Η τεχνική του Σαρντέν αποτελούσε νεωτερισμό για τους Γάλλους ζωγράφους του αιώνα του, που είχαν την τάση να φροντίζουν υπερβολικά κάποια περιγραφή των πραγμάτων και να παραβλέπουν την αξία της ζωγραφικής ύλης.
Στον Σαρντέν οι μορφές των αντικειμένων καθορίζονται προσεκτικά με το φως που περιβάλλει κάθε πράγμα, δίνοντας ευρύτητα στον ορισμό των όγκων. Το ίδιο βαθμιαίο πέρασμα με υπομονετικά και πολυδουλεμένα στρώματα από τον έναν τόνο στον άλλον, συμβάλλει στο δυνάμωμα μιας εντυπώσεως ομοιογένειας και στο να δείξει τις εξαιρετικές του ικανότητες στη χρήση του χρώματος. Η τέχνη του Σαρντέν έχει μια καθαρά εικονογραφική και αισθητική ομορφιά, αποδεσμευμένη όχι τόσο από το θέμα, όσο από τον ψευδαισθητισμό. Η σύνθεσή του είναι απλή, συμμετρική και ισορροπημένη. Ο Ντιντερό, συνόψισε σε μια φράση το δαιμόνιο του καλλιτέχνη: «Ο Σαρντέν δεν έχει τεχνοτροπία. Λάθος, έχει τη δική του.
Ο Σαρντέν είναι ο δάσκαλος στις νεκρές φύσεις. Προτιμά τα απλά αντικείμενα, μαγειρικά σκεύη, φρούτα, πράγματα που κλείνουν την ποίηση της καθημερινής ζωής. Συγκινείται από τη συναισθηματική γαλήνη του οικογενειακού βίου, από τους ήπιους τόνους του εσωτερικού χώρου, όπου όλα τα στοιχεία είναι τακτοποιημένα και οικεία. Και όταν ζωγραφίζει πρόσωπα, τα εικονίζει σε μια στιγμή στάσεως. Επιδίωξή του ήταν να συλλάβει και να εκφράσει την βαθύτερη μορφή των αντικειμένων, να αποτυπώσει το μυστικό της χρωματικής μουσικής που πηγάζει από τις σχέσεις τους και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα. Ο πίνακας του «Νεκρή φύση», είναι οργανωμένος με ένα σύστημα τονικών διαβαθμίσεων, συγκροτεί μια ενότητα μορφών και επιπέδων, συμφιλιώνεται με τους λεπτούς διαδοχικούς τόνους το φως με τη σκιά. Όλα τα στοιχεία δένονται με τη μεγαλύτερη προσοχή στις λεπτομέρειές τους, το χρώμα αντανακλάται και καθρεπτίζεται μέσα σο άλλο, ενώ οι όγκοι διατηρούν τη μορφική κι την υλική τους πληρότητα μέσα στον χώρο. Ο Σαρντέν εκφράζεται και εργάζεται με το χρώμα. Με αυτό σχεδιάζει αρχίζοντας από τις πιο σκιερές περιοχές για να προχωρήσει στις φωτεινές, όπου η κλίμακα των τόνων πλουτίζεται για να ολοκληρωθεί σε μια ενότητα οπτικής συμφωνίας.
Οι νεκρές φύσεις του Σαρντέν είναι κάτι καινούριο στη ζωγραφική του 18ου αιώνα. Ο Σαρντέν επιμένει με πείσμα σε αυτό το περιφρονημένο από τις Ακαδημίες είδος, που είχε αρχίσει να το καλλιεργεί αναγκαστικά όταν ζωγράφιζε παραπετάσματα, καλύμματα για πόρτες και άλλα. Στο έργο του «Νεκρή φύση με πίπα», 1760-1763, τα αντικείμενα διατηρούν την λάμψη της καθημερινής ζωής, δεν είναι άψυχα, αλλά ζωντανά και οι επιφάνειές τους αντιφεγγίζουν το φως. Ο Ντιντερό έλεγε ότι δεν μπορεί κανείς να καταλάβει από πού προέρχεται αυτή η μαγεία. Είναι παχιές στρώσεις χρώματος η μία πάνω στην άλλη και η εντύπωση που δημιουργούν ανεβαίνει από μέσα σαν ατμός. Άλλες φορές, μια ανάλαφρη πνοή, ένας αφρός επικάθεται στον πίνακα. Όταν πλησιάσεις όλα θαμπώνουν και χάνονται, όταν απομακρύνεσαι τα πάντα ξαναγεννιούνται.
Το πορτραίτο «Αυτοπροσωπογραφία», 1775, είναι όψιμο έργο του Σαρντέν. Ο καλλιτέχνης, προχωρημένης ηλικίας τότε, είχε αρχίσει από το 1770 περίπου να χρησιμοποιεί το παστέλ. Ωστόσο δεν διακρίνεται κανένα ίχνος παρακμής στον πίνακα, όπου ακόμα και οι σκιές είναι λεπτά χρωματισμένες και όπου λευκοί τόποι διαγράφουν τα φωτισμένα τμήματα. Ο ζωγράφος αυτός των νεκρών φύσεων, μας δίνει ένα υποδειγματικό πορτραίτο, ζωγραφίζοντας ένα πρόσωπο όπου διαβάζει κανείς τον αγέρωχο και πεισματάρικο χαρακτήρα του ανθρώπου. Επί πλέον, αρνείται τα διακοσμητικά στοιχεία και τις πόζες προβάλλοντας μια απλή κόμμωση, σαν ένα είδος διαμαρτυρίας. Ο Σαρντέν αποδεικνύεται ζωγράφος απαλλαγμένος από προκαταλήψεις.
Ο Σαρντέν είχε γοητευθεί από τη φλαμανδική τέχνη και στράφηκε από ένα διακοσμητικό γούστο, σε ένα ενδιαφέρον για το πραγματικό. Έτσι διαμόρφωσε ένα δικό του στυλ, απλό και ωστόσο τόσο κομψό, για να απεικονίσει την καθημερινή και τη σπιτική ζωή. Πέρα από την ανακάλυψη της πραγματικότητας, σε έναν τόνο χαμηλό και αστικό, υπάρχει μια οπτική ανακάλυψη γεμάτη συνοχή, ένας νέος τρόπος, εντελώς απαλλαγμένος από εικονογραφική επίδειξη, απόλυτα προσαρμοσμένος στη βιοθεωρία του. Χαρακτηριστική είναι η λιτότητα του πίνακα «Κορίτσι που καθαρίζει λαχανικά», με το φωτεινό και διάφανο χρώμα του και τους ανάμεικτους και αραιωμένους τόνους. Στην οργάνωση η εικόνα είναι καθαρή αλλά γεμάτη αποχρώσεις και οι λεπτομέρειες της μορφής έχουν κάτι το θωπευτικό. Πάνω από όλα υπάρχει η προτίμηση του καλλιτέχνη για θέματα που βρίσκονται έξω από τα ακαδημαϊκά είδη και που εξυψώνονται χάρη στην αυστηρότητα του ζωγραφικού ύφους.
Βιβλιογραφία:
- E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 14ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτων), (Λούβρο-Παρίσι), (Παλαιά Πινακοθήκη-Μόναχο), (Ουφίτσι-Φλωρεντία), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
- Ιστοσελίδα της Wikipedia