Σάββατο, 24 Οκτωβρίου 2009 23:05

Γιάννης Τσαρούχης: «Είμαι ερευνητής με μεγάλη περιέργεια»

Γράφτηκε από την 
Μελετώντας πριν από καιρό το βιβλίο του Γιάννη Τσαρούχη με τίτλο «Αγαθόν το εξομολογείσθαι» (εκδ. Καστανιώτη) βρέθηκα ενώπιον μιας ειλικρινούς εξομολόγησης από μέρους του συγγραφέα όσον αφορά στην καλλιτεχνική του υπόσταση. Σ? ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που είχε πρωτοδημοσιευτεί στο παρελθόν στον κατάλογο με έργα του καλλιτέχνη που εξέδωσε το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης με την ευκαιρία της αναδρομικής του έκθεσης στη Θεσσαλονίκη το 1981, ο Τσαρούχης μάς δίνει οδηγίες, χρήσιμες για την κατανόηση του έργου του. Ειδικότερα διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
«Για να καταλάβει κανείς τη δουλειά μου, πρέπει να καταλάβει πρώτα απ? όλα ότι είμαι ερευνητής με μεγάλη περιέργεια που ενθουσιάζεται κάθε τόσο απ? τις ανακαλύψεις του για μια στιγμή και ύστερα απογοητευμένος ψάχνει αλλού.
Θα ρωτήσει κανείς τι ψάχνω. Από μικρό παιδί ήθελα να μάθω τι είναι η ζωγραφική που τόσο με τραβούσε. Πώς γίνεται, και πώς τη μαθαίνει κανείς. Για να μάθω τα μυστικά της έχασα την πρωταρχική έλξη που ασκούσε επάνω μου, για να δημιουργήσω αρχίζοντας από το μηδέν μια νέα έλξη γι? αυτή.
Ήμουν και έμεινα ένας ερευνητής και ένας μαθητής όχι πάντα πολύ επιμελής».

Από το χωρίο που μόλις παρατέθηκε, θα καταθέσω ορισμένες σκέψεις μου, τις οποίες σας υποβάλλω για προβληματισμό.
Αρχικά έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επικεντρωθεί κανείς στο πώς χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Γιάννης Τσαρούχης τον εαυτό του, ως καλλιτέχνη. Αυτοχαρακτηρίζεται λοιπόν ως ερευνητής με μεγάλη περιέργεια και αυτή η φράση συνάδει απόλυτα με τη φιλοπεριέργη φύση του εκάστοτε καλλιτέχνη.
Όλοι μας συμφωνούμε πως ο δημιουργός οφείλει πριν απ? όλα να διακατέχεται από την τάση της ατέρμονης αναζήτησης του καινούριου, του καινοτόμου, του πρωτοποριακού. Η ιδιότητα αυτή του Τσαρούχη (αλλά -νομίζω- και κάθε δημιουργού) αιτιολογεί τον ενθουσιασμό που τον καταλαμβάνει κάθε που συναντιέται με μια νέα ανακάλυψη στην καλλιτεχνική του διαδρομή. Βεβαίως, όπως επισημαίνει ο ζωγράφος, η ανακάλυψη του καινούριου που αναδύεται μετά από κοπιώδη έρευνα, λόγω της εγγενούς ροπής του καλλιτέχνη προς νέες περιπέτειες, ακυρώνεται πολύ γρήγορα από μια νέα ανακάλυψη και αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται διαρκώς? Ενθουσιασμός και διάψευση, δύο έννοιες διαχρονικά αλληλένδετες με την ιδιοσυστασία του ζωγράφου.

Σ? ένα άλλο σημείο της εξομολόγησής του, ο Τσαρούχης μάς πληροφορεί ότι παιδιόθεν επιθυμούσε να μάθει τι ήταν η ζωγραφική, πώς γεννιέται και πώς μαθαίνεται. Για ένα μόνο ήταν σίγουρος, για το ότι η ζωγραφική τον ήλκυε πολύ. Ξεκίνησε έτσι να ανακαλύπτει τα μυστικά της.
Το σημείο εκείνο που θεωρώ ότι χρήζει της προσοχής μας είναι η παραδοχή του ζωγράφου ότι κατά τη διαδικασία της μύησής του στον κόσμο της ζωγραφικής τέχνης, χάθηκε η πρωταρχική έλξη που η ζωγραφική ασκούσε στην ψυχή του κατά την παιδική του ηλικία. Η δύναμη της μάθησης να ματαιώνει την πρωτογενή, σχεδόν ανερμήνευτη έλξη που βιώνει κάποιος για ένα αντικείμενο συνιστά ένα κομβικό σημείο που έχει απασχολήσει σπουδαίους εκπροσώπους του λογοτεχνικού και του θεατρικού χώρου. Παρά τη διαπίστωση όμως αυτή του ζωγράφου, πιθανόν και λόγω της επιμονής και του φιλοπερίεργου χαρακτήρα του, έγινε εφικτή η δημιουργία μιας νέας έλξης για τη ζωγραφική τέχνη που, όπως καταγράφεται, ξεκίνησε από το μηδέν. Αξιοσημείωτο είναι το ότι ο καλλιτέχνης δεν θεωρεί σκόπιμο να αναλύσει περαιτέρω τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δύο έλξεων, της πρωταρχικής και της μεταγενέστερης, που η ζωγραφική ασκούσε σ? αυτόν.

Προσωπικά, δεν μπορώ να παραδεχτώ ότι αυτή η νέα έλξη του Τσαρούχη προς τη ζωγραφική είχε μηδενική αφετηρία, αφού θεμελιώθηκε εκ νέου στη βάση του μαθησιακού υπόβαθρου που αποκτούσε σταδιακά ο δημιουργός γύρω από το αντικείμενο που κέντριζε το ενδιαφέρον του. Ο Τσαρούχης αποφεύγει να αναφερθεί στο κατά πόσον υφίσταται ο ίδιος βαθμός αυθεντικότητας του πρωταρχικού βιώματος των παιδικών χρόνων έναντι του μεταγενέστερου βιώματος της ενήλικης ζωής. Γιατί, ως γνωστόν, όσο μεγαλώνουμε, αποταμιεύουμε γνώσεις (ασχέτως εάν τις υποβάλλουμε ή όχι σε αξιολόγηση), συνεπώς αποκτούμε σταδιακά ένα σύνολο γνώσεων και εμπειριών που συνιστά το πλαίσιο βάσει του οποίου ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Αναμφίβολα χάνεται η παρθένα ματιά στα πράγματα.
Οι γνώσεις που με τον καιρό κατακτούμε εκπορεύονται από ένα σύστημα αυστηρά οριοθετημένο από το πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Για παράδειγμα, αν αναφερόμαστε στη χώρα μας, υπάρχει στόχευση να μεταδίδονται σ? εμάς γνώσεις που συνάδουν με όσα ο δυτικός πολιτισμός έχει αξιολογήσει ως θετικά και ως τέτοια, τα αποδέχεται. Μήπως άραγε κατά τη διαδικασία συλλογής γνώσεων διαμορφώνουμε τις απόψεις μας, διαμορφωνόμενοι ταυτοχρόνως από άλλους;

Ο καλλιτέχνης Γιάννης Τσαρούχης παραδέχεται στο τέλος του αποσπάσματος, ότι δεν υπήρξε πολύ επιμελής μαθητής. Σε ό,τι με αφορά, θα ήθελα να ερμηνεύσω ότι ο Τσαρούχης με τη φράση αυτή εξομολογείται, κλείνοντάς μας το μάτι, ότι δεν ήταν ένας μαθητής που αποκτούσε άκριτα την πληροφορία που κάθε φορά αναζητούσε. Γιατί η στείρα απομνημόνευση της γνώσης μόνο απώθηση προς το αντικείμενο που επιθυμούμε να κατακτήσουμε και σίγουρα όχι έλξη είναι ικανή να θεμελιώσει?
.

 

Ειρήνη Σπυριδάκη

Aσχολούμαι με την μοντέρνα ζωγραφική και κατοικώ στο Ηράκλειο Κρήτης. Έχω σπουδάσει Κλασική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, με μεταπτυχιακά στο ΕΑΠ. Μαθήτευσα στο εργαστήρι ζωγραφικής του λέκτορα αισθητικής αγωγής Αζαρία Μαδανιάν. Έχω συμμετάσχει σε διεθνείς και πανελλήνιες ομαδικές εκθέσεις, αποσπώντας διακρίσεις σε διαγωνισμούς και έχω πραγματοποιήσει μία ατομική έκθεση.