Δευτέρα, 09 Σεπτεμβρίου 2013 22:16

Η αρχιτεκτονική στη ζωγραφική του Pieter Saenredam.

Γράφτηκε από την 
Pieter Saenredam, Άποψη της Buurkerk προς τα βόρεια, 1654, ελαιογραφία σε ξύλινο πάνελ 0.59x0.42μ, ενυπόγραφο, Άμστερνταμ, Six collection. Pieter Saenredam, Άποψη της Buurkerk προς τα βόρεια, 1654, ελαιογραφία σε ξύλινο πάνελ 0.59x0.42μ, ενυπόγραφο, Άμστερνταμ, Six collection.

Ο Pieter Jansz Saenredam (1597-1665), ήταν ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες των Κάτω Χωρών, γνωστός για τα χαρακτηριστικά σχέδιά του, που απεικονίζουν εσωτερικά εκκλησιών. Γεννήθηκε στο Zaandam, που τότε ονομαζόταν Saenredam, από το οποίο πήρε και το επώνυμό του. Ο πατέρας του, Jan Pietersz Saenredam, ήταν από τους γνωστούς τυπογράφους και χαράκτες της εποχής και ενθάρρυνε το γιο του στην ενασχόληση με τη ζωγραφική.

O καλλιτέχνης διαφοροποιήθηκε από τους σύγχρονούς του αρχιτέκτονες και ζωγράφους, αφού ήταν ο μόνος που ασχολήθηκε με τη σχολαστική αποτύπωση των κτιρίων, την εφαρμογή μαθηματικών κανόνων στην προοπτική τους απεικόνιση και τις ακριβείς μετρήσεις. Οι γνώσεις του πάνω στην παραστατική γεωμετρία, αλλά και η σχεδιαστική του ευχέρεια, σε συνδυασμό με την επιμονή, την εργατικότητα και τη μεθοδικότητά του, μετέτρεψαν το έργο του σε ένα από τα σημαντικότερα της τέχνης του μπαρόκ στις Κάτω Χώρες.

Τα σχέδιά του απεικονίζουν μεσαιωνικές εκκλησίες, γοτθικές ή υστερορωμανικές που λόγω της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης είχαν απαλλαγεί από τα διακοσμητικά στοιχεία των Καθολικών Εκκλησιών άλλων χωρών. Πραγματοποιούσε όλα τα σκίτσα και τις μετρήσεις των κτιρίων που αποτύπωνε επί τόπου, ενώ λέγεται πως ήταν ήρεμος χαρακτήρας, που του άρεσε να απομονώνεται και να εργάζεται απερίσπαστος˙ ίσως αυτός να ήταν ένας από τους λόγους που επέλεγε τα ήσυχα εσωτερικά των εκκλησιών. Εργαζόταν συστηματικά καθημερινά, σημείωνε με ακρίβεια τις ημερομηνίες, συχνά και τις ώρες, γεγονός που διευκόλυνε σημαντικά τη μελέτη των έργων του.

Η μέθοδος εργασίας του ήταν πολύ συγκεκριμένη. Επέλεγε μια εκκλησία και ξεκινούσε με τη λήψη όλων των απαραίτητων μετρήσεων. Το πρώτο του σχέδιο απεικόνιζε πάντα μια γενική προοπτική άποψη του εσωτερικού του ναού. Προσδιόριζε εξαρχής το σημείο φυγής, τη θέση του παρατηρητή και τη στάθμη της γραμμής του ορίζοντα και κατόπιν τόνιζε το στοιχείο της προοπτικής. Συχνά στερέωνε νήματα στους τοίχους, τα οποία κατέληγαν στο σημείο φυγής, με σκοπό να διευκολύνει τη δουλειά του.

Στη συνέχεια, προχωρούσε στην απεικόνιση πολυάριθμων επιμέρους σχεδίων, τα οποία πραγματοποιούσε μετακινούμενος σε διαφορετικά κάθε φορά σημεία του χώρου. Έτσι, για παράδειγμα, το ιερό ενός ναού μπορεί να απεικονιζόταν από πολυάριθμα σημεία, του βορρά ή του νότου, από κοντά ή από πιο μακριά, καθώς και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Τέλος, προχωρούσε στο σχεδιασμό του εξωτερικού των ναών. Αυτονόητο είναι, βέβαια, πως η διαδικασία αυτή, που συχνά περιελάμβανε και το σχεδιασμό λεπτομερών κατόψεων και κατακόρυφων τομών, διαρκούσε μήνες ή χρόνια. Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν εξαιρετικά πλούσιο και δικαίωνε την προσπάθεια του καλλιτέχνη.

Τα σκίτσα του ήταν εξαιρετικά λεπτομερή, αλλά ταυτόχρονα λιτά και ξεκάθαρα, αποδίδοντας με ακρίβεια την ατμόσφαιρα του χώρου, λόγω της χρήσης του φωτός και των διαβαθμισμένων σκιάσεων. Επέλεγε μολύβι, πενάκι και κιμωλίες για τις αρχικές χαράξεις και, στη συνέχεια, προσέθετε χρώμα για την απόδοση της υφής και των υλικών. Ο καλλιτέχνης συχνά παρέλειπε επίτηδες την τοποθέτηση ανθρώπινων μορφών ή άλλων στοιχείων όπως, για παράδειγμα, επίπλων, στα έργα του, δίνοντας έμφαση στα αρχιτεκτονικά μέλη του κτιρίου και τονίζοντας την ξεκάθαρή του μορφή. Τα στοιχεία αυτά του έργου του συνδέονται, από τους μελετητές, με τις θεωρίες του Palladio περί προοπτικής, ισορροπίας και συμμετρίας.

Ο συνδυασμός όλων των όψεων του Saenredam δίνει μια συνολική εικόνα του απεικονιζόμενου χώρου και συντελεί στο να αντιληφθεί κανείς με σαφήνεια τόσο τις διαστάσεις του όσο και την ατμόσφαιρα που θα απέπνεε κατά τη λειτουργία του η διαδικασία αυτή δεν διαφέρει πολύ από το εκφραστικό μέσο των τρισδιάστατων φωτορεαλιστικών απεικονίσεων που χρησιμοποιούν οι αρχιτέκτονες σήμερα. Επομένως, η ποιότητα του έργου του δεν αφορούσε μόνο στη σχεδιαστική ακρίβεια των μετρήσεών του και την εργατικότητά του, αλλά και στην ικανότητα που διέθετε να μεταφέρει το θεατή πίσω στο χρόνο, ζωντανεύοντας χώρους, όπως αυτός της Mariakerk, όταν κάποτε λειτουργούσε.

eik2Άποψη της Mariakerk προς τα βόρεια, 1638, ελαιογραφία σε ξύλινο πάνελ 0.70x1.05μ,ενυπόγραφο, Braunschweig, Herzog Anton-Ulrich Museum.

eik3Άποψη του ιερού της Mariakerk προς τα δυτικά, 1638, ελαιογραφία σε ξύλινο πάνελ 0.63x0.94μ, ενυπόγραφο, Αμβούργο, Hamburger Kunsthalle.

Ο Saenredam είχε γνώσεις γεωμετρίας και αρχιτεκτονικής σύνθεσης και, συνεπώς, μεγάλη ευχέρεια στην προοπτική απόδοση των χώρων. Οι μελετητές του έργου του, όμως, εντοπίζουν μικροσφάλματα, τα οποία αποδίδουν όχι σε ανεπάρκεια γνώσης όσο στην κατασκευή του ανθρώπινου ματιού, που τείνει να δημιουργεί μικρές οπτικές απάτες. Έτσι, ενώ ήταν απόλυτα σαφής και ξεκάθαρος ως προς την επιλογή του σταθερού σημείου παρατήρησης, οι ακμές των αντικειμένων που απεικονίζονταν δεν ήταν απόλυτα ευθείες και αυτό επειδή ο καλλιτέχνης παρατηρούσε το χώρο και με τα δύο μάτια, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα. Έτσι, οι γραμμές που ήταν παράλληλες με τους άξονες της επιφάνειας σχεδίασης έδειχναν να καμπυλώνουν ελαφρώς.

eik5Άποψη της Mariakerk προς τα ανατολικά, 1641, ελαιογραφία σε ξύλινο πάνελ 1.22x0.95μ, ενυπόγραφο, Άμστερνταμ, Rijksmuseum.Η ψευδαισθησιακή αυτή απεικόνιση είχε ως αποτέλεσμα τα έργα του να δείχνουν, παραδόξως, πολύ πειστικά και αληθοφανή. Η καθ' ύψος επιμήκυνση των κιόνων επιχειρείται συνειδητά από τον καλλιτέχνη. Όμως, αν περιοριζόταν μόνο σε αυτό, το τέχνασμα θα γινόταν αμέσως αντιληπτό από όλους. Ο Saenredam διευρύνει, ταυτόχρονα, τη γωνία θέασης, τονίζοντας το πλάτος, ώστε οι αναλογίες ύψους-μήκους-πλάτους να παραμένουν ανεπηρέαστες. Με τον τρόπο αυτό, ο θεατής μοιάζει να εισχωρεί στην τρισδιάστατη πραγματικότητα του κτιρίου. Αποτελεί τμήμα ενός ενιαίου συνόλου, επίτευγμα που ελάχιστοι καλλιτέχνες κατάφεραν στην ιστορία της ζωγραφικής.

Συνοψίζοντας, στο έργο του συνδυάζεται η ελεύθερη έκφραση και η καλλιτεχνική δημιουργία της ζωγραφικής με τη μεθοδικότητα και την οργάνωση της αρχιτεκτονικής σκέψης. Η επιλογή του να ασχοληθεί με την αποτύπωση των εσωτερικών χώρων των εκκλησιών ήταν εξαιρετικά επιτυχής, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η θρησκευτική Μεταρρύθμιση είχε δημιουργήσει ριζικές αλλαγές. Οι λιτές γραμμές και οι αυστηρές χαράξεις των έργων του, προϊόν εργατικότητας, μεθοδικότητας και συστηματικής προσπάθειας, είναι απόλυτα συμβατές με την αρχιτεκτονική τυπολογία της εποχής. Τα έργα του, όμως, δεν είναι απρόσωπα ή αυστηρά. Αποπνέουν γαλήνη και ηρεμία, ενώ εντάσσουν το θεατή σε μια ατμόσφαιρα οικεία και κατανυκτική. Επιπλέον, η χρήση της προοπτικής γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να συνδυάζεται η ακριβής αποτύπωση με την ψευδαισθησιακή εντύπωση του χώρου, ενώ οι ανθρώπινες μορφές τοποθετούνται στα κατάλληλα σημεία προκειμένου να αποδώσουν την αρχιτεκτονική κλίμακα.

Ο Saenredam δεν είναι ήταν απλός σχεδιαστής, αλλά ένας δημιουργικός και προικισμένος καλλιτέχνης, ο οποίος είχε το χάρισμα να μετατρέπει τη μονότονη, κατά τα φαινόμενα, εργασία των αρχιτεκτονικών αποτυπώσεων σε δημιουργική καλλιτεχνική πράξη υψηλής ποιότητας. Στα έργα του εισήγαγε το προσωπικό του ύφος με τρόπο, όμως, απλό και οικείο, με αποτέλεσμα να μπορεί να μεταφέρει τον κάθε θεατή πίσω στο χρόνο και στο χώρο. Έτσι, διαφοροποιήθηκε από τους σύγχρονούς του καλλιτέχνες, αναπτύσσοντας το προσωπικό του ιδίωμα και καταλαμβάνοντας τη δική του εξέχουσα θέση στην ιστορία της τέχνης του μπαρόκ.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Helmus Liesbeth, Pieter Saenredam,The Utrecht Work. Paintings and Drawings by the 17th-century Master of Perspective, The J.Paul Getty Museum, Los Angeles, 2002.
  • Hendrix Lee, The Sacred Spaces of Pieter Saenredam, The J.Paul Getty Museum, Los Angeles, 2002.
  • Ruurs Rob, Saenredam, the Art of Perspective, John Benjamins Publishing Co, 1987.
  • Schwartz Gary and Jan Bok Marten, Pieter Saenredam: The Painter and His Time, Abbeville Press, 1990.


Κατερίνα Ναστούλα

Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το 1977. Σπούδασα Αρχιτεκτονική στο Λονδίνο (Bachelor of Arts in Architecture,University of Greenwich) και τη Θεσσαλονίκη (Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνική Σχολή Α.Π.Θ.), ενώ ολοκλήρωσα τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Ιστορία της Τέχνης (Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή Α.Π.Θ.), αποφοιτώντας με άριστα. Ως ελεύθερος επαγγελματίας, ασχολούμαι με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό κατοικιών και σχολικών κτιρίων μικρής κλίμακας, ενώ, την τελευταία δεκαετία διδάσκω σχέδιο και αρχιτεκτονική σύνθεση.