Έλαβε ωστόσο, μια εξαιρετικά επιμελημένη φιλολογική και καλλιτεχνική αγωγή. Μετά το θάνατο των γονέων του, τον ανέλαβαν οι θείοι του Τιμόθεος Σάντι και Μπαττιστάντι Κιάρλα. Διαμορφώθηκε πρώτα στη γενέτειρά του, μάλιστα στο υψηλό και εκλεπτυσμένο πολιτιστικό περιβάλλον της αυλής των Μοντεφέλτρο. Δούλευε στο εργαστήρι του κυριότερου καλλιτέχνη της Σχολής της Ούμπρια, του Περουτζίνο (1446-1523).
Απόλυτη αίσθηση του μέτρου και ένα ισορροπημένο και γλυκό όραμα χαρακτηρίζουν τα πρώτα έργα του Ραφαήλ, γύρω στο 1500, όπως οι «Τρεις Χάριτες», το «Όνειρο του Ιππότη» και «Ο Άγιος Γεώργιος και ο δράκοντας», 1505-1506, όπου διακρίνεται η επίδραση του Περουτζίνο, με τον οποίο συνεργάστηκε στην Περούτζια, στη διακόσμηση του Εμπορικού μεγάρου.
Ο Ραφαήλ υπήρξε βοηθός του Πιντουρίκκιο στις τοιχογραφίες της βιβλιοθήκης Πικκολόμινι. Αυτή η πρώτη φάση της δραστηριότητάς του τελειώνει με τον περίφημο «Γάμο της Παναγίας», το 1504, έργο που φανερώνει έναν ώριμο ήδη καλλιτέχνη, ικανό να δώσει, στο κεντρικό μοτίβο του ναού, ένα ιδιαίτερο τόνο συγκεντρώσεως, κομψότητας και γλυκύτητας.
Τα έργα του ανοίγουν ένα παράθυρο, σε έναν κόσμο πιο γαλήνιο και πιο αρμονικό. Η τάση να αφομοιώνει ότι θαυμαστό έβρισκε στις διάφορες καλλιτεχνικές εκφράσεις, τον οδήγησε στη βαθειά επεξεργασία όλων των μεγαλύτερων ζωγραφικών εμπειριών της προηγούμενης περιόδου.
Ο Ραφαήλ είχε έναν πράο χαρακτήρα που του εξασφάλιζε την εύνοια των ισχυρών. Η αίγλη της Φλωρεντίας τραβούσε τον νεαρό καλλιτέχνη με μια μαγνητική έλξη. Κατά τα τέλη του 1504, ο Ραφαήλ έφτασε στη θρυλική πολιτεία των Μεδίκων, εφοδιασμένος με συστατική επιστολή για τον διοικητή Σοντερίνι. Ευγενικός, ταλαντούχος, με γοητευτική εμφάνιση, δεν άργησε να κατακτήσει τους πλούσιους φιλότεχνους.
Χαρακτηριστική είναι η περίοδος γύρω στο 1504, όταν ο Ραφαήλ, μελέτησε στη Φλωρεντία τις μεγάλες ζωγραφικές ανακαλύψεις του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Αποτέλεσμα της μελέτης αυτής είναι μια σειρά από ανυπέρβλητες σε ωραιότητα Παναγίες. Προϊόντα μεγάλης προκαταρκτικής εργασίας, που αποκαλύπτουν την αδιάκοπη προσπάθειά του να επιτύχει, πέρα από την σχηματοποιημένη μορφή, μια διατύπωση καθαρότατη και εκφραστική. Οι κυριότερες από αυτές είναι η «Παναγία του Μεγάλου Δούκα», το 1505, η «Παναγία με την καρδερίνα», το 1506 και η «Ωραία περιβολάρισσα» ή «Η Ωραία Κηπουρός», το 1507.
Εκτός από τις Παναγίες, στην ίδια εποχή ανήκουν μερικές θαυμάσιες προσωπογραφίες, όπως ο «Νέος με το μήλο», το 1504, οι προσωπογραφίες του Άντζελο και της Μανταλένα Ντόνι, το 1505, όπου μελετάτε η σχέση μορφής και τοπίου. «Η Έγκυος» το 1505-1507, και η «Μουγκή» το 1507, χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα για την έντονη ψυχολογική διείσδυση.
Ο πίνακας «Η Παναγία του Γκραντούκα», το 1505, είναι ένας κλασικός πίνακας, με την έννοια πως για γενιές στάθηκε ένα πρότυπο τελειότητας. Ο Ραφαήλ πέτυχε την αίσθηση της απλότητας. Ο τρόπος με τον οποίο είναι πλασμένο το πρόσωπο της Παναγίας, καθώς το περιζώνει η σκιά, ο τρόπος με τον οποίο μας κάνει να αισθανθούμε τον όγκο του σώματος, καθώς το τυλίγει ο κυματιστός μανδύας, ο σταθερός και τρυφερός τρόπος, με τον οποίο η Παναγία κρατάει και στηρίζει τον μικρό Χριστό, συμβάλλουν στην εντύπωση της τέλειας ισορροπίας.
Νιώθουμε πως, αν αλλάζαμε κάτι στο σύμπλεγμα, θα καταστρεφόταν η αρμονία. Δεν υπάρχει τίποτα εξεζητημένο στη σύνθεση. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Ο πίνακας «Ο Άγιος Γεώργιος και ο δράκοντας», 1505-1506, είναι μια μεταγενέστερη παραλλαγή του περίφημου έργου που βρίσκεται στο Λούβρο. Παραγγέλθηκε από τον δούκα Γκιντομπάλντο ντε Μοντεφέλτρο και εκτελέστηκε γύρω στα 1506, σε μια επιστροφή του Ραφαήλ στην πατρίδα του. Ξαναβρίσκουμε εδώ την επαφή του Ραφαήλ με τα τοπία της Ουμβρίας. Η κατανομή των επιφανειών ανάμεσα σε γεμάτα και σε κενά, καθώς και το παιχνίδι των γραμμών που διασταυρώνονται κανονικά, φαίνονται καλύτερα υπολογισμένα. Αλλά, όχι τόσο ο υπολογισμός, αλλά η ενστικτώδης αίσθηση της αρμονίας, είναι εκείνη που οδήγησε το χέρι του καλλιτέχνη όταν καθόριζε το σχήμα της συνθέσεως.
Η προσωπικότητα του Ραφαήλ εκφράζεται επιπλέον, στον τρόπο με τον οποίο αποδίδει το μυθικό αυτό θέμα εξαίροντας το φωτεινό βάθος, την θριαμβευτική και ευτυχισμένη πλευρά, για να αφήσει στην σκιά την πλευρά την σκοτεινή και τερατώδη. Η προσοχή συγκεντρώνεται στο άλογο, λευκό σαν χιόνι, που οι τέλειες φόρμες του, στο διάφανο πρωινό θυμίζουν ίσως το ύφος του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Αλλά η τόσο ανθρώπινη στροφή προς το μέρος του θεατή, ανακαλεί μάλλον τους αρχαίους θρύλους του Ομήρου ή του Μεσαίωνα.
«Η Παναγία με την καρδερίνα», το 1507, είναι μία από τις περιφημότερες και τελειότερες Παναγίες του της φλωρεντινής περιόδου. Η θέα γύρω από τον όμιλο των μορφών, είναι πανοραμική και η ποικιλία των κινήσεων σημειώνεται γαλήνια, μεταμορφώνοντας την χαρούμενη αφήγηση σε έντονη αφαίρεση. Σε αυτή την σύμπτωση των αξιών κατορθώνεται μία από τις πιο πρωτότυπες στιγμές της φαντασίας του Ραφαήλ.
Η κρυστάλλινη αφαίρεση κάνει την αφήγηση πιο καθαρή και συνάμα τονίζει τις πιο κρυφές της συγκινήσεις. Το πυραμιδωτό πλέγμα των μορφών, προβάλλει τον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του, ακριβώς μέσα από την ένταση της πιο λεπτής συγκινήσεως. Το τοπίο του βάθους ταιριάζει σε αυτό τέλεια. Είναι το ορατό τμήμα ενός, ακριβώς προσδιορισμένου χώρου, που περιβάλλει τις μορφές. Οι σκηνές του βάθους, είναι αργόσυρτες μελωδίες, εξανθρωπισμένα ηλύσια πεδία, όπου η καθημερινότητα, το συγκινητικό θέαμα ενός ζωντανού και γνώριμου υπαίθρου, μπορεί να ταυτιστεί με ένα ιδανικό πρότυπο.
«Η Παναγία με το Θείο Βρέφος και τον Άγιο Ιωάννη» ή «Η Ωραία Κηπουρός» 1507, που τη ζωγράφισε ο Ραφαήλ στη Φλωρεντία, αποκαλύπτει όλα όσα διδάχτηκε ο καλλιτέχνης από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι. Η σύνθεση, σε σχήμα πυραμίδας, προαναγγέλλει την «Ωραία Κηπουρό». Είναι μια αρμονική δημιουργία μορφών μέσα σε ένα πλαίσιο πραγματικότητας. Είναι μια στέρεη σύνθεση μελών και φορεμάτων, όπου, ούτε ένα κέντημα, ούτε ένα κόσμημα δεν σπάζει τη λαμπρή χρωματική διάταξη, που δημιουργεί ένα χώρο συνάμα εσωτερικό και εξωτερικό.
«Η Αγία Οικογένεια Κανιτζιάνι», το 1507, είναι ένα ώριμο και αναγνωρισμένο έργο του. Φανερή είναι η επίδραση των συνθέσεων του Λεονάρντο ντα Βίντσι, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και μια γνώση της ελικοειδούς κινήσεως και της δυναμικής πλαστικής συνοχής, που επιδιώκει ο Μιχαήλ Άγγελος.
Οι μορφές της Ελισάβετ και της Παναγίας, που κάθονται καταγής, στο πρώτο πλάνο, προσδιορίζουν ένα χώρο που κατέχεται από τα παιδιά. Με μια περιστροφική κίνηση, η Ελισάβετ είναι πιο κοντά στο θεατή, ενώ το κεφάλι της Παναγίας γέρνει προς το εσωτερικό του πίνακα. Η σύνθεση τείνει προς την κατεύθυνση του Ιωσήφ. Εκείνος, σκύβει πάνω από τη συντροφιά, λυγίζει ελαφριά το γόνατό του και στηρίζεται σταθερά πάνω σε ένα μακρύ ραβδί και ο κλειστός κυκλικός του φωτοστέφανος κορυφώνει την ανάπτυξη των συνδεδεμένων μεταξύ τους σχημάτων. Χαρακτηριστική, είναι η συμμετρική, ισορροπημένη αρχιτεκτονική του ομίλου, με τα λαμπρά παχιά χρώματα, που τονίζουν την φωτεινότητα των μορφών και των φορεμάτων. Η ομάδα είναι τοποθετημένη σε ένα καθημερινό ύπαιθρο, με μια σειρά από χορταριασμένους λοφίσκους και με τα συνηθισμένα κτίρια.
Το έργο «Η Παναγία Τέμπι», 1507-1508, εκτελέστηκε κατά το τέλος της παραμονής του Ραφαήλ στη Φλωρεντία. Η Παναγία είναι απελευθερωμένη από οποιαδήποτε προσπάθεια του καλλιτέχνη να συναγωνιστεί τους συγχρόνους του.
Μέσα στον καθαρό βραδινό αέρα, η Παναγία στρέφεται ελαφρά προς τα πλάγια, καθώς πιέζει λίγο το παιδί επάνω της, ενώ ο μανδύας φουσκώνει γύρω της, δημιουργώντας μια μνημειακή εντύπωση.
Το ροζ, που είναι διαποτισμένο από το φως και το γαλάζιο, αραιό στον ουρανό και στο τοπίο, αλλά πυκνό στον μανδύα. Μόνο αυτές οι δύο τονικότητες, δίνουν πυκνότητα στις ρόδινες επιδερμίδες και στα λεπτά, ξανθά μαλλιά. Κάθε σύγκρουση έχει κοπάσει και η ιδέα μιας μητρότητας, κοινής, τόσο στην ανθρώπινη, όσο και στη θεϊκή φύση, τονίζεται με μια αναλλοίωτη αγνότητα.
Δεύτερος σταθμός στην καλλιτεχνική πορεία του Ραφαήλ, ήταν η συνάντησή του με τον Μπραμάντε και τον Μιχαήλ Άγγελο. Τα έργα του Μιχαήλ Αγγέλου τα είχε θαυμάσει στη Φλωρεντία και του ενέπνευσαν την Αποκαθήλωση, που ζωγράφισε για την οικογένεια Μπαλιόνι το 1507.
Βιβλιογραφία:
- E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 13ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Ουφίτσι-Φλωρεντία), (Παλαιά Πινακοθήκη-Μόναχο), (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτον), (Λούβρο-Παρίσι), (Μουσεία Βατικανού-Ρώμη), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
- Ιστοσελίδα της Wikipedia