η ανθρώπινη νόηση έχει τεράστια ικανότητα προσαρμογής και εξέλιξης σε περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Τα παραπάνω πορίσματα απέδειξαν ότι οποιαδήποτε απόπειρα μέτρησης του δείκτη νοημοσύνης των ανθρώπων είναι όχι μόνο άχρηστη, αλλά και επικίνδυνη για τους τελευταίους. Ο βασικότερος λόγος που καθιστά επικίνδυνες τις πεποιθήσεις που επικροτούσαν κατά το παρελθόν τη μέτρηση της ανθρώπινης νοημοσύνης, είναι ότι αυτή ταξινομεί τους ανθρώπους στο μυαλό όσων είναι υπεύθυνοι για την εκπαίδευσή τους. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ταξινόμησης είναι ο κίνδυνος να έχουν οι εκπαιδευτές μικρότερες προσδοκίες από τους μαθητές με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, συνεπώς χωρίς να το θέλουν, να επηρεάζουν αρνητικά την επίδοσή τους.
Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία για την εκπαίδευση, με βάση τις προαναφερθείσες επιστημονικές κατακτήσεις, είναι ότι όλοι (με εξαίρεση όσους έχουν σοβαρές νοητικές αναπηρίες) διαθέτουν εν δυνάμει την ικανότητα να φθάσουν σε υψηλά νοητικά επίπεδα και να διακριθούν μεταξύ των άλλων. Προϋπόθεση, βεβαίως, για να επιτευχθεί ένας τέτοιος στόχος είναι να παρασχεθούν στους ανθρώπους οι κατάλληλες εκπαιδευτικές προϋποθέσεις από το περιβάλλον τους.
Η παραδοσιακή πεποίθηση που αναπαραγόταν ως τώρα και προβαλλόταν ως αυτονόητη αλήθεια, ότι δηλαδή στη ζωή και στα διάφορα επιτηδεύματα επιτυγχάνουν μόνο οι φύσει ευφυείς άνθρωποι καταρρίπτεται και η ευθύνη της επιτυχίας των ανθρώπων μετατοπίζεται στο εκπαιδευτικό σύστημα και τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι καλούνται να ενισχύσουν κατάλληλα όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές τους. Και επειδή, όπως αποδείχθηκε επιστημονικά, το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ο άνθρωπος διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη νοητική του εξέλιξη, είναι σαφές ότι το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να ενσωματώνει τα βιώματα των μαθητών, τα οποία αποκτήθηκαν μέσα στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον τους, αξιοποιώντας τα κατά την πορεία της μάθησης. Οι εκπαιδευτικοί ειδικότερα, θα πρέπει να ανακαλύψουν τρόπους διερεύνησης του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο μεγαλώνουν οι μαθητές τους. Έτσι, θα καταφέρουν να παράσχουν σε κάθε μαθητή τα εφόδια που εκείνος χρειάζεται για να επεξεργαστεί, ώστε να κατακτήσει την κοινωνική καταξίωση.
Στο χώρο των εικαστικών και λοιπών τεχνών, πόσοι είναι άραγε οι εκπαιδευτές οι οποίοι ενδιαφέρονται για το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσονται οι μαθητές τους; Πόσοι εξετάζουν τα κίνητρα που λαμβάνουν οι μαθητές τους από την οικογένεια και τον κοινωνικό τους περίγυρο, ώστε να τα αξιοποιήσουν, προκειμένου να οδηγήσουν τους μαθητές τους στην μετουσίωσή των εσωτερικευμένων βιωμάτων τους σε δημιουργία; Μήπως πολλοί από τους εκπαιδευτές αρκούνται σε διαπιστώσεις του τύπου: «Είναι/ Δεν είναι νοητικά προικισμένος μαθητής, άρα θα καταφέρει/ δε θα καταφέρει να ξεχωρίσει», αποποιούμενοι των όποιων δικών τους ευθυνών;