Eιμαι απόφοιτος της Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ απο το 2006 ενώ παράλληλα απέκτησα και τον τίτλο του τεχνικού συντήρησης έργων ζωγραφικής απο δημόσιο ΙΕΚ. Από το 1996 έχω λάβει μέρος σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις ενώ σε μια εξ αυτών απέσπασα και βραβείο. Πιο πρόσφατη έντονη δημιουργική εμπειρία, τα καθήκοντα μου ώς βοηθός σκηνοθέτη σε ταινία μικρού μήκους που φτιάχτηκε απο το artspot.gr
Andrea Mantegna, Ιταλός ζωγράφος (Νησί Καρτούρο, Πάντοβα 1431-Μάντοβα 1506). Γιός ξυλουργού, έδειξε από μικρός την κλίση του στη ζωγραφική και μαθήτευσε στην Πάντοβα, στο εργαστήριο του Φραντσέσκο Σκουαρτσιόνε, που τον υιοθέτησε όταν ήταν δέκα ετών. Η μαθητεία αυτή του επέτρεψε να έλθει σε επαφή με τον ουμανιστικό κύκλο που είχε σχηματιστεί στην Πάντοβα, από τους οπαδούς του Ντονατέλλο, ο οποίος εργαζόταν τότε στον ανδριάντα του Γκατταμελάτα. Από τα πρώτα έργα του Μαντένια, όπως «Η Παναγία με εννέα Αγίους», διακρίνεται η επίδραση της φλωρεντινής τέχνης, που είχε εφαρμόσει την ανακάλυψη της προοπτικής σε γλυπτικά και ζωγραφικά έργα. Πολλοί αναγεννησιακοί καλλιτέχνες, ο Λίππι, ο Πάολο Ουτσέλλο, ο Αντρέα ντελ Καστάνιο και ο Ντονατέλλο, είχαν ήδη εργαστεί για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στο Βένετο.
Η αρχιτεκτονική της παλαιοχριστιανικής περιόδου, δηλαδή της περιόδου που αρχίζει με την αναγνώριση της χριστιανικής ως επίσημη θρησκεία από τον Κωνσταντίνο το Μέγα (313) και που τελειώνει με την αραβική κατάκτηση των νοτίων επαρχιών της αυτοκρατορίας και την απώλεια της ελευθερίας των θαλασσινών δρόμων (630). Την εποχή αυτή συνεχίζεται και προεκτείνεται η τέχνη του ελληνορωμαϊκού κόσμου, του οποίου οι μνημειακές μορφές χρησιμοποιούνται τώρα για να ανταποκριθούν στις ανάγκες της νέας επίσημης θρησκείας. Αυτές αφορούν τόσο στην ιδεολογική της επιβολή, που εξυπηρετείται με τη μεγαλοπρέπεια των κτιρίων και τη λαμπρότητα των υλικών, όσο και με την πρακτική προσαρμογή των κτιρίων στη νέα λατρεία. Τότε καθορίζονται οι κυριότεροι τύποι εκκλησιαστικών κτιρίων ανάλογα με τον προορισμό τους και καταστρώνεται η συγκρότηση του χριστιανικού ναού, η λειτουργία του κάθε τμήματός του δημιουργούνται νέα αρχιτεκτονικά μέλη, που αποτελούν και τα κύρια χαρακτηριστικά της βυζαντινής αρχιτεκτονικής.
Giovanni Bellini, αποκαλούμενος και Τζαμπελλίνο (Βενετία 1430-1516). Ιταλός ζωγράφος, από τους μεγαλύτερους όλων των εποχών. Η σημασία της ζωγραφικής που επισκιάζει την ατομική του αξία, επειδή εγκαινιάζει τη μεγάλη βενετσιάνικη ζωγραφική του 16ου αιώνα. Από τη σχολή του Μπελλίνι προήλθαν ο Τζορτζιόνε και ο Τισιανός.
Ο Μπελλίνι διαμορφώθηκε, όπως ο αδερφός του Τζεντίλε, στο εργαστήριο του πατέρα του. Επηρεάστηκε από τον γαμπρό του Μαντένια, όπως φαίνεται από την «Προσευχή στον κήπο της Γεσθημανή», τη «Μεταμόρφωση» και την «Πιέτα» του Μουσείου Κορρέρ της Βενετίας και από τον «Νεκρό Χριστό» της Πινακοθήκης Μπρέρα του Μιλάνου. Στα έργα αυτά διακρίνεται ήδη, ενώ στο τελευταίο επικρατεί ένας ήπιος και πλατύς ρυθμός, που μαζί με το φωτεινό και ζεστό χρώμα, δίνει ένα γλυκό ανθρώπινο τόνο στο θρησκευτικό περιεχόμενο των πινάκων.
Μεσοβυζαντινή περίοδος (843-1204). Η περίοδος που ακολουθεί την εικονομαχία συμπίπτει με την άνοδο της Μακεδονικής δυναστείας και χαρακτηρίζεται από έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα και ποικιλία τεχνοτροπιών. Η παράσταση της Θεοτόκου στην αψίδα της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, εμφανίζει ορισμένες συγγένειες με την Παναγία στο ιερό του ναού της Νικαίας, κυρίως στο σχεδόν εμπρεσιονιστικό πλάσιμο των προσώπων και της πτυχολογίας και στην αναζήτηση του κάλλους στα πρόσωπα. Παράλληλα η παράσταση του Χριστού ένθρονου δεχόμενου την Προσκύνηση ενός αυτοκράτορα στο τύμπανο του νάρθηκα της Αγίας Σοφίας φαίνεται να σχετίζεται στενά με την παράσταση της Αναλήψεως στον τρούλο της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης, ως προς το γραμμικό και άκρως εκφραστικό ύφος που τείνει στην αφαίρεση. Φαίνεται ότι είχε καθιερωθεί κατά κάποιον τρόπο στην επίσημη μνημειακή ζωγραφική από τον 9ο αιώνα.
Antonio Allegri detto il Corregio. Ιταλός ζωγράφος (1489-1534) όπου ζούσε απομονωμένος στην Πάρμα. Ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν για την αρχή της σταδιοδρομίας του. Υποθέτουν ότι από πολύ νωρίς άρχισε να εργάζεται στο εργαστήριο του Μπιάνκι-Φερράρι στη Μοδένα. Ορισμένα νεανικά του έργα, όπως μία «Αγία Οικογένεια» και η νωπογραφία «Ο Επιτάφιος Θρήνος» στον Άγιο Ανδρέα της Μάντοβα, αποτελούν ενδείξεις της μαθητείας του στη σχολή του Μαντένια.
Αλλά πολύ γρήγορα ο Κορρέτζιο απαλύνει αισθητά τις μορφές του και αποκτά μια προσωπική τεχνοτροπία πολύ πιο ευαίσθητη από εκείνη του δασκάλου του. Ο πρώτος πίνακας βωμού που του αποδίδεται με βεβαιότητα είναι «Η Παναγία του Αγίου Φραγκίσκου» (1514-1515), σήμερα στην Πινακοθήκη της Δρέσδης. Στην ίδια ομάδα με το έργο αυτό, που η απλή κατασκευή του και ο γλυκός πλασμός συσχετίζονται με την τέχνη του Ραφαήλ, κατατάσσονται «Ο Γάμος της Αγίας Αικατερίνης», «Η Γέννηση Κρέσπι» και «Η Μικρή Τσιγγάνα».
Giorgio da Castelfranco, detto il Giorgione. Ιταλός ζωγράφος, Καστελφράνκο Βένετο, Τρεβίζο 1477 ή 1478- Βενετία 1510. Η ζωή του μεγάλου αυτού πρωτοπόρου της βενετσιάνικης ζωγραφικής του 16ου αιώνα είναι ελάχιστα γνωστή. Χρησιμοποίησε τόσο πετυχημένα το χρώμα και το φως για να δώσει ενότητα στα έργα του, που παρότι γνωρίζουμε λίγα έργα του, είναι αρκετά για να του εξασφαλίσουν μια φήμη ισοδύναμη σχεδόν με των μεγάλων καλλιτεχνών της Νέας Κίνησης. Εγκαταστάθηκε στη Βενετία και έγινε, κατά τον Βαζάρι, μαθητής του Τζοβάννι Μπελλίνι. Εκεί ανέλαβε τουλάχιστον δύο μεγάλες δημόσιες παραγγελίες που αποδεικνύονται από έγγραφα των αρχείων. Ένα μεγάλο πίνακα για την αίθουσα των Ακροάσεων του δουκικού ανακτόρου το 1507-1508, έργο που χάθηκε, και τις τοιχογραφίες για την πρόσοψη του Φόντακο ντέι Τεντέσκι το 1508. Είναι ένα τμήμα γυναικείου γυμνού σε φυσικό μέγεθος, που αποτοιχίστηκε το 1969 από τις τοιχογραφίες του Τισιανού, συνεργάτη του Τζορτζιόνε στη διακόσμηση του κτιρίου το 1508.
Ο όρος βυζαντινή τέχνη, περιλαμβάνει την τέχνη που αναπτύχθηκε με κέντρο την Κωνσταντινούπολη, στη χρονική διάρκεια που έζησε το Βυζαντινό κράτος και στις περιοχές που αποτελούσαν την εδαφική περιοχή αυτού του κράτους. Ακόμα στον όρο περιλαμβάνονται τα έργα βυζαντινών καλλιτεχνών που εργάστηκαν σε χώρες που βρίσκονταν μέσα στην περιοχή της άμεσης πολιτισμικής ακτινοβολίας του Βυζαντίου, όπως Ιταλία, Βαλκανικές χώρες και εν μέρει η Ρωσία, αλλά και τα έργα που δημιουργήθηκαν σε κατεχόμενες ελληνικές περιοχές.
Σάντρο Φιλιπέπι Μποττιτσέλλι, (Sandro Filipepi il Botticelli), Ιταλός ζωγράφος, από τους μεγαλύτερους της Αναγεννήσεως, γεννήθηκε στην Φλωρεντία το 1445-1510. Εργάστηκε πρώτα κοντά σε κάποιο χρυσοχόο αλλά μαθήτευσε, όπως αναφέρει ο Βαζάρι, στο ζωγραφικό εργαστήριο του Φρα Φιλίππο Λίππι. Την πληροφορία επιβεβαιώνει μια σειρά από Παναγίες, αναγόμενες γύρω στο 1465, πολύ συγγενικές με την τέχνη του Λίππι. Αργότερα το 1470, είχε δικό του εργαστήριο και συνεργάτη του είχε τον γιό του. Το πρώτο χρονολογημένο έργο «Η Θεία Δύναμη», (1470), φανερώνει επιδράσεις από τον Βερρόκκιο, κοντά στον οποίο μαθήτευσε ίσως ο Μποττιτσέλλι το 1470, όταν ο Φιλίππο Λίππι έφυγε από την Φλωρεντία και εγκαταστάθηκε στο Σπολέτο. Στη διαμόρφωσή του επέδρασαν ακόμη τα έργα του Μπαλντοβινέττι και του Αντόνιο Πολλαϊόλο.
Οι πρώτες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις της αρχαίας Ρώμης αποκαλύπτουν, έως ολόκληρο τον 4ο αιώνα π.χ. την επίδραση της πιο εξελιγμένης ετρουσκικής τέχνης. Όχι μόνο τα αρχιτεκτονικά μνημεία, πολιτικά και θρησκευτικά, παρουσιάζουν τυπικά ετρουσκικά χαρακτηριστικά τόσο στο δομικό τους σχέδιο, όσο και στην τεχνική της κατασκευής τους, αλλά και έργα όπως η «Προσωπογραφία του Βρούτου» και η «Λύκαινα του Καπιτωλίου» θεωρούνται κατασκευάσματα εργαστηρίων Ετρούσκων τεχνιτών, όπως η περίφημη χοροπλαστική σχολή των Βηίων, στην οποία ανήκε ο τεχνίτης Βούλκας, που διακόσμησε στα τέλη του 6ου π.χ. αιώνα, το Καπιτώλιο. Στην ετρουσκική επίσης επίδραση πρέπει ίσως να αποδοθεί η αρχή των λεγόμενων «θριαμβευτικών ζωγραφικών έργων», των οποίων έχουμε τα πρώτα δείγματα από τον 3ο π.χ. αιώνα και τα οποία αποτελούν τα αρχαιότερα γνωστά μέχρι στιγμής δείγματα ρωμαϊκής ζωγραφικής.
Giotto di Bondone, (Κόλλε ντι Βεσπινιάνο, Φλωρεντία 1266-1337), Ιταλός ζωγράφος, ψηφιδογράφος και αρχιοικοδόμος. Μαθητής του Τσιμαμπούε, τον οποίο ξεπέρασε σε φήμη και συμπλήρωσε την καλλιτεχνική του διαμόρφωση στη Φλωρεντία, στη Ρώμη και στην Ασσίζη. Εκτός από το εργαστήριο του δασκάλου του, ζωντανά διδάγματα του πρόσφερε στη Φλωρεντία το μεγάλο εργαστήριο ψηφιδωτών του Βαπτιστηρίου, όπου γύρω στο 1280, εργάζονταν πολλοί καλλιτέχνες. Αλλά ο προσανατολισμός του Τζίοττο προς μια βαθιά κλασική κατεύθυνση άρχισε στη Ρώμη, με την άμεση γνωριμία του έργου του Πιέτρο Καβαλλίνι, του Γιάκοπο Τορρίτι και των βυζαντινών επιδράσεων που χαρακτήριζαν τη σχολή της Ρώμης στα τέλη του αιώνα. Δεν υπάρχει άμεση επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού, γιατί με τις συνεχείς τροποποιήσεις χάθηκε ουσιαστικά το σημαντικότερο έργο που κατασκεύασε στον Άγιο Πέτρο, το ψηφιδωτό του «Σκάφους των Αποστόλων».